Κατάλληλο για όλους

Tuesday, February 05, 2008

Πιο τρυφερό
από την φιλία;

Κάθομαι ξανά, και σου γράφω, έχοντας λάβει το γράμμα της επισύναψης, σχέσης σου, με κάποιον άλλο. Όχι ότι σκοπεύω να σε διεκδικήσω ή να παίξω μαζί σου, ένα αόριστο παιχνίδι. Οποιοδήποτε παιχνίδι.
Απλά προσπαθώ να δω πόσο σε επηρεάζω, αφού, το εκδηλώνεις πότε πότε. Κι είναι αυτή μας η αέναη επικοινωνία, μια ιστορία που μπορεί να τη διηγηθεί, κανείς, πιθανόν σε κάποιο κρύο δωμάτιο, γιατί χρειάζεται οικονομία, πια, στον καιρό μας. Χαμηλή η θερμοκρασία, για να αντέχεις περισσότερα.
Είναι καλό να είσαι η έμπνευση, κάποιου. Όχι εσύ συγκεκριμένα.
Ξέρεις, η κατά καιρούς θέαση κάποιου τοπίου, στη φύση, που λειτουργεί σαν ξεκίνημα μηχανής. Θερμαίνοντας την ανάγκη, να σου αρέσει, κάτι όντως, άξιο.
Ξέρεις, κάπως έτσι είναι η ομίχλη, ο τόπος των συγγραφέων και ποιητών, ενόσω ζητούν από τους ανθρώπους, ν’ αφήσουν τα calculator και τα μολύβια, κι απλά να ‘ρθούν, να φτάσουν εκεί, όπου η κάθε στιγμή είναι σημαντική.
Κι ας λες, καλό είναι να προσγειώνεσαι στην πραγματικότητα.
Αν η φιλία είναι να σέβεσαι το πέπλο, κάθε ζωντανού βίου, όπως τώρα, σπινθηροβόλα, εσύ, γλυκομίλητη φορές, ύπαρξη, αφήνεσαι σ’ ετούτο εδώ, δίχως να ‘ρθείς να μου πεις: γιατί πάλι. Γιατί εμένα.
Γιατί απλά δεν πέρασες από την ομίχλη. Ήρθες κατευθείαν. Λάθος.

Η φιλία μεταξύ άντρα και γυναίκας, είναι σπουδαία, όσο διαρκεί, μα δεν ισχύει, ούτε στο τόσο δα, ενόσω το ένα κομμάτι, έπιασε αράχνες ή κρούστα, φορές, χωρίς όνομα.
Αν η φιλία μεταξύ γυναίκας με άντρα, δεν στηριζόταν επ’ ουδενί, σε καθεστώς ερωτικής χημείας, αν ίσχυε μόνο τότε, θα ήταν όντως, υποφερτή. Κατ’ άλλα, στείρα, τυπική, από αληθινό πάρε δώσε, θέλω, ανταλλαγής συζητήσεων. Που εμβαθύνουν σε ζητήματα, αποκλειστικά, ρεαλιστικά κρύα. Από εκείνα που συμπεριφέρονται σαν ωράριο, ή σαν συνθήκη: πότε να μας αφήνουν, ήσυχους. Πότε να γνωρίζεις, τα σύνορα του: μιλώ, διακόπτοντας άλλα πρόσωπα που ξέρουν ο ένας τον άλλο, καιρό πολύ. Άρα βγάζουν εύκολα συμπεράσματα, ότι αποτελεί ο οιοσδήποτε, έστω στιγμιαία έμπνευση. Μα απαιτεί φιλικό δεσμό, για να σου επιτραπεί να σου ανοιχτούν τα μάτια, ότι εισέρχεσαι στην ομίχλη της έμπνευσης.
Την ώρα που εσύ κάθεσαι κάπου, μετακινείσαι, κλπ. Κι ο άλλος σε θεωρεί φίλη, γιατί φορές, επεξεργάζεται με δικούς του κανόνες, πως θα μάθει τις γυναίκες (κάπως έτσι γεννιούνται τα βιβλία, ξέρεις). Γιατί είναι μεγάλο σχολείο οι γυναίκες.
Ιδίως όταν σε αγγίζει με αγάπη, στο μάγουλο. Πρακτικά.
Όχι να διαβάσεις κάπου, ένα αισιόδοξο μήνυμα που ανταποκρίνεται στις ονειροπολήσεις σου.
Η αγάπη που δεν βαριέται κάθε νέο πρωί.
Αγάπη που μπορεί να ξεχνά την πίεση, μελών οικογένειας, που ποτέ τους, δεν άξιζαν, να τους φανερωθεί το μονοπάτι, ως την είσοδο της φιλίας του γραφιά. Δεν κέρδισαν τούτο το δικαίωμα.
Είναι όπως η μουσική που αγαπάς, μα πρέπει μόνος να τη φέρεις σ’ εσένα. Οι διασκεδαστές, δηλώνουν απαξίωση.
Η φιλία, του να αποτελείς έμπνευση, που δεν σε θίγει, μα σε σχηματίζει σημαντικό τριαντάφυλλο, είναι ίσως η κοινή πεζοπορία, πάνω στα τείχη της προσωπικότητας, ενός ανθρώπου. Αν αισθανόντουσαν κι οι δύο, άνετα, τρυφερά έστω, αν όχι ρομαντικά, να δηλώσουν σ’ εκείνο το στιγμιαίο τώρα, πως συμφωνούν να αναρριχηθούν, ως εκεί. χωρίς να χρειαστεί ν’ ανάψουν, καλοριφέρ. Γιατί τότε, συμφωνούν πως έχουν μάτια, ανοιχτά, να εκτιμήσουν, τις ελλείψεις, από κάθε πλευρά. Διαφορετικά, απλά θα γνωρίζαμε κάποιον, μα, κατοικώντας μόνο στον παγετώνα μιας φαινομενικά, ασφαλούς ζωής. Ως καθημερινότητα τόσο σοβαρή και βαριά, που λυγίζει το κοτσάνι, προσώπου, που η ευαισθησία του για σένα, ως στιγμιαία έμπνευση, να είναι κάτι που να μπορείς να κοροϊδέψεις.
Τότε για ποια φιλία, μεταξύ των δύο φύλων, ομιλούμε.
Αφού θα πρέπει να μαγειρέψεις κάποια στιγμή.
Και πρέπει να είσαι έτοιμη, άξια τελικά, να πεις: εγώ ξεπερνώ τους φραγμούς των δισταγμών, που αποφεύγουμε, να πάρουμε το κλειδί, αφού το δίνουν. Αρνούνται.
Πιο τρυφερό τότε, από τη φιλία, είναι το νιαούρισμα της γάτας που ακούς. Ο πόνος έξω, που δεν πήγες να συναντήσεις. Το αβέβαιο, αν θα σε κλωτσήσουν σε σκάλα ή τσουλήθρα.
Η αγνωμοσύνη της αδιαφορίας να στρώσεις τον εγκέφαλο να εννοήσεις τι γράφεται, ο κόπος του βιβλίου που αγοράστηκε. Έστω και μεταφρασμένο. Ο κόπος όμως, μία φορά, αρχικά, κατεβλήθη.
Η αξία στο τώρα, κάθε ασήμαντου γραπτού.
Το να κοιτάς κάποια χωρίς να το βλέπει.
Από παράθυρα, στην ομίχλη που μιλούν, όμως, ικανά, στην τάδε ημερομηνία, να πουν: είσαι κάποια που θα ‘σουν σημαντική ως φίλη. Αν μόνο, κατανοούσες τον μερικώς, μη κοινωνικό, χαρακτήρα, εκείνου που σε βάπτισε φίλη της έμπνευσης. Και κρυφά στο αυτί, σε οδήγησε στο σωστό μονοπάτι, ως μέσα στην ομίχλη. Όπως είσαι. Την ώρα που οι υπόλοιποι, απλά αγοράζουν χρόνο, με κίνητρα ελλιπή από αγνό χαμόγελο ή επιθυμία να πεις: είμαι παρομοίως, ελλιπής άνθρωπος. Στα λέω αυτά, τώρα που η φασαρία, γύρω, ακούγεται τόσο ανούσια. Τόσο χωρίς μικρό όνομα, που θα ‘πρεπε να σου εμπιστεύεται.
Για όσους θυμούνται να ακούν με όλο τους το είναι, ας πούμε το σθένος της μουσικής.

Γεράσιμος Μηνάς 2008

0 Comments:

Post a Comment

<< Home