Κατάλληλο για όλους

Monday, October 27, 2008

Ανάμεσα στους ανθρώπους

τους ευγενικά φερόμενους (που καμία σχέση, δεν έχει η φυλή ή τα ρούχα, στους χώρους που ‘ναι δημόσιοι), γι’ αυτό και, τους συναντά, οποιοσδήποτε. Είναι αυτοί, που τους αποδέχονται, είναι ευπρόσδεκτοι παντού, έστω κι αν η διάθεση λείπει, λόγω υπερκόπωσης. Είναι όλοι αυτοί που κέρδισαν, το σεβασμό αρχικά των δικών τους. Κατόπιν στις αναμεταξύ τους συναναστροφές. Είναι όλοι αυτοί με τα ίδια χέρια: με οφθαλμούς, ενόσω παρατηρούν πως κινούνται. Που πατά κάθε συνολικής μάζας, βάρος. Είναι όλοι αυτοί, καθένας μόνος, αγνοείς, πότε κατάλαβε τι είναι ζωή: Ποιο βάρος, αντέχει ποιο. Αρκετά σπάνια αναρωτιέται κανείς, τι δουλειά κάνουν, τι φτιάξανε στο βίο το προσωπικό, αν ακούγονται τα ενδιαφέροντα: ως όψη, στη γλώσσα του σώματος. Πριν και που, παρατηρείς και παρατηρείσαι, ενόσω διαχέονται αντίθετα χημικά, οικεία κατ’ άλλα, στοιχεία. Πως έγινε έτσι η επικοινωνία, να μην γνωρίζονται πια τα αδέλφια, μεταξύ τους. Τι υφή να ‘χει η επικάλυψη. Δεν διακρίνεται η λάμψη στο πρόσωπο που τιμά το βάρος, μέσα και έξω. οι άνθρωποι ανήκουν σε υπηκοότητες, σε συνήθειες παραγόμενες από εθνικότητες. Μετακινούμενοι στο πρότυπο του ασυγκίνητου. Γιατί δεν πουλά η αθωότητα. Οι διαφημιστές παίρνουν στ’ αστεία, τις δυνάμεις του κακού: για δες, που ξαφνικά αυξήθηκε ο αριθμός. Οι επικυρωμένοι, του συστήματος, άγνωστοι μόνοι εν μέσω αγνώστων, κοιτώντας μόνο. Εκεί που απέτυχαν τα κενά σημεία, από εκδορές –να είσαι ο εαυτός σου- στην επικάλυψη. Τι χαρακτηρίζει την αγάπη: η ικανότητα ορισμένων κατοικίδιων, να τη προσφέρουν χωρίς δήθεν: αφού η πηγή της ενέργειας, τιμά, ότι είναι. Αυτά τα μάτια, δεν λένε ψέματα.
Τ’ ανθρώπινα γυαλίζουν: απ’ το κρασί, τις απολαύσεις, τα πωλητήρια πνευματικής ισχύος. Ραγίσανε τα γόνατα, μα επιμένουν.
Η ποιότητα των σχέσεων μας, πρέπει να είναι ξεκάθαρη; Ένα άτομο να θεωρούμε ή να είναι, συγγενής. Ένα άτομο που το κρατάνε αγκαλιά, ως επίσημο είδος συντρόφου, για μια ζωή. Ένα άτομο να συζητάς τα προσωπικά, αφού στέκει αμέτοχο από δικαιώματα, πάνω σου. Ένα άτομο που εκτιμάς, κι όλο, κάθε τόσο, επισκέπτεσαι, έστω φραστικά. Ένα άτομο, αυτό το ίδιο άτομο, ανάμεσα σε τόσους δισεκατομμύρια πνεύμονες, που ανάπνευσαν τον αέρα του πλανήτη.
Τι να είναι πολιτισμός;
Μήπως η φιλοξενία σ’ ένα κομμάτι γης, κάπου όπου το ρεύμα, το τρεχούμενο νερό: είναι δυσεύρετα (εκτός από την αγάπη).
Οι πόρτες από το τρόλεϊ κλείνουν. Άνθρωποι στο πεζοδρόμιο, διαβάζουν φυλλάδια. Όρθιες προσωπικότητες, με τύπους ενδυμάτων. Αύρα σεβασμού. Ανάμεσα τους.
οι άνθρωποι που δεν έχουν περιοριστή ταχύτητας (μόνο ορισμένες εταιρείες το πράττουν αυτό, καθ’ υπαγόρευση κρατικών δακτύλων. Εκβιαστικοί μηχανισμοί των …υπεραμυνόμενων της διεστραμμένης τους δικαιοσύνης, ν’ αφήνει το ίδιο το σύστημα, τέτοια δίποδα, στη θέση τους: πάραυτα τη βγάζουν καθαρή, π.χ. μετά το ξυλοκόπημα εγχώριου πολίτη ή μετανάστη). Είναι το σύστημα που καταστρέφει, απευθείας. Αυτά πράττουν οι διεστραμμένοι.
Αλλά τέτοιες οδηγίες, έχουν.
Είδες το ευρώ;
Ελάχιστοι, ξεχωρίζουν αγνά.
Ελάχιστοι διαβάζουν τον δίπλα, σαν ποίηση. Είναι τρυφεροί με τα ζώα. Με την ιδέα, συνομιλία. Να υφίστασαι. Να είσαι φλέβα στο ποίημα. Στα καθημερινά διάσπαρτα κομμάτια των αναμνήσεων.
Η ομορφιά είναι στα μη δήθεν.

Γεράσιμος Μηνάς 2008

Thursday, October 23, 2008

λουλουδοΣυναισθήματα









Όνειρο










Κοιτώντας
























Το πρόσωπο της

θα ξεχαστεί, κάτω απ’ το πολύφωτο, στο σφουγγαρισμένο σπίτι, με τ’ άπλυτα πιατικά, στην καλαίσθητη κουζίνα, θα ξεχαστεί το πρόσωπο της, μία μέρα μετά: Χτες ήταν πέμπτη, απόγευμα, στη φυσαρμόνικα, στο Α5, ανεβαίνοντας τη Μεσογείων. Στα μπροστινά καθίσματα. Εκεί κοντά στου Παπάγου, εισήλθε, φορώντας τ’ αθλητικά της –σα να ‘χε τρέξει την είδα στη φαντασία μου, στους όμορφους δρόμους κείνης της περιοχής, σχεδόν ανεβαίνοντας ως το βουνό. Κι ήταν το πρόσωπο της, κοιτώντας την, το πρόσωπο που θ’ αγαπούσα, γιατί ήταν κείνη η λάμψη της απλότητας, στη βεντάλια της ντροπαλής ομορφιάς. Νέα, γύρω στα 23, πάνω κάτω, δεν είμαι μάντης. Κι ήθελα να την κοιτάζω κάθε τόσο, αν τούτο δηλώνει να ερωτεύεσαι λόγω χημείας: κουρασμένα ανήσυχο το βλέμμα της: μήπως κοιτούσε κάπου πίσω, πάνω απ’ το κεφάλι μου. Να την κοιτώ.
Θα ξεχαστεί δυστυχώς. Το πρόσωπο της.
Γιατί τη σκέπτομαι; Γιατί θέλω να αγαπώ, συμπαθώντας έστω (αν από αυτό ξεκινά). Τα πρόσωπα βγαίνουν έξοδο, παρασκευή; Εσύ φορούσες τη φόρμα σου, ο ίδιος καφέ παντελόνι, με καφέ ανοιχτό πουκάμισο, με καφέ καλοκαιρινό σακάκι. Καφέ παπούτσια (διάφορες αποχρώσεις από αυτά). Καστανά μαλλιά. Εσύ καστανή –νομίζω.
Όχι. Δεν παίζουμε το: σε είδα, εδώ.
Είναι μόνο μια αναφορά, από εσωτερικό βαθύτερο θέλω, να πω δυό λόγια, σε κάποια, για κάποια, απ’ όσες εξάλλου ονειρεύονται ρομαντικά έστω, να τύχουν συναισθηματικής προσοχής. Φορές που οι τοίχοι ομοιάζουν με καθρέφτες, προβάλλοντας την ένταση της μοναξιάς. Κάτω απ’ τα ήσυχα φώτα, ένα τακτοποιημένο βράδυ, από απόψεως....χάνονται οι ειρμοί: ράβονται μαζί με τα μαξιλάρια ή τις μοναχικές συνδέσεις, θορυβωδών μηχανημάτων: τα οποία, μας φροντίζουν. Δροσίζοντας το γάλα, το τυρί, ας πούμε. Όπως κάθε τι που ανακυκλώνει ή περνά από μέσα του, ρεύμα, ή μια ιδέα. Ή ένα πρόσωπο, που ενδέχεται να διακρίνει επίσης, πως γυαλίζουν οι τοίχοι. Πως οι σκιές, βράδυ, είναι το καλούπι ενός παρόντος νέου ανθρώπου, που σχεδόν ακούει τους κτύπους της καρδιάς: σα να μετρά την πίεση. Σα να ‘ναι η γη ακλόνητη από σεισμούς. Σα να ‘ναι τ’ αστέρια στον νυχτερινό ουρανό, νανούρισμα. Υποκύπτοντας στην αποδοχή, πως θα ξεχαστεί, σα κάθε φορά, που δεν, μας μίλησαν, κι ας το ‘θελαν, πρόσωπα που ‘χαν πρόσωπο. Μια σταλιά κατανόησης, μια θάλασσα αγάπης, μια βροχή τρυφερότητας. Στη σιωπή μιας ημερομηνίας που αλλάζει.
Κάτω απ’ το πολύφωτο, με τ’ άπλυτα πιατικά, στην κουζίνα, με τα σεντόνια που ποτίζονται από το φυσικό άρωμα των κατόχων τους.

Γεράσιμος Μηνάς 2008
Όμορφες στιγμές