Κατάλληλο για όλους

Tuesday, February 05, 2008

Και μετά σιωπή

Όταν ένας άνθρωπος, πεθαίνει, πέθανε, και δεν βρίσκεται, πια, μαζί μας.
Που ‘ναι το γέλιο του, η χαρά, οι μετακινήσεις, τα πιστεύω του. Πλέον, παύση. Μόνο Ένας εξακολουθεί να τον βλέπει ζωντανό, πια.
Όταν τελειώνει να ζει, κάποιος, σταματά και η αγάπη, αν εκείνος δεν έπαψε να είναι αμαρτωλός, αφού ποιος ανέχεται μετά θάνατον, έναν που δεν ήταν χριστιανός.
Όταν φεύγεις, ξεχνά ο λαός, τα χρυσοποίκιλτα άμφια ή το απόμακρο του χαρακτήρα. Γιατί δεν στέκεσαι να ακούσεις. Παρά μετά θανάτου του, προσπαθείς να μιμηθείς το άξιο του χαρακτήρα του, φορώντας ρούχα, του κατηχητικού. Τις υπόλοιπες ημέρες, έξω όλη η γύμνια του σώματος.
Κοιτούνε γύρω του, οι σφήκες, ποιος θα αρπάξει το αξίωμα.
Τις υπόλοιπες ημέρες, τα Μ.Μ.Ε. ούτε που ανάφεραν τόσα χρόνια, ποιος πολέμησε για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Ποιος ερμήνευε το ξεκίνημα του Εθνικού ύμνου, σωστά: «σε γνωρίζω από την κόψη», κι όχι, όψη, του σπαθιού την τρομερή, μεταφρασμένο: κοιτώ μόνο, το όπλο, που μου δόθηκε για την άμυνα μου.
Σκλήρυνε η καρδιά του ανθρώπου.
Δεν ακούει. Καν.
Πάει. Έφυγε από κοντά μας.
Ελάχιστοι αγαπούν με δάκρυα.
Ακούν τις καμπάνες.
Για οποιουδήποτε την ιδιότητα, η οποία δεν λειτουργεί, πια.
Επειδή κάποτε είχε γονείς, είτε κακομεγάλωσε ή παράτησαν, φεύγοντας –το χειρότερο εν ζωή. Την ώρα που οι ένας δεν παραιτούνται, μα μένουν αφιερωμένοι, στο λίγο τους. Ελάχιστοι όσοι δεν ήταν μόνο κουφάρι, μα δώσαν ότι είχαν. Την ώρα που το κατείχαν. Μα γύρω έλεγαν, μην δίνεις σημασία. Τι έκανε για μας –μάθανε να παίρνουν μόνο.
Θα φύγει άλλος ένας, μα άργησαν να θυμηθούν ότι υπήρξε.
Μόνο σιωπή και μετάνοια που διαρκεί όσο ζει το σοκ.
Όμως, μας μάθανε να μη μισούμε ότι δεν έχουμε (ή δεν είμαστε άξιοι, να είμαστε μέρους του). Γιατί κανείς δεν σε κάνει του κατηχητικού, από τη μια στιγμή στην άλλη.
Όλοι μας κατηγορούν, πως όσο ζούμε, δεν πρέπει να χάνουμε χρόνο.
Όπως αυτοί, το εννοούν, όποιοι. Με τα πιστεύω τους. Που πρέπει να τα αγοράσεις με ευρώ, για να γίνουν κτήμα σου. Δεν είναι όλα τα δάκτυλα, ίδια. Λίγο διαρκεί η λάμψη. Όσο προσπαθείς να δοθείς, γιατί κι εσύ άνθρωπος, είσαι, τόσο μεγαλώνουν τα ελλείμματα στη διάθεση, πόρων, ν’ ακούσουν. Μια νοητική νεότητα που μένει στο συρτάρι.
Ακούγοντας τις καμπάνες.
Κι ύστερα, κλείνεις τα πατζούρια ή ορισμένους δείκτες, με πρόσωπα, που αγοράζουν σεμνότητα, μόνο την ώρα του πένθους.
Είτε επισκέπτονται μνήματα, αρχιεπισκόπων, συγγραφέων, ολυμπιονικών, ηρώων. Όσων αγαπούσαν με δάκρυα.
Είναι αργά πια.
Σιωπή.

Γεράσιμος Μηνάς 2008

0 Comments:

Post a Comment

<< Home