Κατάλληλο για όλους

Tuesday, March 20, 2007

Πώς να γράψετε ένα μυθιστόρημα

Μεγάλη κουβέντα, θα μου πεις.
Προτού φανταστώ πως γράφουν οι άλλοι, βιβλία, λογοτεχνικά, να σα δώσω μια ιδέα, για τη μέθοδο που χρησιμοποιώ ο ίδιος, ιδιαίτερα στο τωρινό μου πεζό, που προχωράει πολύ καλά, χάρη στην οργάνωση των σκέψεων μου ή ιδεών, αν προτιμάτε. Τελειώνοντας το, θα διαβαστεί εύκολα, δεν γράφεται όμως, εύκολα. Έχει αρκετούς διάλογους, κάτι καινούριο για μένα. Κάποια πράγματα όμως, πρέπει να τα πουν οι κύριοι ήρωες του βιβλίου.
Πως το γράφω, επομένως: Προσπάθησα να φέρω νέα πρόσωπα στην ιστορία, με αργό ρυθμό. Ώστε να παρουσιάζεται –όσο πρέπει ανά σκηνή- ο χαρακτήρας κάθε ήρωα. Μέσα από όποια περιστατικά, που θα φέρουν κοντά, άγνωστα μεταξύ τους, πρόσωπα.
Βέβαια, μπορείς να πιέσεις τον εαυτό σου να βρει την όρεξη που απαιτείται, για να συνεχίσεις να γράφεις, κι όχι όποτε έχεις διάθεση, να συγγράφεις, κάθε επόμενη σκηνή. Επειδή αν περιμένεις, είτε να βρεις χρόνο, είτε έμπνευση και όρεξη να γράψεις παρακάτω, περίμενε απογοήτευση.
Δεν ξέρω αν δέχονται πίεση οι συγγραφείς που έχουν συμβόλαια με εκδοτικούς οίκους, να παράγουν ένα βιβλίο ή περισσότερα, κάθε χρόνο –μιας και δεν μου απαντήθηκε αυτή η απορία- όταν γράφεις, όμως, υπό πίεση δε, το πράττεις για δική σου εκπαίδευση. Μα και από αγάπη για τη συγγραφή. Ώστε να μην εγκαταλείψεις το γραπτό, ειδικότερα αν θέλεις να βγει ένα μήνυμα από αυτό.
Οι πιο καλές ιδέες, έρχονται, όχι μόνο όταν αφήνεις το κείμενο να σε οδηγήσει –μερικώς- όπου θέλει εκείνο, κυρίως αν αφήσεις για λίγες ώρες, εκείνη τη μισοτελειωμένη σελίδα. Μακάρι να μπορούσαμε, όπου βρισκόμαστε έξω, με τη σκέψη μας στο βιβλίο, να κρατούσαμε σημειώσεις, ακόμη και στη δουλειά. Αφού οι ιδέες έρχονται σε ανύποπτες στιγμές, και μετά τις ξεχνάς. Έτσι, αφήνουμε για λίγο τη σελίδα, μελετώντας παράλληλα τις σημειώσεις μας, χωρίζοντας τις, σε σκηνές –το σύστημα που ακολουθώ στο νέο μου βιβλίο.
Καλές είναι και οι σφήνες, χαρακτήρων, που δεν είναι “πρωταγωνιστές”, επειδή ίσως βοηθήσουν ουσιαστικά, στην ιστορία. Από εσάς θα εξαρτηθεί, ποιο θα είναι το ύφος του δικού σας μυθιστορήματος. Αν θα έχει πολλούς διάλογους, που πιθανόν αυτό να κουράσει, όπως και οι μονόλογοι ή οι μακροσκελείς περιγραφές. Χωρίς διάλογους. Μην ακολουθήσετε κανένα σύστημα, από βιβλία που πιθανόν σας άρεσαν, διαβάζοντας τα. Μείνετε στο δικό σας ύφος, κι όχι σ’ εκείνο που θέλουν οι εκδότες. Αλλά γι’ αυτό θα μιλήσουμε παρακάτω.
Πως γράφω εγώ: Γράφω με στυλό, ένα Α νούμερο, σελίδες, σε σελίδες Α4, και κατόπιν τις περνάω στο PC. Εκτυπώνω. Κρατώ ορισμένες φράσεις ή λέξεις, που θα αναπτύξω περισσότερο πιθανόν, ή θα χρησιμοποιήσω στρατηγικά, εκείνες τις αναφορές, μιας και αναδείξουν κάτι σημαντικό που πρέπει να ειπωθεί ή να συμβεί. Οργανώνω και παράγω σημειώσεις, σε σκηνές. Προσπαθώ να μην τα αφήνω όλα, στον αυθορμητισμό, επειδή τότε, χωρίς τις σημειώσεις μου, θα δυσκολευτώ αρκετά, στη συνέχεια.
Καταβάλλω προσπάθεια, στο τωρινό μου πεζό, να έχει το κείμενο, νεύρο, και εκπλήξεις, ώστε να κρατηθεί ο αναγνώστης, στο γραπτό, ως το τέλος. Ένα τέλος που δεν έχω προκαθορίσει, ελπίζω πάντως, να μην τραβήξει αρκετά, επειδή σε κανέναν δεν αρέσει να διαβάζει βιβλία, 350 και άνω, σελίδων. Κάποτε είχα διαβάσει ένα βιβλίο με 700 σελίδες, μιας συγγραφέα, με ξενικό αρχικό, όνομα. το οποίο γραπτό, είχε πάρα πολλές λεπτομέρειες, και παρόλο που έχω αρκετά καλή μνήμη, από κάποια στιγμή και μετά, άρχισα να μη βγάζω άκρη. Επειδή νόμισα ότι αναιρούσε ορισμένα που είχαν ειπωθεί.
Πότε πότε λοιπόν, μπορείτε, πάνω στο διάλογο, π.χ. να επαναφέρετε ένα στοιχείο, που θεωρείτε σημαντικό, για το λόγο, ότι σήμερα, ο κόσμος, έχουμε άγχος και πολλά άλλα, να μας απασχολούν, ξεχνώντας πλέον, εύκολα.
Βασικό: Μην τα αφήνετε όλα, στη φαντασία σας. Επισκεφτείτε περιοχές και χώρους, τους οποίους, οπωσδήποτε πιστεύετε, πως πρέπει να συμπεριλάβετε στην ιστορία σας. Μη βολεύεστε δηλαδή. Προσωπικά πιστεύω στην αληθοφάνεια, και είναι πολύ ωραία κατά τη γνώμη μου, μια περιγραφή από το τι φοράνε οι ήρωες, κάθε τόσο. Τι εκφράσεις παίρνουν και πόσο συχνά, σαφώς επειδή αυτό παρουσιάζει το υπόβαθρο της ψυχής του εκάστοτε χαρακτήρα. Κάντε το δηλαδή, όσο γίνεται πιο αληθινό.
Αναλόγως φυσικά, τι είδους βιβλίο θα γράψετε. Για ποιον το γράφετε. Για εσάς, επειδή είναι το μεράκι σας; Ή με στόχο να βγει στην επιφάνεια της Κοινωνίας, ο κόπος σας;
Τι θα επιλέξετε; Κάτι εμπορικό, που σπανίως είναι και ποιοτικό. Ή ένα κείμενο που θα έχει το δικό σας ύφος, όπου μετά το πέρας του, αισθανθείτε ευχαριστημένοι; Τι θέλετε να αφήσετε πίσω σας, εφόσον αφοσιώνεστε, εννοείται, με όποιες θυσίες. Κόπο ή ξεπέτα; Προσωπικά, αφοσίωση, χωρίς να με ενδιαφέρει μελλοντικά, που θα με κατατάξει το όποιο κοινό. Αυτοί οι δυο, τρεις, ή όσοι διαβάζουν βιβλία μου, μέσω του άλλου χώρου στο ίντερνετ, όπου τα έχω αποθηκεύσει.
Σαφώς έχω σκοπό, μέσα από κάποιες επαφές, να κυνηγήσω το όνειρο μου. Έντεκα χρόνια και κάτι, πλέον, γραφική δουλειά. Ελπίζοντας να έχω νέες εμπειρίες, ώστε να γράφω νέου είδους, ιστορίες.
Ώστε οι χ ψ χαρακτήρες, ανά βιβλίο, να μην επηρεάζονται οι κινήσεις και η φαιά ουσία, από το βίο του συγγραφέα. Θα μου πεις: Κάποια πράγματα συμβαίνουν σε πολλούς –κι όσοι δε το βλέπουν θα προσθέσω εγώ, είναι ανίκανοι για συζήτηση. Άρα πως θέλετε να γράψετε και βιβλίο, αφού δεν τολμάτε ούτε μεταξύ σας, ως φίλοι, ή ταίρι, να πείτε μια κουβέντα, μεταξύ σας; Θέλει να ανοίγεσαι, για να γράψεις. Θέλει να αφήνεις κάποια πράγματα να τα σκέφτεται ο αναγνώστης. Μη του τα δίνεις όλα, στο πιάτο.
Τι γραπτό θέλετε, λοιπόν, να συγγράψετε.
Κάτι γλυκανάλατο, όπου οι ζωές των χαρακτήρων, δεν επηρεάζονται από τους θεσμούς που χτίζει το Κράτος. Ή θα χρησιμοποιήσεις πιθανόν, το χιούμορ σου, για να καυτηριάσεις αυτές τις Κρατικές πληγές;
Πιθανόν ορισμένοι εκφράσουν την άποψη, πως λογοτεχνία, δεν είναι να κρίνεις τον άλλο, μέσω ενός βιβλίου. Δηλαδή μεταξύ μας, δεν συζητάμε τι μας κάνουν οι άλλοι –το συνηθέστερο. Ή τι συμβαίνει στην πόλη.
Τι είδους κειμένου θα γράψετε. Εσείς αποφασίζετε. Δική σας και η ευθύνη. Αφού ακόμη κι αν βρήκατε έναν εκδότη, για να προωθήσει ότι παράγατε, θα υπάρξουν και θετικά σχόλια. Μα και οι επικριτές, οι οποίοι θα υπερασπίσουν, ότι γράψατε μια ξεπέτα. Έστω κι αν αυτές οι φωνές δεν ακουστούν, ευρέως. Σα τη γνώμη του λαού, στα μικρά κανάλια.
Πλην εξαιρέσεων, μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι εκδότες ως επί το πλείστον, είναι επιχειρηματίες. Δεν παράγουν πολιτισμό. Ούτε τον βοηθούν. Μπακάληδες είναι. Έμποροι. Ότι πάρεις, το κιλό, τόσο. Όσο για την ειρωνεία τους, την έχω δεχτεί μερικές φορές, επειδή όπως είπα, είναι μπακάληδες, και αναιδείς, σε σημείο να σου λένε: αν δεν έρθεις να πάρεις τα βιβλία σου, την τάδε ημερομηνία, τα καταστρέφουμε. Και μάλιστα σε βάζουν να το υπογράψεις κιόλας. Να μην μιλήσω, ότι σου ορίζουν εκείνοι πόσες σελίδες θα έχει το βιβλίο, π.χ. 250 και με συγκεκριμένο μέγεθος, γραμματοσειράς. Οποία ξεφτίλα δηλαδή. Τα θερμά μου συλληπητήρια.
Σκεφτείτε επίσης, το εξής: Πόσο γρήγορα θέλετε, να “ξεμπερδεύετε” με το βιβλίο σας.
Μια συνέντευξη που είχα δει στην ΕΤ-1, ένας Έλληνας συγγραφέας, είχε κάνει οχτώ χρόνια για να ολοκληρώσει ένα θεατρικό του. Εκείνη τη στιγμή, απόρησα, πως είναι δυνατόν, επειδή κατά καιρούς έχω πολύ ελεύθερο χρόνο, παρεξηγώντας τη συγκεκριμένη του φράση.
Ελπίζω να συνεχίσω και το δικό μου, που ξεκίνησα το 2005.
Φορές, χάρη στην εποχή της εικόνας, είναι πιο εύκολο, να “γράψεις” στο νου σου, μια σκηνή, παρά στο γραπτό. Θα αισθανθείς όμως, μεγαλύτερη πλήρωση, τελειώνοντας μια δύσκολη σκηνή.
Μην πτοείσαι, αν απορρίπτουν βιβλία σου. Εφόσον πιστεύουν άλλοι, σ’ εσένα, πίστεψε κι εσύ στον εαυτό σου και το ύφος γραφής που θέλεις να παράγεις. Κυνηγώντας παράλληλα και γνώμες ανθρώπων του χώρου που εκτιμάτε. Μαθαίνοντας τους και μέσω των βιβλίων τους. Για να μη βρεθείτε προ εκπλήξεων.
Υπομονή λοιπόν. Παρακολουθείτε ενημερωτικές εκπομπές, από αξιοπρεπείς και σοβαρούς δημοσιογράφους. Διαβάζετε. Ρουφήξτε κάθε εικόνα από την πόλη σας. Κυρίως διαβάζετε ανάμεσα από τις γραμμές, σε ότι ακούτε ή βλέπετε. Καλλιεργείστε τη μνήμη σας. Ετούτη η Πατρίδα, χρειάζεται “ελέφαντες”.
Γεράσιμος Μηνάς 2007

0 Comments:

Post a Comment

<< Home