Κατάλληλο για όλους

Tuesday, February 05, 2008

Χειμώνας

Η φύση δεν είναι άνθρωπος, να φορέσει καλά ρούχα. Εξόδου.
Η φύση, η γη, και ο ουρανός, βρίσκονται μαζί, μα δε συγκρατεί το ένα το άλλο, μια αλυσίδα. Η φύση είναι το σπίτι, πολλών πλασμάτων. Μα κάπου κάπου, το γρασίδι, μια βροχερή ημέρα, θυμίζει πράσινη βελέντζα. Που συναγωνίζεται σε χρώμα τη γύρω διάταξη των δέντρων, ακόμη και των γυμνών κλαδιών. Όσα φύλλα επιμένουν στη θέση τους, πήραν ένα χρυσό χρώμα, σα συμμορία όλα μαζί, είπαν: είμαι εδώ. Κείνο όμως που δεν φάνηκε, γιατί πρέπει να σταθείς από κάτω, είναι τα σπουργίτια, πιο σημαντικά από τα λόγια ή τις διαθέσεις των ανθρώπων. Με τις ενοχλήσεις τους, γιατί δεν τους αρέσει που πρέπει να αναγκάζονται να προσπαθούν, μόνοι, να επιβιώσουν: δουλειά, υποχωρήσεις για να σε διαλέξουν ως ταίρι (η υποκρισία του τέλειου ανθρώπου). Οι νόμοι των ανθρώπων και η εσκεμμένη στειρότητα, του νου. Θόρυβος και τυπικό πήγαιν’ έλα.
Ο ήχος της βροχής, τη νύχτα, είναι αυτός που προτιμώ.
Η έγνοια για το που θα βρει καταφύγιο, ακριβώς τότε, η γάτα.
Τη νύχτα, λες, να σε συναντήσω;
Θα ‘ρθείς με μια παρέα, να φας.
Θα σερβίρω στο τραπέζι σας, κι η επαφή με τα μάτια σου, είναι μια αρχή. Στο ατέλειωτο, ξερό, πήγαιν’ έλα. Δεν είναι τα πάντα, επιθυμία.
Στο μεταφέρω με το βλέμμα, μήπως το θυμηθείς μόνη, στο σημείο που επαναφέρεις από τη μνήμη, τη στιγμή.
Το ‘σβησα. Πάει.
Πρέπει να σκεφτώ και τους άλλους. Που δεν κοιμούνται σε καθαρά δωμάτια. Μήτε ζεσταίνονται ή είναι γεμάτο, το ψυγείο.
Απλά, δεν τους μιλά κανείς.
Σαν κόσμος μες το μπαλόνι του κόσμου.
Σφραγισμένος.
Ξέρεις, η γη είναι ποτισμένη μ’ αυτούς που φύγαν, πια.
Ξέρεις. Οι ειρηνοποιοί, που για δέρμα έχουν πάχνη γης, τρυφερή, και πάντα φρέσκια. Μ’ εκείνα τα ρούχα της καρδιάς, που πάντα φορούμε, μα αρνούνται να πουν δυό καλά λόγια. Γιατί η ζωή τους κατάντησε συναλλαγή: μόνο να παίρνουν, ξέρουν. Οι εγωιστές!
Φοβισμένη κοινωνικότητα.

Η βροχή θα ξεπλύνει τις επιφάνειες που αδιαφόρησαν να καθαρίσουν, οι άνθρωποι. Η βροχή είναι η δωρεάν παροχή της επικοινωνίας για όσους γνωρίζουν τούτη τη διάλεκτο: Της ύπαρξης των γύρω. Στα κουτιά τους, στα συρτάρια τους, δηλαδή.
Στα αναγκαστικά έξοδα, επειδή προχωρήσαμε, και το σκοτάδι, μας φοβίζει.
Ενόσω αφομοιώνεσαι στη νύχτα. Όχι στο μέλλον.
Στα φυσικά στοιχεία, και το ρυθμικό, τελευταίο, τρεμόπαιγμα του νερού που κατεβαίνει από τα βρεγμένα μπαλκόνια.
Ως τα πλακόστρωτα κάθε, απλής, ταπεινής, γειτονιάς.

Θα δεις καλό όνειρο; Ρώτησε η νύχτα.
Θαρρώ στον ύπνο, ησυχάζει μόνο, κανείς. Ξεχνιέται.
Τα πρέπει περισσότερο, γιατί τα μη, είναι διαφορετικά στον καθένα. Σέρνουν πίσω τους, τα περασμένα.
Θύτες και πτώματα, που κάποιος φώναξε στα τελευταία: νεκρανάσταση.
Όμως δεν υπολόγισε, πως όταν ένας φεύγει, άλλος πιάνει το χώρο, κόβοντας τον αέρα.
Όχι, έχει λίγο και στα πνευμόνια.

Γεράσιμος Μηνάς 2008

0 Comments:

Post a Comment

<< Home