Κατάλληλο για όλους

Tuesday, February 05, 2008

Με χαρά, το 2008

Κάθομαι με χαρά, να γράψω το πρώτο κείμενο, του νέου, αυτού, χρόνου, θυμούμενος την ανθρωπιά, τη καλοσύνη και τη γλυκύτητα στο φέρσιμο και τα πρόσωπα, ανθρώπων που συνάντησα τελευταία: όπου όλο τους το είναι, εκπέμπει συμπάθεια και φιλία.
Είναι πραγματικά αισιόδοξο οι νέοι σου στόχοι να είναι, να μην κρίνεις κανένα –όσο δύσκολο φαίνεται- μα μη σε ταράζει τίποτα. Να ζεις την κάθε μέρα, δημιουργώντας τη ο ίδιος, στα μέτρα της ρομαντικής σου ψυχής. Να ξεχνάς τις ελλείψεις σου, μυρίζοντας τις σε καθρέφτες, για ν’ αποτελούν έμπνευση, συγγραφικού τύπου. Όσο βαστάς ιδέες, ανεβαίνοντας σα φουσκάλες, στην επιφάνεια. Τουλάχιστον κάνε τούτο, σκέπτομαι, ως το μόνο δυνατό τύπο, ευγνωμοσύνης ή ευκολίας να επισκέπτεσαι χώρους όπου σου προσφέρουν απλόχερα, το δικαίωμα που εκπέμπουν.
Χαρωπός χάνεσαι στα καντούνια της φαντασίας, ίσως επηρεασμένος από μια ταινία που είδες ή ο τόπος εκείνος, ανήκε πάντοτε στις βλέψεις σου, ως ταξίδι. Γιατί το ταξίδι αξίζει. Παρέα, τελικά ωφέλιμη, είναι μόνο η τρυφερή, του προσώπου που είναι στο τώρα, ταίρι. Πλησιάζει για να κουμπώσει, μαζί σου. Παίρνοντας το εσύ, απ’ το χέρι, ως πρωτοβουλία, ή το αντίστροφο.
Η άδολη τρυφερότητα, σα να ταΐζεις, ενώ κανείς δεν κοιτά, μια χούφτα περιστέρια, ή να κάνεις ψι ψι, σε μια γατούλα στο πεζοδρόμιο, επιθυμώντας κι εκείνη, να είναι καταδεχτική, όπως τα ζωντανά, μικρότερος, που αγάπησες. Οι θύμησες που ως φυλακτό αερίζονται κάθε τόσο, λειτουργώντας ως θερμοκήπιο καλοσύνης. Ζώντας σε μια πόλη, που οι καλές προθέσεις φανερώνονται, φορές, για να μετανιώνουν ορισμένοι.
Η πληρότητα μιας αύρας που αντιστέκεται σε οποιαδήποτε θλίψη.
Η χαρά να κλείνεις τη γκρίνια απέξω, σα πέφτει η θερμοκρασία.
Η ανάγκη να ξεχνάς ότι ειπώθηκε, για σένα μόνο, γιατί σαφώς εξελίσσεσαι με ότι διαθέτεις, εκεί όπου η κοινωνία, δε δείχνει πρόνοια, ούτε έχει πρακτικές ιδέες. Εκεί που η φιλία των ματιών, υπερβαίνει χάσματα ηλικιών, πλησιάζοντας την αγαθότητα μεγαλύτερων σου, που είπαν: είμαι ανθρώπινο ον: Παρηγορούνται πως κανείς δεν ζει αιώνια. Τουλάχιστον να ‘χε έναν ώμο να γείρει, κάθε τόσο.
Του αρέσει να μεταδίδει χαρά, το χιούμορ του.
Ν’ ακούει πως τον δέχονται.
Να συλλογίζεται πως κάπου κάπου, σπάει το καπάκι της λεγόμενης προσφοράς.
Του αρέσει να μυρίζει τα λουλούδια. Να μειώνει τις επιθυμίες του. Ευχαριστιέται που αισθάνεται αισιόδοξος. Ως τη στιγμή που θα σου ανοίξουν τα μάτια, οι ψυχές που θα ‘ρθουν για να μείνουν. Ξέρεις, η φιλία είναι όπως τα κύματα που πιάνει η κεραία, κάποιας συσκευής.
Η αγάπη τώρα, ενός άντρας, προς μια γυναίκα, είναι παντοδύναμη.
Διαφέρει πως κάνουν οι καλόψυχοι, έρωτα.
Ο άντρας που θέλει μόνο μία, γυναίκα.
Αυτό είναι αληθινή πολυτέλεια.
Η άνευ όρων, παράδοση.
Που δεν υπόκεινται σε θέλω τρίτων, ούτε καν δικών σου προσώπων, που κοίτα, ποτέ δεν σε κατάλαβαν.
Έπειτα αφήνεις τον εαυτό σου, στους ωφέλιμους ανέμους, της μοίρας.
Στη χώρα του μυαλού και της πρακτικής αξιοπρέπειας.
Του ήσυχου ύπνου, μιας υγιούς καρδιάς, μιας αγκαλιάς, μόνο για ένα πρόσωπο. Μόνο γι’ αυτή τη μία, εκεί έξω, που αξίζει.
Σε πλησιάζω, διακριτικά, στα νύχια σχεδόν, σαν γάτος, και απαλά αφήνω ένα φιλάκι κάτω από ένα μάτι.
Κι ας μη σ’ έχω ποτέ. Γλυκιά μου που σ’ αγάπησα ως άνθρωπο γυναίκα.


Γεράσιμος Μηνάς 2008

0 Comments:

Post a Comment

<< Home