Κατάλληλο για όλους

Friday, November 02, 2007

Η πρώτη φορά

συνέβη σ’ έναν καναπέ,
Επειδή φοβόμουν,
Μήπως είναι άγρια τα ένστικτα,
της γυναίκας,
που έφερα εδώ μέσα.

Καθόμαστε, χωρίς να μιλάμε,
Κι είναι η ησυχία,
Κάτι στάσιμο, παράλληλα τρομερό,
Για να μου συμβαίνει,
κάτι τέτοιο.

Αφού δεν είμαι ικανός
Ν’ αναγνωρίσω τις ικανότητες του σώματος της,
που κρύβει,
κάτω από αυτά, τα συνηθισμένα,
Ρούχα.

Με το φόβο,
Αν τα εσώρουχα μας είναι καθαρά
(αν άδειασαν, τα υγρά, στην ώρα τους),
Μην λερώσουμε και το σεντόνι,
που καλύπτει τον καναπέ.

Επειδή είναι δυστυχώς, η ώρα
Για να μεγαλώσω,
Να ξεχάσω.

Να διακρίνω το νέο έπιπλο της ζωής,
που περιμένει ν’ αντικαταστήσει,
Τα περασμένα.

Με όποιες άσχημες, τυπωμένες εικόνες,
Εξερεύνησης
Της ενήλικης διάθεσης
που ετούτη η γυναίκα,
μου ξαναθυμίζει.
Με αναγκάζει να δω αν αντέχει, με σύντροφο,
Τούτο το τομάρι,
Το παραγεμισμένο με σωθικά, κρέας, αίμα,
Και κόκαλα
Κι ένα μακρόστενο κομμάτι, κρέας,
Που χρησιμοποιείται, μόνο,
Για κατούρημα.

Επειδή είναι δυστυχώς, φυσικότατα,
Η ώρα,
Να ξεχάσω.

Δυστυχώς.

*

δεν μιλάμε.
Δεν έχουμε τίποτα να πούμε.
Με αγγίζει στο πόδι, κοντά στο γόνατο,
με το αριστερό της, χέρι,
και είναι η έκπληξη μου,
πρωτόγνωρη.
-ντρέπομαι να την κοιτάξω.

Πρωτόγνωρη η έκπληξη,
Όπως τότε που με φιλούσαν, στο μάγουλο,
Οι συνομήλικες μου στη δουλειά,
Αφού γιόρταζα.

Με φιλά, για ελάχιστα δευτερόλεπτα,
Στο λαιμό,
Μα αποτραβιέμαι -ελαφρά.

Τα δάχτυλα της,
Είναι μάτια-ακτινογραφίες
στο μπράτσο μου
-αυτόματα, κάνω ποντίκι,
Να δείξω δυνατός.
Χαμογελά.

Αυτόματα θυμάμαι,
τη στιγμή που κατά λάθος..
Άγγιξε ο αγκώνας μου,
το μαλακό στήθος μιας παλιάς συναδέλφου,
Κατακτώντας τη γνώση
Γι’ αυτό το σημείο του γυναικείου σώματος,
Όπου πέφτουν, πρώτα,
Τα αντρικά βλέμματα.

Μα εγώ, τώρα, δεν σε κοιτώ.
Έχω σκυμμένο το κεφάλι
Ξεφυσώ, κάθε τόσο.

Σα να μ’ αναγκάζουν
Να φθείρω
Την κατοικία της νόησης μου,
Που γεννά χαρακτήρες και εικόνες.

Είναι όμορφη. Έχει φακίδες, ελάχιστες.
Είναι τόσο έντονη,
η σιωπή!
Ώστε ακούγεται το ψυγείο
-αν όχι,
οι ανάσες μας.

- Μπορείς κι εσύ, να με αγγίζεις,
μιλά,
Εκείνη.

Μα φοβάμαι μην είμαι βαρύς,
Ή απότομος,
στις κινήσεις.

Ή μη σοβαρός στις προτεραιότητες
Της ερωτικής
ιεροτελεστίας.
Η οποία ζητεί να είμαστε καθαροί
Και ευωδιαστοί

Ενόσω τα πάντα γύρω μας,
Μαζεύουν σκόνη.
Βαστούν ετούτο τον χώρο,
Ζωντανό.
Κατοικήσιμο.

Με αυτή τη λάμπα
Και την άλλη, στην κουζίνα
Να φωτίζουν το κακό παρελθόν,
Κάθε μοναχικής ώρας.


Ανακατεύεται η μορφή του παρελθόντος
που ισοπέδωνε τα πάντα,
Μ’ ετούτη την έκπληξη,
Να με αγγίζει μια γυναίκα
Που είδε εμένα,
Πέρα από τη νόηση
(την έβαλε στην άκρη, την νόηση)
ήρθε πολύ φυσικά,
Να μοιραστούμε ο ένας τον άλλο.

Μα να,
κάθε φορά που με αγγίζει,
Είναι μια πρωτόγνωρη αίσθηση
Είναι ένα σύνολο δικαιωμάτων,
Επάνω μου,
που εκείνη κατακτά,
Εκείνη εξουσιάζει.

Είναι η γυναίκα που μιλά
Ψιθυριστά
και ζεσταίνει,
Και τα δικά μου σωθικά.

Είναι η στιγμή,
που τα ρούχα βγαίνουν,
Μόνα τους,
Και πετιούνται, στην άκρη,

Έχοντας ο καθένας μας,
απέναντι του,
Μια φθαρμένη μορφή, ανθρώπου,
Χαρακτηριστικών,
ανά φύλο.

Μα εγώ δεν περίμενα,
Ν’ αποδεχτεί, εκείνη,
Το αναμεταξύ μας, άγγιγμα.

Μάλλον επειδή
Τούτο το σώμα,
Ήταν μόνο μια κινούμενη κατοικία,
Ενός εσωτερικού κόσμου,
Χωρίς επισκέπτες,
Ή δυνατότητα σύνδεσης.

Τούτο το γυμνό σώμα
Που ξεκουράζεται πάνω στο δικό μου,
Με μοιρασμένο το βάρος,
Πολύ φυσικά,
όπου χρειάζεται.

Τούτο το γυμνό σώμα,
που φωτίζει η λάμπα
Και η ένταση της σιωπής
που θέλει να σπάσει
και να μιλήσει,
Μπαίνει σε μια διαδικασία,
Να υποτάξει τον εγωισμό
του κατόχου του,

ο οποίος βιώνει
Πρωτόγνωρη έκπληξη,
Να τον αγκαλιάζει, μια γυναίκα,
Και να κουνιέται
Σαν κοφτά, κινηματογραφικά, καρέ,
ασπρόμαυρα,

Να μην ξεχωρίζουν
οι σκιές,
Τα χρώματα στα έπιπλα.
Η στιγμή,
που αλλάζει το πως βλέπεις τη ζωή.

Με εκείνη τη λύπη,
Να πρέπει να γίνεται αυτό, κάθε φορά
Να επιστρέφει,

Μαζί με τις παλιές θύμησες
Ενός οργανισμού,
που επιθυμούσε ερωτική ικανοποίηση,
απελευθέρωση,

Μα δεν μιλούσε,
Όταν του το στερούσα,
Συγκεκριμένες βιταμίνες.

Είναι η πρώτη η φορά,
ένα σύρσιμο που ξύνει
τα παλιά χνάρια
Προς ατομικές ανασκαφές

Τις οποίες, ετούτη η γυναίκα,
πετά,
στη χωματερή της έννοιας:
Ξεχνώ.

Να είμαστε κι εμείς,
σαν όλους τους ανθρώπους, εκεί έξω,
Που παρατηρείς να χαμογελούν,
Το πρωί
Ή καθ’ όλη τη διάρκεια, μερικών ημερών,

Επειδή είναι κι οι ίδιοι, οι οργανισμοί τους,
Παραγωγοί αγαθών,
Ευτυχίας
Που μόνο η ένωση, άντρα και γυναίκας,
παράγει.

Είναι τόσες οι αισθήσεις
που μαθαίνω, εδώ, τώρα,
και αποδέχομαι,
Με μια αίσθηση υποχρέωσης
Κι όχι βαθύτερης ικανοποίησης,
Να αφήνεσαι,
Και να δοξάζεις το τώρα.

-

Είναι μια πρώτη φορά,
Που ήρθε αργά.

Σαν σκουριασμένα σίδερα, πλοίου,
στον ωκεανό
με μια νέα επιδερμίδα απάθειας
Η οποία, πλέον,
Ξανά,
θα πλυθεί, στον καιρό της.

Θα χαλαρώσει το σώμα,
Θ’ αγκαλιαστεί με το αντίθετο του
(μ’ αυτό το ζεστό, μαλακό τοίχο
της πλάτης).

Θα ξεκουραστούν και τα φώτα
Η αίσθηση της υποχρέωσης,
ότι πέρασε κι αυτό,
Και κάποτε, -σύντομα-
Δεν θα υπάρχει καμία ανάγκη,
Να επαναληφθεί.

*

Εκείνη η στιγμή
που η μάνα παραδίδει την κόρη

ο πατέρας παραδίδει τον γιο,
Μ’ ένα πόνο.

Η στιγμή που κλείνει η πόρτα, πίσω τους
Και το νέο ζευγάρι –δυστυχώς-
Αναγκάζεται να πράξει, κάτι, που πρέπει.

-

Η στιγμή,
που ο άντρας, μένει με το εσώρουχο,
Και η γυναίκα,
Με γυμνούς μαστούς

Με σκοπό να δεχτεί ο ένας
Τα χαρακτηριστικά του άλλου,
Με το βλέμμα, τόσο, πονεμένο,
Με την καρδιά, βαπτισμένη, ερωτευμένη.

Σε έναν κόσμο, συνεχιστές.
Όπου απαγορεύεται ν’ αγαπάς
Τα ενδιαφέροντα σου
Κάνοντας τα πράξη και ευτυχία.

Αν είναι ποτέ, δυνατόν,
Να επιλέγει, κανείς, να ζήσει,
Από ένα του και μόνο, ενδιαφέρον.

Είτε είναι το γράψιμο
Να είσαι σύζυγος
Να βρίσκουν και τα δύο, την έννοια του ενός
-θα έπρεπε όμως, να μπορείς

να δέχεσαι
Να σε αφήνουν ήσυχο.

Άραγε η πρώτη φορά
είναι τόσο σημαντική;

Άραγε, τι φοβούνται στ’ αλήθεια,
οι γυναίκες;

Γιατί ξεχάσαμε,
ότι θεωρήσαμε σημαντικό;

Πρέπει, να αποδείξω σε κάποια,
Ότι είμαι, ικανός;

Τι θα βγει από αυτό;

Να αποδείξω
Ότι είμαι άντρας.

Άντρας, είσαι μόνο,
Κατά τη διάρκεια της πράξης;

«Τι θα βγει απ’ το βλέμμα σου,
Και την έκδηλη σου, γυναικεία, στενοχώρια,
Που πια, δεν είναι υποκριτική
Με σκοπό την εκμετάλλευση,

Επειδή γνωρίζεις, πως, χρήματα,
Δεν είχα, ποτέ.

Μόνο το χρόνο, κατείχα
Και την ιδιότητα
Να ζωγραφίζω ένα λευκό χαρτί».

*

Ίσως είναι γραμμένο
Να μην υπάρχει ειρήνη,
Μεταξύ των δύο φύλων.

* *

Η πρώτη φορά
-δυστυχώς-

Που ο άντρας,
Έχει ένα χαρακτηριστικό
Βαλμένο στην κατάλληλη θέση.

Η πρώτη φορά,
Που η γυναίκα,
πρέπει να αποδείξει,
ότι είναι γυναίκα,
Αφού μπορεί και γεννά.

(Αλήθεια,
γιατί έχετε ωραιοποιήσει, τόσο,
Την πράξη;

Έτσι κι αλλιώς,
Μου έχουν διδάξει τα Μ.Μ.Ε.

Πως η ένωση,
Είναι,

Δύο βρώμικα πράγματα,

Που το ένα,
Ξεκλειδώνει το άλλο,

Καταναλώνοντας όμως,
Πολύτιμους πόρους από τη σπονδυλική στήλη,
Ιδιαίτερα, του άντρα.

Τίποτα ουσιαστικότερο
Τίποτα αξιόλογο.

Μόνο μια αναγκαστική
Επιπόλαιη
Και βρώμικη,
Πράξη).

Σ’ ευχαριστώ...
Για το σεξ, από λύπηση.

Γεράσιμος Μηνάς 2006

0 Comments:

Post a Comment

<< Home