Κατάλληλο για όλους

Monday, December 03, 2007

Στάσου

Σου γράφω με το πληγωμένο μου χέρι, αν μπορούσες, μόλις, γλυκιά μου, να το αγγίξεις, ή το λείο δέρμα της πλάτης, να μου πεις: είσαι νέος. Θα με δεις ως ολότητα, ή ως ράφια σε κάποιο σημείο, να φτάνεις, να επιλέγεις, αναλόγως τη διάθεση σου. Λίγη νεότητα. Λίγο θάρρος από τα παιδικά μου χρόνια, που η ζωή ήταν αυτό που φαινόταν. Ενθουσιασμός για μάθηση. Τι είναι αυτό που γίνεται δεύτερο δέρμα, στους ενήλικες, συγκρατώντας πλέον, υπό πίεση, κάθε πίδακα πηγαίου αυθορμητισμού. Όπως εκείνος ο ξαφνικός άνεμος, πριν τη βροχή, η λεία ζωντάνια της φύσης, να διαβάζεις πίσω από τις γραμμές. Τις ώρες που αποκαλυπτόμαστε, ενόσω άλλοι ταλαιπωρούνται με φριχτούς πόνους στο σώμα, στα κρεβάτια τους. Ελεύθερα τους αποκαλείς: αδέλφια μου. Αν ζούμε μόνο για να δίνει η παρουσία μας, χαρά, σε άλλο άτομο. Παραμερίζοντας τα βαθύτερα θέλω μας, σα να τα αποβάλλουμε με τον ίδιο μας τον οργανισμό.
Στάσου και κοίτα με για μια στιγμή.
Χωρίς υπερβολές.
Γιατί δεν μου φαίνεται περίεργο, μόνο από μέρους μου, να θέλω να σε τυλίγω με ότι μπορώ, μα να εκπλήσσομαι και στη παραμικρή, κίνηση σου, αγάπης;
Γιατί δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό.
Αν για σένα είναι όλα φυσικά, ή δίνεις γιατί σε γεμίζει.
Κάτι να προσθέσεις, προσωπικό σου, σε ράφι που έχει χώρο ή που φαινομενικά μοιάζει καταλυμένο. Πιθανόν η μαγειρική μιας νέας γυναίκας. Οι πινελιές στο νοικοκυριό, οι ευωδίες, ο ερωτισμός της. Η ζωντάνια σου. Η παρέα. Η ανάγκη μου να φτιάχνω ένα ποίημα, απαγγέλνοντας το σου, κατευθείαν, σε στιγμές μας, προσωπικές. Αν ήταν όλος ο κατανοητός κόσμος, οι χώροι ενός διαμερίσματος. Ακούγοντας τις τελευταίες βρύσες της βροχής να αδειάζουν. Διοχετεύοντας μόνοι μας, σύμφωνα με τη ρομαντική μας χροιά, τόνο στο φυσικό φως. 3: 39 μεσημέρι. Σα ένα διαρκές ηλιοβασίλεμα. Έχεις δει, ηλιοβασίλεμα;
Στάσου να το δεις. Χωρίς υπερβολές.
Πόσες φορές θα το απολαύσεις.
Ξεσκόνισε μόνο, κείνα τα ράφια
Κάθε αντικείμενο είναι ότι είναι, ως πιθανόν, να επιχειρήσουμε να το αντιγράψουμε.
Ένα από τα χαρακτηριστικά που μας κέντησαν μαζί. Παραστάσεις στον πίνακα και σε κάθε πίνακα της ζωής, που λέμε: ταιριάζει εκεί. Συμφωνώντας με επιμέρους συμμαχίες, αν η ζωή είναι συμβιβασμός, εκτός από το ν’ ανακατεύονται, οι άλλοι. Ή όχι;
Πιθανόν τα νέα ποιήματα, που παρατώ κάπου, μη καθαρογράφοντας τα. Συ τα αρπάζεις, συ τα κρατάς σα σε κασελάκι, στοργικά, και μ’ αυτά σε βλέπω να μετακινείσαι, ως το μόνο ζεστό σημείο, στο οίκημα. Μια ευγενική μορφή που δίνει ονομασίες σε καθετί, γύρω. Ότι , μας εξυπηρετεί. Ονομάζοντας εσύ, το τώρα, το παρόν, ότι είναι διατεθειμένο να φύγει. Χωρίς υπερβολές (το πληγωμένο μου χέρι). Ένας μονόλογος. Το ξεραμένο του αίμα. Στο λείο δέρμα που αναμένει το ξαφνικό ενδιαφέρον. Σαν άνεμος ξεσπά ένα γέλιο. Για το γόνατο που δε λυγίζει. Τις μέρες τις γιορτινές που πλησιάζουν. Ότι ωραίο που πρέπει χωρίς υπερβολές, να εκθειάζεται. Να ακούσω πως γελάς. Η ηρωίδα σε κάθε μου γραπτό. Σα φωτοσκιάσεις ανά χρονική στιγμή. Χρώμα νέο ή εμπειρία. Γέλα να σ’ ακούσω πως χαίρεσαι. Με ένα γύρω από μένα, όπως το φαντάζεσαι, με οτιδήποτε σταθερό, γύρω. Ο χρόνος έχει την ίδια ηλικία μ’ εσένα.
Όχι, δεν με πονά, τώρα, η παλάμη.
Δεν θα άλλαζα τίποτα, στην πορεία μου έως τώρα.
Αν βρεις όλα μου τα κομμάτια, συνθέτοντας τα, σωστά. Σε κασελάκια, ράφια, κρύπτες, αληθινές, υλικές, νοητές, περάσματα του νου που συζητούν, γιατί η στιγμή, πρέπει, ναι, πρέπει να είναι ξεχωριστή. Γράφοντας. Ως το αντίδοτο σε κάθε στυφό, γύρω. Που ολοένα εντείνει ένα έλκος. Η ζωή χωρίς τέχνη. Χωρίς ζωή; ρώτησες.
Η ηρεμία, χωρίς την αγάπη σου, μεσημέρι, πλάι, στο στρώμα.
Με ζεστό, αχνιστό, καφέ, δημιουργώντας όνειρα, ή απολαμβάνοντας κείνο το τώρα, παρακολουθώντας μια ανθρώπινη ταινία. Ξεκουράζοντας τα κουρασμένα μέλη. Τα νέα ακόμα.
Θα είμαστε πάντοτε, νέοι;
Η παρουσία σου απάλυνε τον σωματικό πόνο.
Ο ανθρώπινος σκελετός, τούτου του γραπτού.
Να σε θέλουνε.
Σαν αχνιστό, βρασμένο μόλις, αβγό. Χαμογελάς;
Εγώ φιλώ το εσωτερικό της παλάμης σου.
Με υπερβολή.
Στιγμή και ανάσα.
Ειλικρινά. Δίχως ψέματα.
Θα σταθείς;

Γεράσιμος Μηνάς 2007

0 Comments:

Post a Comment

<< Home