Κατάλληλο για όλους

Friday, November 02, 2007

Το ποίημα που μιλάει

Πες μου, ποιητή,
τι έχεις;
Γιατί δε μιλάς.

ο ήλιος δεν φτιάχνει, μια σκιά,
από σένα.
Στο χώμα,

Στα κάγκελα
που περιμένουν να σταθείς,
(κρύα αγκαλιά,
δίχως ανταπόκριση).

Τα λόγια των παλαιών, σοφών,
που τα πήραν μαζί τους,
στον τάφο.

Πλέον,
Χωρίς σκιά.

Κάποιος άλλος αναπνέει.

Τα παλαιά πνευμόνια, φεύγοντας,
έδωσαν σ’ εσένα,
αυτό το δικαίωμα.

Γιατί δεν μου μιλάς,
Ποιητή;

όσο και να κυνηγάς τον ήλιο,
στο στερέωμα,

Κείνος,
Είναι πολύ μακριά,

όπως τα άλλα γραπτά,
Που παλάμες, πιέζουν,

Γράφοντας.


Η γλυκιά σαν χάδι,
έμπνευση.

που σε βοηθά να ξεχνάς

Ενόσω αρωματίζει,
σαν εσωτερική δροσιά,
την όσφρηση μου.

Γιατί δεν μου μιλάς;


Μια μεγάλη αίθουσα
όπου οι χαρακτήρες
που πέρασαν,
Που γνώρισες.

Που ήλπιζες να ‘ναι,
κομμάτι σου,

Αναπνέουν ακόμα,

Παρομοίως, οι ήχοι των θερινών μηνών,
που υπήρξαν,
και πλέον,
Δεν ακούγονται.

Ακόμη δε μου μιλάς.
ψιθυρίζω

Είμαι εγώ το ποίημα,
που μιλά.

Το ποίημα που σε συντροφεύει,

Ενώ,
Κανείς,
γύρω σου,
Δεν σε βοηθά,

Κι όσοι σε κλώτσησαν,
αφήνοντας σε ανάπηρο από προοπτικές,
Ζουν,

Ατιμώρητοι.

Μην τους συγχωρήσεις. Ποτέ.
Μ’ ακούς;

Ελπίζω να μ’ ακούς.


Είμαι το ποίημα,
σε κάθε σου βήμα.

Τα κοινά χαρακτηριστικά,

Τόσο διαδεδομένα.

οι ηλικίες των ανθρώπων,
Η θελκτική, ενήλικη, νέα,
Σάρκα,

Που κολακεύει ένα λεπτό θηλυκό,
Που ανησυχεί,
Αν τη βλέπουν οι άλλοι,

Ως, θηλυκό.

Εσύ πως τη βλέπεις;


Είμαι η σκέψη σου
Ο “ιδρώτας” της ύπαρξης,

Το άγγιγμα που σου λείπει
Κάποια όμορφα απογευματινά.

Είμαι στο χαρτί που κρατάς
Με το ‘να σου χέρι.

Με τ’ άλλο,
Πιέζεις τη μύτη του στυλό,

Αφήνοντας με να μιλώ.


θα υπάρχω,
Ακόμη κι αν το φως, είναι κλειστό,

Μα εσύ, ποιητή,

Έχεις ανάγκη μια πηγή φωτός,
Να διακρίνεις τι γράφεις,

Μόνο για σένα,

Στο άδειο αρχαίο θέατρο,
Αγάπης του Ελληνικού πολιτισμού
Που πλέον, κανείς,
Δεν ενδιαφέρεται,

Να γεμίσει.


Τι κρίμα,
Να βρίσκονται τ’ αδέλφια μου,
σε τόσα βιβλία,

Μα εδώ,
Είμαι δικό σου, παιδί.

Εσύ με γεννάς,,
Συ μ’ ανατρέφεις.

Τι κρίμα,
Να μην ακούω την αναπνοή,

Τι απλό,
Να υπάρχετε,
Σεις,
οι άνθρωποι.

Να επικοινωνείτε,
Ανταλλάσσοντας, τις σκέψεις σας.

Υπάρχετε, μόνο;

Και αν, ναι,

Πως;


Τι κρίμα,
Να είμαι το ποίημα,
που μιλά,

μόνο με σχήματα,
φράσεις κλειδιά – λέξεις.

Φωνή, να μην ακούγεται.

Ακόμη δεν μου μιλάς.

Γιατί,
τόση στενοχώρια;

Εγώ, το ποίημα,
που τόσα χρόνια,
σου κρατώ συντροφιά,

Σε σχέση με τις άλλες σου,
Ελλείψεις.

Που ο οργανισμός σου,
ζητά.

Δεν φταις εσύ,
Που υπάρχεις.

Ούτε για το θυμό
Του σύμπαντος.

Άσε με να σου μιλώ.

Ως ποίημα,

Σαν μια μετακινούμενη, εικόνα,
Ζευγαριού.

Που αναπνέει κι εκείνη.

Μα εγώ δε το διακρίνω.
Μιλιά, ακόμη,
ανθρώπινη,

Δε μου παρέδωσες.

Φοβάσαι να με εμπιστευτείς;

Να δεις τον εαυτό σου,
Μ’ εκείνη.
που ποτέ δεν σ’ άφησε,

Να αγαπήσεις.

Νυστάζεις;

Αναρωτιέμαι,
Αν ασκούν,
Διαφορετική πίεση,
Τα γυναικεία χέρια,
Στο χαρτί.

Αν,
χαϊδεύουν,
το χαρτί,

Παρόμοια με την γυναικεία τρυφερότητα,
Που ποτέ, ποιητή,

Δεν σ’ άγγιξαν,
τα δικά της,
χέρια.

Δες ότι στο στέρησε ο Θεός,
που τόσες φορές,
Θέλησε, ποιητή,
Να σ’ εξοντώσει.

Όμως η δική μου συντροφιά,
Είναι ανιδιοτελής.
Βρίσκεται πάντοτε, ζωντανή,
Εδώ πέρα.

Δεν σ’ απειλώ, εγώ,
Δεν σου στερώ τον εαυτό μου.

(δεν σκαρφίζομαι έναν Λόγο,
για να νοιώθεις, υπόχρεος).


Είμαι αυτό που πλάθεις
μες το νου.

Οι ήχοι που δεν ακούς
(οι ήχοι της ηδονής, με δύο).
οι εικόνες
Που δεν σε φωτογράφισαν,

Ενήλικο,

Στα στενά μιας ξένης χώρας,
Που δεν σ’ άφησαν
Να μεταφέρεις την αύρα της,

Χρησιμοποιώντας,

Εμένα.


Είμαι στο επόμενο λεπτό,
Ωσότου να τελειώσει

Μια ιστορία -πάντα-

Των άλλων.

Είμαι εδώ,
Και θα βρίσκομαι, για πάντα.

Είμαι στο χαρτί
και τη θύμηση.

Είμαι το ποίημα που μιλά.
Σ’ αγαπώ.

Γεράσιμος Μηνάς 2006

0 Comments:

Post a Comment

<< Home