Κατάλληλο για όλους

Monday, January 12, 2009

Ηλιοβασίλεμα

Είναι αυτός, που έχει χρίσει τις αισθήσεις, ως υφές, φύσης επιφάνειες. Μιλώντας οι ρόλοι, των στολών, στην πρώτη, τη γνώριμη, του εμπνευστή: φωτιά δημιουργικότητας. Κάτι από κείνα τα γύψινα σχέδια, εξογκώματα, σε τοίχους σπιτιών: των οποίων το περιεχόμενο των βίων, σημαίνει κάτι. Ένα κλήμα γραψίματος, το οποίο απορροφά τις ακτίνες των ψυχών, για να διηγηθεί στη συνέχεια, μια περιπλάνηση: στη σιωπή του αναγνώστη, αφιέρωση.
Στάλα στάλα, συμμετρικοί κύκλοι, πιστεύω, που ανοίγουν: στα φαινόμενα του καιρού, φορές επηρεασμένα. Μαζί ζούμε, μαζί συμπληρωνόμαστε. Χροιές φωνών, αποχρώσεις μελανιού. Σε επιφάνειες αφήνονται: να σκαρφαλώνουν, να κατρακυλάνε, να συγκρατούν εαυτό. Έτσι όπως ο ορίζοντας επιτρέπει να πέφτει το φυσικό φως. Σκιές συζητούν, στις άκρες τους ενωμένες.
Είναι πια παύση, ένα βαθούλωμα στο χρόνο: ποικιλομορφίες σε στάση, σε κίνηση. Σε οντισιόν, κάθε τόσο. Αν είναι οικείο το άνοιγμα ως τα γύρω βλέμματα που φτάνουν, ως τα “μπαλκόνια”. Η εποχή, η αύρα της φύσης, η εσωτερική ορμή: να πλημμυρίσει μέσω εσένα, ο χώρος, ηλεκτρισμένοι αμφορείς, της πρώτης, της γνώριμης έκφρασης, μιας ιδέας.
Βαθαίνουν τα χρώματα. Ακαθόριστη απόσταση, μακρινή, ως την αύρα του ορίζοντα: κάτι που μιλά, μόνο του. Γύρω βουνά. Στους πίσω πρόποδες, άλλοι αγωγοί: διαδρομές που δεν οδήγησαν στην αθέατη κοιλότητα. Ο άνθρωπος που ζούσε περισσότερο, ως ρόλος.
Όλες οι αναμνήσεις, ανάμεσα στα λεπτά, οικοκυρικά, φωτισμένες από ένα άστρο. Κάποιων αβαρών στολών το βάδισμα, στης γης το καλοσώρισμα. Ως να πάψει για έναν οίκο προσφοράς, η αναπνοή. Κάποιος υποτιθέμενος Μαρκοράς.
Έπειτα ήταν μια Μαρίνα Κουντουράτου: η άνοιξη της χαράς, εκφράσεων στο πρόσωπο μιας γλυκιάς, γυναικείας φιγούρας: απορροφώντας τις, όσοι σέβονται στη πράξη, τη μοναδικότητα τους. Σα περίπατος σε μια γειτονιά, όπου ανάμεσα σε πυκνή ή αραιή, βλάστηση, συναντάς πέτρινα κτίσματα. Έτσι αγγίζεις τις υφές, έτσι πλησιάζεσαι από τις αισθήσεις.
Το γαλήνιο πέρασμα, του ποταμού, το φως, στα σκαλοπάτια των σύννεφων. Κοιτώντας τις φθαρμένες όψεις των αγαλμάτων. Διαβάζοντας τις παρτιτούρες ζωές. Στο ήπιο, στο τρικυμισμένο, στα ανοίγματα των σεντουκιών. Κάτι τυλιγμένο στη κουβέρτα, σεντόνι που στεγνώνει στο σκοινί.
Είναι τα λουλούδια που περπατούν, οι νότες των αισθημάτων. Ευαίσθητες άρπες, σε δάκτυλα προσεκτικά: οπτική αγαπητή, βούρτσισμα μακριών μαλλιών, από σύντροφο ζωής. Είναι το τωρινό, το βλέμμα, κάποιας γλυκιάς στάλας.
Έπειτα απορροφήθηκαν οι κύκνοι μες το ουράνιο τόξο.
Να ‘ταν γνωστά, όλα στη φύση.

Γεράσιμος Μηνάς 2008

0 Comments:

Post a Comment

<< Home