Κατάλληλο για όλους

Tuesday, January 08, 2008


Ένα παιδί μιλάει, κόσμε

Δεν μαθαίνεις. Δεν είσαι καλός μαθητής. Δεν είστε.
Δεν ακούς τη σιωπή μου. Το αχνό φως μου, στο δωμάτιο, γνέφοντας η ώρα κι η μέρα. Όλα αυτά τα μεγάλα πράγματα, ο όγκος τους μες το σπίτι. Όγκος από θέλω, ενηλίκων, μόνο.
Χτες σε πείραξε το αρκουδάκι, δίπλα στο τηλέφωνο. Ότι θεωρείς τέλειο. Ποτέ δε μ’ ακούς! Ίσως αν αγαπούσες τις αντίκες, να αγαπούσες κι εμένα.
Μάλλον θα ‘πρεπε να κατεβάσεις λίγο την νοητική κουπ σου, να μπεις στο κουκλόσπιτο της δικής μου αντίληψης. Αν υπήρξες ποτέ, παιδί. Αν σου διάβασαν παραμύθια, τα Χριστούγεννα. Έ; πάντα διστάζεις. Η ζωή θέλει χαμόγελο και ποικιλία, σε ότι θεωρούμε ευτυχία. Ν’ αφήνεις τον δικό σου άνθρωπο, ζωντανό με τα θέλω του. Τα λάθη σου δεν παραδέχεσαι. Δεν σκύβεις να δεις, πως τα βλέπω εγώ. Την αγάπη μου για σένα, ως πρότυπο, γονιέ. Ασφάλειας.
Έλα να διαβάσεις το δικό μου βιβλίο. Της ύπαρξης μου.
Συ που θεωρείς δεδομένη την αναμμένη λάμπα, το νερό που τρέχει στη βρύση, το κλειδί που στρέφει για να μένουν εδώ, παρόντα, τα θεμέλια των κόπων σου. Εκτός από το να είστε ευγενικοί, στις δύσκολες στιγμές. Σας αρέσουν τόσο, τα γυαλιστερά πράγματα, εκτός απ’ το να παρατηρείτε τη παιδική λάμψη.
Αν μπορούσατε να διδαχτείτε κάτι, από τα παραμύθια. Πρέπει να δείχνετε υπομονή. Είναι τόσο δύσκολο;
Όπως εγώ που σας παρατηρώ να μη δείχνετε ντροπή, για τα 450.000 παιδιά, που πέθαναν, ανά τον κόσμο, για άλλη μια χρονιά. Ή κάνω λάθος, που πρέπει ξανά, να με διορθώσετε. Τόσο ενήλικες και τόσο αδύναμοι να ενδιαφερθείτε. Θαρρώ είστε μεγάλα παιδιά, ούτε καν πολίτες, ικανοί να επηρεάσετε το σύστημα μες το οποίο, μόνο απορροφηθήκατε. Όσοι είστε αξιοπρεπείς και εργάζεστε. Ανεύθυνοι όμως, να οργανώσετε μια ισότιμη, παγκόσμια, πολιτεία. Τόσοι πόλεμοι. Τέτοια ευκολία. Τόσα παιδιά που απήχθησαν για τα όργανα τους, κι η ψυχή τους ακόμη, περιμένει δικαίωση. Μα εσείς απλά, μας στέλνετε στη στασιμότητα των βιβλίων, που συμπληρώνετε με πόνο, μίσος και τυπική, τεχνολογική, εξέλιξη. Αν ήταν δυνατόν τα παιδιά να φέρουν την καθαρότητα της ξεγνοιασιάς τους, στα τόσο σοβαροφανή, συμβούλια σας. Τόσο προσαρμόσιμα στα γλέντια και σε λούσα. Ίσως θα ‘πρεπε να ‘ρθεις σ’ εμένα, να σου πω, τι θεωρώ, γραμμή, κύκλο, ωραίο. Την αγάπη στα μάτια του ζώου, τη ξεχωρίζετε; Αν ότι, τότε πως, τη δική μου;
Εύκολα τσακώνεστε. Χωρίζετε τα τσινάκια σας.
Αστείο μου φαίνεται. Μα εσείς το πράττετε, σοβαρά.
Γιατί δεν μπορείτε να χρησιμοποιείτε την αλήθεια; Αν χαμογελούσατε περισσότερο. Αν συνομιλούσατε και μ’ όποιον, μερικώς λέτε: αντιπαθώ. Ένας άνθρωπος είναι βιβλίο από μόνος του, μα λέτε: με ψυχοπλακώνει. Δεν ντρέπεστε λίγο;
Μεγαλώνετε και κρυώνει η καρδιά σας. Ωσότου να σας κλείσουν οι δικοί σας, τα μάτια, γιατί τους παρατήσατε και πάνε. Όπως θα κάνουν οι νεότεροι, σ’ εσάς. Αν συνεχίσετε να δημιουργείτε μια κρύα κοινωνία. Όπου σημασία έχει μόνο, το εισόδημα, ο βαθμός ανάγκης να προτιμάται το εφήμερο. Αν συναντάται η διαφορά, ακόμη και τότε, εκτός αν έχετε κάνει, τότε, τα μουσεία, πάρκινγκ ή πολυκατοικίες. Σας έχω ικανούς. Τίποτα δεν έχετε διδαχθεί.
Χτες στο σχολείο, μια συμμαθήτρια μου θυμήθηκε ξαφνικά, την υστερία μιας παιδαγωγού, στο νηπιαγωγείο που πήγαινε. Πριν πόσο καιρό. Στα λέω, γιατί η δική μας μνήμη, είναι ανοιχτό βιβλίο. Ελπίζω μεγαλώνοντας να βρει κάποια σ’ εμένα, κάτι ελάχιστα αστραφτερό. Αν παρατηρήσει φυσικά, τόσους κόσμους, τόσα παραμύθια, μες τα μάτια μου. γιατί εμείς οι άνθρωποι εκτός απ’ το να αναβάλλουμε το ευχαριστώ στους δικούς μας, ο βιος μας καταντά ένα ουδέτερο πράγμα.
Στα λέω, γονιέ, τώρα που μεγάλωσε ο ανήλικος, μα έμειναν ίχνη, από εκείνη τη παλαιά, παιδική, πραγματικότητα της φαντασίας του Αλαντίν, ίσως. Μα πάλι αναβάλλεται η ομιλία.
Είναι που φεύγει το φως, να φέρει τη νέα χρονιά, κάπου αλλού.
Για αρχή, το 2008 ήρθε στην Νέα Ζηλανδία. Σειρά είχε το Σίνδεϋ στην Αυστραλία. Σε λιγότερο από 7 ώρες, σ’ ετούτη τη χώρα που δεύτερο δώρο της είναι η θάλασσα.
Ο καιρός όμως, άλλαξε φυσιολογικά, τόσα.
Ακόμη περιμένω ένα δικό μου παιδί, να μου μάθει να φέρομαι.

Γεράσιμος Μηνάς 2007

Μανιφέστο ελευθερίας

Ύψωσε το ανάστημα, άνθρωπε. Περπάτα με την πλάτη ίσια, στη ζωή, κι ετούτο το χρόνο. Άκουγε την εσωτερική φωνή σου, που ‘ναι πανανθρώπινο μήνυμα, ν’ αγαπάς τις φυλές όλου του κόσμου. Επειδή σ’ ετούτη τη συμφωνία, πιότερο ωφέλιμο το ομαδικό παίξιμο, τούτης της μουσικής, της ανθρώπινης ομορφιάς. Αλήθεια, δες, τους άλλους όπως είναι, γιατί το καλό είναι ένα πορτρέτο, που εξουσιοδοτείται από τη φύση, να εναρμονιστεί μαζί της. Ώ, η χαρά της εσωτερικής ειρήνης, που πάλλεται στο παγκόσμιο ρολόι, που λειτουργεί σωστά, εφόσον χτυπούν όλες οι καρδιές. Κείνες που δυναμώνουν μεγαλώνοντας για να αντέξουν ως το τέλος. Φάνου δυνατός. Υπηρέτησε τη τέχνη σου, ως το ύψιστο αγαθό, μετά τους κανόνες της επιβίωσης.
Μείνε ένα λευκό άλογο, που η χαίτη του είναι οι επιθυμίες του λαού για ελευθερία, επειδή το λευκό άλογο εξυπηρετεί τους ταξιδευτές της φαντασίας, όπως ο Herbert Von Karajan, διευθύνει ένα σύνολο οργάνων, που καθένα: υπηρετεί την έμφαση, που αναλύει ένας μουσικός τόνος. Παράλληλα στην πραγματικότητα, κάθε προσωπικότητα παίρνει μια καρέκλα, και ως σημαντικό μέλος της κοινωνίας, ερμηνεύει πιότερο, ως σύνολο, τούτο το υψηλό αγαθό, της ειρήνης.
Μα χρειάζεται να μείνει ζωντανή η φλόγα εκείνη, της παιδικότητας, για να μπορείς να πιστεύεις σε οτιδήποτε ποιοτικό που δεν εκλύει ενέργεια υπερ σημαντικότητας, αφού μπορείς να ζήσεις και χωρίς αυτό. εκτός από την αίσθηση του πρωινού, ανοίγοντας ο ιδιοκτήτης το πατζούρι να μπει φως, ν’ ακούσει τις νότες της ζωής, απ’ την αρχή, κι αργά αργά, ν’ ανυψωθεί σα σύννεφο, στη μελωδία της. Άχ, ας χιόνιζε εφέτος. Το χιόνι είναι όπως η σιωπή. Μια πανανθρώπινη συμφωνία ελέους. Μια απονήρευτη παρακολούθηση στιγμής μπαλέτου. Δύναμη που έχει η κλασσική μουσική! Η ιδέα της ελευθερίας που δεν προκαλεί. Θαυμαστή η ενέργεια. Να αγαπάς τους ανθρώπους, σα ζωγραφικός πίνακας, σχεδόν μαγικός, όπου ξεφυτρώνουν ελεύθερα, μορφές, σε υψώματα και πεδιάδες. Ώ τι ομορφιά. Τι χάρη! Τι ποικιλία σε χαρακτηριστικά, οι πόλεις, ανά τον κόσμο.
Η ζωή, σου ζητά να χορέψετε.
Ώ τι θαυμαστό σύνολο, τι αρμονία, τι χάρη.
Η ανομοιομορφία των γλωσσικών διαλέκτων. Τα όνειρα των ανθρώπων. Η κατάκτηση των στόχων τους. Καθετί καθαρό ως έκφραση, μη σπουδαίο, αλλά υπαρκτό. Η αποτοξίνωση του εγκεφάλου. Όλα τα ιδανικά που αφήνουν ανθρώπινες πατημασιές στα πεζοδρόμια. Όλοι οι ρομαντικοί περίπατοι, και η αγάπη μας, που μας ρωτούν: που θα την δώσεις;
Σε μια αγκαλιά, σα δεύτερο ρούχο που φοράς σε μια γυναίκα, το χέρι σου.
Θεέ μου τι ομορφιά.
Η υπέρτατη χαρά της ελευθερίας, σα ταμπούρλο που ξαφνικά, εξωτερικεύει τον τόνο του.
Ή σαν ελαφρύ άγγιγμα, φύλλου φτερού, που απαλά απαλά, ο άνεμος το φέρνει σε κάποιο περβάζι παραθύρου. Ώ αλήθεια, τι χαρά που ‘χουν οι ακτίνες του ήλιου, ανάμεσα από τα σύννεφα.
Η αρμονία της εσωτερική ελευθερίας, σα να σου πλέκει η μάνα ένα αγαπημένο πουλόβερ. Γιατί η μάνα είναι ιερό πρόσωπο. Είναι όπως η αληθινά οργανωμένη προσπάθεια, αρθρογράφων σε μια εφημερίδα, ώστε να μεταδοθεί η πανανθρώπινη, πνευματικότητα, επίσης δημιουργικότητα. Το θέλω να μιλήσεις για το λάθος και το σωστό. Ως στίγμα, κάθε ατόμου, ανά την υφήλιο. Μια παγκόσμια συμφωνική ορχήστρα, που υπηρετούν τούτη τη γη. Ώ ας ονειρευτούμε, ν’ αντέχουν τα παγκόσμια νήματα. Ώ αλήθεια πόσο με τονώνουν τα μηνύματα της δημιουργίας των κλασσικών κομματιών. Σαν το απαλό άγγιγμα ανέμων στα φύλλα των δέντρων, ή μια ξαφνική ταραχή, που δημιουργεί χαμόγελα, κλείνοντας για λίγο τα μάτια. Ώ πόσο ευγνωμοσύνη οφείλουμε για τούτη την ειρήνη.
Ψίθυροι ψίθυροι οι νότες, της προστασίας της Υπέρτατης Αγάπης, που πραγματικά σημαίνει, να ξημερώνεις με υγεία και αισιοδοξία, με όλα τα μέλη της συμφωνικής, εξασκημένα και αρμονικά, συλλογικά.

Γεράσιμος Μηνάς 2007

Όπως γράφει και ο Νικηφόρος Βρεττάκος στο ποίημα του, Πλούμιτσα:

…Τώρα μόλις γυρίζω απ’ τους ανθρώπους.
Τους μίλησα πολύ για την αγάπη,
Πληγώθηκα γι’ αυτούς. Ήμουν μαζί τους
κ’ ήμουνα μόνος, πάντα προσπαθώντας
νάμαι μαζί τους. Όμως πάνω απ’ όλα,
τύρρανοι, δεσποτάδες, βασιλιάδες,
θέριζαν τις ελπίδες. Ναι, εκεί κάτω
σ’ άξενους δρόμους, λάβωσα τη ζωή μου,
διψώντας δικαιοσύνη και διψώντας
ελευθερία.

(Δική μου σκέψη: πάντοτε αγαπούσα τις συμπτώσεις που μ’ έκαναν να μαθαίνω κάτι, μέσω των διαβασμάτων ή συγκυριών).
Ότι κάνεις θα λάβεις

ΠΡΟΣΟΧΗ! Το παρακάτω δεν αφορά όσους με αφήνουν αδιάφορο, επίσης όσους και όσες, νομίζουν ότι εργάζονται. Αφού είναι υπεράνω οποιασδήποτε ψυχιατρικής παρακολούθησης για τη βαρετή, άνευ λόγου, καθημερινότητας τους. Δεν αφορά τους πολιτικούς και τους απατεώνες επιχειρηματίες που από υπάλληλοι χασάπηδες, γίνανε μεγιστάνες από το πουθενά. Δεν αφόρα ακόμα, η δίκαιη ανταπόδοση, όσους αγοράζουν ευτυχία, που διαρκεί το πολύ μισή ώρα, ξοδεύοντας τα χρήματα τους. Δεν αφορά όποιους και όποιες έχουν τη διαστροφή στο ακατοίκητο μυαλό τους, αν και σε αυτή τη περίπτωση, είτε να πάθουν AIDS, είτε να τους στείλουν στο νοσοκομείο, οι ανώμαλοι παρτενέρ τους. Ή να μην μπορούν να κάνουν παιδιά (ναι, σωστά σκέφτηκες, γιατί).
Εδώ τίθεται ένα νέο θέμα: κατά πόσο αφήνεις όλους αυτούς να σου σκάψουν τον λάκκο. Απλά, τους λυπάσαι γιατί είναι απλά, αντίτυπο των αηδιαστικών γονιών τους, οι οποίοι επίσης πρέπει να απομονωθούν, ως τρόφιμοι κάποιου νέου είδους, σανατόριου. Ξέρετε δα, εκείνα τα παραδείγματα γειτόνων, που το πιθανότερο, είναι ζαλισμένοι, αφήνοντας τα διαόλια παιδιά ή εγγόνια ή ανήψια τους, να κοπανάνε τις μπάλες στους τοίχους ή να τρέχουν σαν δαιμονισμένα, κάθε ώρα και στιγμή. Ναι, κάθε ώρα και στιγμή. Αυτό θεωρούν οι οποιοδήποτε ζαλισμένοι, δημοκρατία, όπου η ελευθερία του ενός φτύνει τις ώρες κοινής ησυχίας ή τη μοναδικότητα του άλλου. Μη περιμένεις λοιπόν, να συνέλθουν, γενικά, τέτοιου είδους άτομα, που γενικά, χάνουν το χρόνο τους. Αφού έχουν παρεξηγήσει τι σημαίνει ατομικές ελευθερίες.
Σε αντίθεση με αυτά τα σκουπίδια, μαθαίνεις για συγγραφείς όπως ο Αλγερινός Μοχάμεντ τάδε, που ζει στη Γαλλία, και τα πρώτα του βιβλία, τα έβγαλε με το ψευδώνυμο, Γιασμίνα Χάντρα: το όνομα της γυναίκας του. Ο οποίος –πραγματικά τον θαυμάζω- έλεγε τα πράγματα με το όνομα τους, ως το μόνο που μπορεί να πράξει ένας πνευματικός άνθρωπος, αηδιασμένος με την κατάντια της γενέτειρας του. Όπως είπε ο ίδιος, ενοχλεί το Κράτος, η ύπαρξη των αληθινών συγγραφέων, που βάζουν το δάκτυλο στην πληγή. Παντού ισχύει ο ρατσισμός στον πολιτισμό. Είπαμε, οι …ισχυροί είναι απλά, ζαλισμένοι. Σα τους νέους γείτονες σας, που ξέρετε ότι φάγανε τον τοίχο, από τη πλευρά τους, για να μεγαλώσουν ένα δωμάτιο, και πάει περίπατο η ηχομόνωση. Είπαμε, ανταπόδοση στις πράξεις των ζαλισμένων, αρμοδιότητα έχει μόνο ο Θεός που όλα τα βλέπει.

Εμείς οι κοινοί θνητοί, που πέφτουμε στους νόμους του σύμπαντος, ας θεωρήσουμε τη μοναξιά, ως τη δική μας, στα ίσα, ανταπόδοση, σε όποια λάθη μας. Ο καθένας από εσάς, όπως βιώνει την απομόνωση: είτε του την επιβάλλουν, ως ψυχολογικό πόλεμο, επειδή εκείνοι ξεκίνησαν την αντιπαράθεση, γιατί και να λες: μ’ αρέσει το τάδε λουλούδι, ενοχλεί (θεέ μου, τι αηδία, γλίτσα, αντί για αίμα που έχουν οι ρουφιανόσποροι. Θα ξεράσω –χαμογελώ). Μάταια προσπαθούν, όσο υπάρχει Θεός εδώ στη γη, και δίνει δύναμη.
Σπανίζουνε επομένως, τα άτομα που γνωρίζουν το αληθινό νόημα της ειρήνης: Να ελέγχει τη ζωή σου, ο Θεός. Ευτυχώς να λέμε.
Σε σχέση με την ιδέα που έχουν οι λίγοι για τους πολλούς, με όποιο τίμημα, παγκοσμιοποίηση. Ακόμη και αν καταστρέψουν περιβαλλοντικά, τον πλανήτη, επεκτείνοντας τη σχέση, δούλου-αφέντη, σ’ εκείνο το παλαιό στυλ –που κάποια στιγμή θα φέρει η ακρίβεια: επιστροφή στην κατάσταση του δούλου στις φυτείες, που ήταν εύκαιρο άτομο, όποτε ζητούσε κάτι ο αφέντης. Η επανάσταση της πολυθρόνας δεν έλυσε ποτέ, τίποτα. Τούτο όμως εξυπηρετεί τα όργανα του Κράτους, γιατί όποιος αγαπάει τους ανθρώπους και του αρέσει να κάνει παρέα με άλλους, σε κοινά ενδιαφέροντα, ξυπνάει. Όσους δεν επηρεάζουν, οι ψεκασμοί των ζαλισμένων Αμερικανών.
Εξάλλου, μεγαλύτερη λαϊκή επανάσταση, από την εκφραστικότητα της τέχνης, δεν υπάρχει, επειδή μένει ως καταγραφή, εκεί που αποτύχανε τα λόγια στην παγκόσμια ιστορία. Των θνητών η ενασχόληση, τελείως ελεύθερα, γιατί δίνει μάθημα στον φασίστα, η έκφραση της τέχνης. Παρά να βγεις και να πετάς πέτρες, στους δρόμους, καταστρέφοντας τον κόπο του μεροκαματιάρη, που αγαπά τη τέχνη. Ως η μοναδική πλέον, αρτηρία, απέναντι σε όσους δεν ανέχονται να τους χαλάς την πιάτσα.
Την εσωτερική ειρήνη, την προσφέρει –από Έλεος και μόνο- αποκλειστικά ο Θεός, από λύπη και μόνο, πως καταντήσαμε, μακριά Του. Όχι όπως εννοούν την ησυχία, οι μοναχοί που στρέφουν την πλάτη τους, στους πονεμένους των πόλεων. Ή που πιστεύουν πως έχουν προτεραιότητα στην αγάπη του Θεού. Μένοντας σε οποιαδήποτε κλεισούρα, κάνεις απλά τη χάρη, σε όσους αρέσκονται να θερίζουν, ατομικά δικαιώματα και την απλή ελευθερία, να βγαίνεις να χαίρεσαι και τον απλό περίπατο στην πόλη. Η κατάχρηση της θέασης της τηλεόρασης, δημιουργεί απάθεια για το είναι η πραγματικότητα. Εμείς που γράφουμε, που διαισθανόμαστε τον παλμό της πόλης, γινόμαστε η φωνή του απλού πολίτη, μέσα από διάφορες ιστορίες. Τούτο σημαίνει δημοκρατικός λόγος. Όπως έχω ξαναγράψει κάπου, το Κράτος έχει τα μέσα, σε δικές του υπηρεσίες ή μέσα σε ιδιωτικές εταιρείες, να ανακαλύπτει και επιχειρεί να θερίσει οτιδήποτε παραγωγικό. Πολλοί αγαπούν το χρήμα, και γίνονται υποχείρια του Κράτους. Το θέμα είναι βέβαια, η ανοησία ορισμένων που χάβουν οτιδήποτε κι αν γράφεις, γιατί είναι ανίκανοι να έχουν οποιαδήποτε τύπου, φαντασία, και αυτοί είναι οι αληθινά επικίνδυνοι άνθρωποι. Αλλά είπαμε, τέτοια ανατροφή είχανε. Ιδίως τα παιδαρέλια που βρήκανε πάτημα για να εφαρμόζουν εναντίον πολιτών, την έμφυτη, εννοείται, επιθετικότητα τους.
Ένας τέτοιος, πιθανόν, θα επιχείρησε να σκοτώσει τον συγγραφέα, Ναγκίμπ Μαχφούζ, ο οποίος ανέφερε τα στραβά του κράτους, Αίγυπτος. Παντού, οποιοδήποτε Κράτος, αποφασίζει να βγάλει από τη μέση, φωνές. Που δείχνουν με το δάκτυλο, όσους δεν έχουν καμία ντροπή, για το ρόλο τους, ως φερέφωνο.
Τέλος θέλω να πω, ας ακολουθήσουμε, ως συγγραφείς και ποιητές, το θέλω του γραψίματος, για μας, πρώτα, παρά για να αποδείξουμε σε ανάξιους λόγου, πως παράγουμε με πρόγραμμα, γιατί δεν είναι ικανοί να μας πτοήσουν. Απλά πέφτουμε στο επίπεδο τους. Επίσης των κακών γειτόνων που όλοι έχουμε, οι οποίοι προκαλούν, γιατί ηδονίζονται και μόνο με τη σκέψη: σε περιμένω να βγεις στο παράθυρο, να μου φωνάξεις! Η λεγόμενη νοητική ψώρα.
Ατόμων που δεν αγάπησαν ποτέ, τίποτα.
Ανίκανοι να εκτιμήσουν τον κόπο του άλλου.
Ή να εκπέμπεις ένα περίμενε, ανταπόδοσης, ως οικολόγος, μη κρεοφάγος, απέναντι στους σφαγείς των ζώων ή τους κυνηγούς. Δεν παρατηρώ τίποτα ρεαλιστικό σε αυτό. Σα να λέμε: τα αποκαλυπτικά ρούχα, φοριούνται απλά, από επιδειξίες. Αυτό, ναι, είναι αλήθεια. Όσο για ανταπόδοση, όπως λέει ο λαός, όμοιος ομοίω, έλκει. Αναλώσιμες υπάρξεις.
Προσωπικά εκτίθεμαι γιατί υπηρετώ την τέχνη μου, σε ότι είμαι σταθερός ή στα σκαμπανεβάσματα των θέλω μου. Σα να λέμε: ψάχνω για δουλειά, τώρα που το θέλω, περιμένοντας να βρω.
Στο πνεύμα αυτό, θέλω να συμπληρώσω, πως κανείς δεν έχει δικαίωμα να εμπορευτεί τον πνευματικό μου κόπο, γι’ αυτό και μόνο, βγάζω τα βιβλία μου στο ίντερνετ, γιατί κινούμαι στο πνεύμα της εποχής. Ωραίο να κρατάς ένα βιβλίο στο χέρι, απλά όμως, μένεις πίσω. Εξάλλου, όταν δεν σου δίνουν βήμα να πεις το πιο απλό: αυτό το λουλούδι μου αρέσει, βρίσκεις ένα χώρο, όπως το ίντερνετ. Όπου η φωνή σου, αν τύχει να την ανακαλύψουν, θα διαβαστεί από μικρούς και μεγάλους. Όχι λογοκρίνοντας οι σεμνοί και ταπεινοί του οποιουδήποτε Κράτους.
Να τα βράσω επομένως, τα εμπορικά σας κρυουλιάρικα από ρεαλισμό, βιβλία σας, άτολμα από πολιτική διαφάνεια.
Η αύρα του γραψίματος του Μοχάμεντ, είναι το όνειρο, και χαίρομαι που ανακαλύπτω άλλον ένα, που υπηρετεί τόσο σοβαρά, την ποιότητα να είσαι άνθρωπος.

Γεράσιμος Μηνάς 2007



Τρίτο ραντεβού,
με αληθινή γυναίκα

Καλημέρα, 27 Δεκέμβρη, σήμερα.
Τι κάνεις; είσαι καλά;
Πριν μισή ώρα, ξύπνησα.
Έχεις κι εσύ, φουσκάλες κάτω από τα μάτια. Θα ξενύχτησες αυτές τις μέρες, στα γλετζέδικα. Μ’ αρέσουν τα μάτια σου. Ένα υπέροχο γκρί, με ακτίνες γύρω από τις κόρες των οφθαλμών. Πρώτη φορά, παρατηρώ κάτι τέτοιο. Συμπαθώ και το χαμόγελο σου. Χείλη τόσο νέας γυναίκας. Ροδαλά ροζ. Τόσο λεία η επιδερμίδα σου. Θαρρώ χωρίς πόρους. Ώστε έτσι είναι το δέρμα μιας γυναίκας. Η χαριτωμένη σου παλάμη. Πως διατηρείς αυτή τη θεσπέσια επιδερμίδα. Τα νύχια σου βαμμένα με ένα διακριτικό ροζ –γιατί μισώ να βάφετε τα νύχια σας. Ναι, είμαι παρορμητικός, πράττω και λέω κατευθείαν, γιατί δεν είμαι ψεύτικος.
Μου αρέσει το όνομα σου, Νάσια. Γενικά έχεις πονηρό ύφος, αλλά μ’ αρέσει γιατί είσαι σύγχρονο θηλυκό, όπως οι συνομήλικες, ενήλικες φίλες σου. Τόσο νέα, αλήθεια. Μια θεϊκή απλότητα, στις κινήσεις σου.
Σου έκανε κανείς, δώρο, τα Χριστούγεννα;
Είμαι σίγουρος πως ναι.
Κι εγώ πέρασα ωραία. Ήρθε κόσμος στο σπίτι. Να ‘βλεπες στολισμό. Το πάρτυ της παραμονής, άφησε εποχή. Ναι ναι, εγώ διάλεγα τη μουσική. Είναι το μόνο στο οποίο είμαι καλός. Όχι, δεν σε κολακεύω τόση ώρα. Είσαι πολύ συμπαθητική κοπέλα, κι όποιος δεν θέλει να θαυμάζει κάτι τέτοιο, άσε, μη πω. κοιτώ το πρόσωπο σου.
Ώστε έτσι είναι το πρόσωπο μιας γυναίκας.
Φαντάζομαι σου αρέσει να υπάρχεις.
Έχεις αντιληφτεί, τι σημαίνει αυτό;
Ναι ναι, μη παραμερίζουμε το πραγματικό, με το τι πιστεύουμε πως είναι καθετί. Αλήθεια διατηρήθηκε έως τώρα. έχω την εντύπωση πως φοράς μακιγιάζ στο πρόσωπο, αλλά θα υπάρχει και σχεδόν αόρατη περιποίηση. Εσύ ξέρεις, που χρησιμοποιείς καλλυντικά. Δεν σε πονάει να βάζεις και να βγάζεις, σκουλαρίκια;
Όμορφη μέρα, σήμερα. Βρέχει ελάχιστα.
Σου είπα τι είδα στον ύπνο μου; μια φίλη σου με φλέρταρε.
Συγνώμη: να κοιτώ εσένα και να μιλώ για άλλες.
Εσύ είσαι εδώ, ζωντανή. Εκπνέει τώρα, σεβασμό, το πρόσωπο σου.
Αν είχα χρήματα, δεν ξέρω αν θα ‘θελες ακριβό δώρο. Ας είναι της ηλικίας σου, δηλαδή, ένα τέτοιο θέλω. Να εντυπωσιάζεις. Τι να το κάνεις, αφού έχεις συ, της νεότητας τη λάμψη. Ναι, στα λέω αφιλτράριστα. Γιατί κάπου έστω, πρέπει να είμαστε αληθινοί.
24 λεπτά, σου μιλώ. Μα εσύ μείνε όπως είσαι. Όση έχουν καρδιά για να εμπιστευτούν, σήμερα. Η θέλξη του προσώπου σου, Νάσια, είναι αρκετή. Θέλξη θα ‘πρεπε να σε λένε. Γιατί όπως και να το κάνουμε, τραβάς τα βλέμματα των αντρών. Τούτο είναι σημαντικό, απ’ το να σου τονίζω εγώ, πως η γυναίκα αξίζει.
Εξάλλου, αναφέρομαι σε σκεπτόμενο άνθρωπο.
Νυστάζεις;
11 παρά, πρωινή, άγρια ώρα. Ιδίως για όσους ξελαρυγγιάστηκαν να ενοχλούν, ή να παρενοχλούν.
Μου αρέσει η παρέα σου, Νάσια. Είσαι το μόνο αληθινό καλούπι, γυναίκας, που υπήρξε ποτέ. Νάσια μου. Κάνει ζέστη εκεί που βρίσκεσαι; Δεν κουράζεσαι;
Θεέ μου, τι αληθινή που είσαι!
Το κολιέ σου πάει. Μόνη σου το διάλεξες;
Μ’ αρέσουν οι γωνίες του προσώπου σου, κι αυτό το χαμογελάκι, που τώρα λατρεύω.
Αλήθεια χαίρεσαι που φεύγει ο χρόνος;
Κοίτα να δεις. Τόση ώρα σου μιλώ και δεν σου είπα χρόνια πολλά.
Καλημέρα. Χρόνια πολλά.
Κάθομαι και σου μιλώ τόση ώρα, 30 εκατοστά από την οθόνη της τηλεόρασης.
Ώστε έτσι είναι μια γυναίκα.

Γεράσιμος Μηνάς 2007
Γυναικείες σπουδές
Ψηφοφορία 1

Απαντήσεις μόνο με ένα ναι, ή όχι.
(Μόνο οι γυναίκες απαντούν)

1 Ξεκινώντας μια σχέση, αφήνω τις περισσότερες φορές, τον άντρα να πιστεύει, πως έχει δίκιο.
2 Ντύνομαι πάντα με γούστο στα ραντεβού, μα αφήνω για αύριο τις δουλειές του σπιτιού.
3 Νευριάζω με τους άλλους, μα συγκρατώ τα νεύρα μου, με το ταίρι.
4 Έχω αντιληφτεί πόση σημασία έχει να υπάρχω.
5 Αισθάνομαι ένοχη, όταν είμαι ευτυχισμένη.
6 Άλλο ζω, άλλο παντρεύομαι.
7 Είμαι από εκείνες που μου δίδαξαν να έχω το πάνω χέρι.
8 Η αγάπη δεν εξηγείται από ψυχολόγους.
9 Άντρας είναι μόνο όποιος βλέπει αθλητικά, μα όχι νοικοκύρης.
10 Ενήλικος γίνεται κανείς, για να μοιράζει δεξιά αριστερά, το σώμα του.
11 Μεγάλη διαφορά ηλικίας, με έναν σύζυγο, για να μου λένε, μπράβο.
12 Δήθεν, είναι ο άντρας που δεν φοβάται να δείχνει ευαίσθητος;
13 Τον άνθρωπο ορίζουν οι φάσεις που περνά.
14 Ότι κατακρίνουμε, θα το λουστούμε έστω και εμπειρικά.
15 Ζωή είναι να προλάβεις την εκπλήρωση μιας λίστας, πράξεων.
16 Είμαι ο καθρέφτης των γονιών μου.
17 Τη γυναίκα πρέπει να τη λατρεύεις, μη θεωρώντας πως ασφυκτιά.
18 Έχω ακούσει γύρω μου να λένε: η γυναίκα είναι άνθρωπος.
19 Ποιοτική μουσική, ακούω, μόνη μου.
20 Κάνω προληπτικές, ιατρικές εξετάσεις.
21 Μόνο ορισμένες του θηλυκού φύλου, είναι γυναίκες.
22 Βλέπω ειδήσεις.
23 Έχω ελεύθερο χρόνο στη σχέση μου.
24 Κάνω μόνη, τα εφοριακά, διεκπεραιώνω άλλες τέτοιες υποχρεώσεις.
25 Πάντα βρίσκεται μια λύση για όλα.
26 Είμαι πάντοτε τέλεια.
27 Πηγαίνω θέατρο.
28 Συζήτηση από τηλεφώνου, παρά χάσιμο χρόνου σε καφετέριες.
29 Θέλω εδώ και τώρα, κάτι.
30 Πάντα μακιγιαρισμένη, βγαίνω από το σπίτι.
31 Κρεατοφαγία, ποτά, τσιγάρο.
BONUS ερώτηση: Ήταν απαραίτητα όλα αυτά;

Η νικήτρια κερδίζει μια κυριακάτικη βόλτα, στο ζάπειο.

Γεράσιμος Μηνάς 2007






Πεταλούδες

Ησύχασε νεράιδα μου, κι άλλο μη βρέχεις τα ρόδινα μάγουλα σου, κι εγώ θα στείλω μια χούφτα περιστέρια, να σφουγγίσουν αυτή την υγρασία, και με το πέταγμα τους, μέσα στο δωμάτιο σου, να γίνουν οι στάλες, νήματα σα διαμάντια, που όμως είναι στη μοίρα τους, να ‘ναι υποδεέστερα. Νεράιδα της ευαισθησίας.
Θ’ ακούς το γουργουρητό, της θέρμης της αγάπης, που απ’ τις κοιλιές τους, ως υδρατμοί, θα διαχέονται στο χώρο, όπου το φυσικό φως, κάνει κάθε τι να ξεχωρίζει τη φύση του. Μα είναι φθαρμένα πλέον, τα χρώματα της αγάπης, τόσο ώστε οι άνθρωποι να αποδέχονται τα πρόσωπα των τεράτων. Μα συ μην γνοιάζεσαι, γιατί πάντα κουβαλώ μαζί μου, ένα κάτοπτρο που θαμπώνει τα άγρια. Εσύ απλά, γλυκιά κι ακριβοθώρητη μου, ονειρέψου με.
Σ’ αυτό το λαβύρινθο της καρδιάς, όπου αρκετοί χάνουν το δρόμο τους. Χέρια που κινούνται άτσαλα, δίχως σκοπό, προκαλώντας πόνο, που καμιά, αξιαγάπητη ψυχή, δεν αξίζει. Τέτοια υποτίμηση. Η αγάπη σου θα με υλοποιήσει εμπρός σου, να ‘ρθεις να ζεστάνεις τη δική μου καρδιά, όπου όμως η αγκαλιά είναι ικανή. Σαν την ενέργεια που έχει αγωγό της, οτιδήποτε τελικά, εξαγνίζει.
Βασίλισσα μου, μούσα, σε μια συλλογή από εμπειρίες ευαισθησίας, σ’ ετούτο τον τόπο του δωματίου, που είναι ένας ολόκληρος κόσμος, ονειρικός, ανυπολόγιστης αξίας, και ευτυχώς, τούτο το άσυλο, κανείς δεν το μολύνει, με τα βρώμικα ρούχα της εξουσίας του.
Πάντα προσέχουμε για οτιδήποτε αποτρόπαιο.
Έλα βασίλισσα μου, και μη γνοιάζεσαι άλλο. Υποκλίνομαι, νεράιδα της ευαισθησίας, σ’ ετούτη τη φωτεινή, δίχως εσωτερικούς, πια, τοίχους, αίθουσα. Παίζουν οι άρπες, λάμπουν τ’ αστέρια στις κολόνες, γυροφέρνουν χορεύοντας, μεταξωτές αραχνοΰφαντες κουρτίνες, σε διάφορα χρώματα. Κι είναι σα να ‘ναι ο μοναδικός πλούτος, όλα αυτά, γύρω πάντα από σένα, πάντα, γύρω από τα μάτια σου. Ότι άλλο φυσικό δημιουργεί όμορφο, τον άνθρωπο. Με χίλιες φυσικές μυρουδιές λουλουδιών, που σαν μαγικά κεριά, αναδύουν τούτη την πνευματικότητα.
Ο αέρας, αγάπη μου, είναι εκατομμύρια πεταλούδες που αναπνέουμε, μα μόνο στους αγνούς, είναι θερμή, η ευαισθησία, και ποτέ δεν ψυχραίνεται. Πως δεν σε εκτίμησε κανείς, τόσο καιρό, Βασίλισσα μου. έρχομαι και σε ντύνω με όλο το μετάξι που βρήκα, στις εξερευνήσεις μου, ανά τον κόσμο, της ανθρωπιάς. Ιδιαίτερα αναλύοντας τη σπάνια, γυναικεία ευαισθησία, που ‘ναι ένας ολόκληρος κόσμος, αναμνήσεων. Της δικής μας γενιάς. Θυμάσαι; Ας ξετυλίξουμε το χάρτη αυτό, με τόση προσοχή, σα να πετάς ανάμεσα από δέντρα, σε δάσος, σε κάποιο νησί, ή σα λέξεις σε κάποια σελίδα, που βγαίνουν απ’ το χαρτί, αλλάζοντας στον αληθινό χαρακτήρα της ιδιότητας τους.
Η μυτούλα σου, τα ντελικάτα δάκτυλα, η παρουσία σου ως αγάπη. Το παραμύθι είσαι εσύ, όλη σου η διαύγεια της καλλιγράφου ψυχής σου.
Τώρα η αίθουσα είναι μια γωνιά δική μας, σαν ήχοι του νερού, σε ελεύθερη χώρα. Σταγόνα και θύμηση. Καρδιών που συγχωρούνται, ανοίγοντας και κείνοι, πανιά, νεράιδα. Ευτυχώς τα μιάσματα των σαρκολατρών, δεν καταλαβαίνουν τούτη τη γλώσσα μας, κι ούτε εκδίδονται διαβατήρια, γι’ αυτούς. Γιατί θέλει αγνό θάρρος η καρδιά, για να ‘χεις μάτια. Δεν έχουν όλοι, μάτια.
Ας αφεθούμε στις πεταλούδες, που ‘ναι σιωπή, πάνω απ’ όλα. Μεσημεριανός ύπνος. Που ανανεώνει. Χαμόγελο, σα καλλιγράφου ψυχής, γράψιμο. Και άσε το φως να πει τα τραγούδια του, άσε τα πουλιά να σιγοντάρουν, όλη τούτη τη δημιουργία.

Γεράσιμος Μηνάς 2007
Χριστούγεννα

Εξακολουθείς να είσαι ένα μεγάλο παιδί.
Μόνο που το γάλα και τα μπισκότα σου, τα έφαγε, ψες βράδυ, 24/12, μια γάτα που περνούσε και κλαψούριζε για τον δικό της λόγο: πρέπει να είχε γεννήσει πρόσφατα. Μόνο που τα μπισκότα, ήταν τυρί.
Ξέρεις, πιστεύω πως τα παιδιά πιστεύουν σ’ εσένα, γιατί είσαι Άγιος, ο μεσολαβητής, το μέσο, να πλησιάσουν τον αληθινό Θεό, την μοναδική πηγή αγάπης, στο σύμπαν. Ξέρω, ψες το απόγευμα, νωρίς, θαρρώ ήσουν ο μόνος μου επισκέπτης, στο σπίτι. Όπως η πανταχού αόρατη παρουσία, Κείνου που Αγαπά τον άνθρωπο. Παρακινώντας μας, αέναα, να προσφέρουμε σε δικά μας πρόσωπα, ότι περισσότερο έχουμε, μεις οι ίδιοι, ανάγκη: αγκαλιά που εξομαλύνει τη λύπη, όσο είναι δυνατό. Ή μια συλλογή, τραγουδιών.
Μα εμείς οι άνθρωποι, είμαστε παθητικοί στο αυθόρμητο, και ακριβοί στα πίτουρα. Μα τούτο, συ, το γνωρίζεις. Ευτυχώς υπήρξα παιδί, πιστεύοντας σ’ εσένα, ως την πέμπτη ή έκτη, δημοτικού. Σ’ εκείνη την πανέμορφη γειτονιά που ζούσαμε τότε, στην επαρχία, με τις εργατικές κατοικίες. Μια φορά, φωτογραφήθηκα κι εγώ, μ’ ένα άγιο βασίλη, που πίστεψα πως ήσουν εσύ. Αφήνοντας με, οι γονείς μου, να χαρώ, γιορτινές ημέρες. Ως δείγμα αγάπης, εκ μέρους τους, τώρα που το συλλογίζομαι. Ξέρεις, γκρινιάζουμε μεις, οι ενήλικοι, πως δεν αγαπηθήκαμε από τους γονείς, γιατί τα παιδικά χρόνια, ξεχνιούνται –δυστυχώς. Χάρη στη παγωνιά της καθημερινότητας ενός μόχθου που εξανεμίζεται από τα πρώτα βήματα, της πρώτης εβδομάδας, ως απλός εργαζόμενος.
Όλοι περιμένουν, τον 13ο μισθό της αγάπης, μα μόνο τα παιδιά προσφέρουν με το ταμπεραμέντο και τη φαντασία τους, με την ίδια τους τη παρουσία, σ’ εμάς που ξεχάσαμε, μεγαλώνοντας, να ‘μαστε άνθρωποι. Τα ήρεμα παιδιά.
Ακόμη κι αν εσύ, φίλε, τα αγαπάς, όλα. Και τα κακά. (Για παιδιά, μιλάμε).
Άλλο αν τα σημερινά Χριστούγεννα. Ακόμη ακόμη, από κείνα τα πρώτα, ξεκινώντας η βιομηχανική επανάσταση, μόνο το εμπόριο και το κέρδος, ήταν σημαντικά. Ευτυχώς ως παιδί, πρόλαβα το ΜΙΝΙΟΝ, στην Πατησίων, με το υπέροχο καφέ στην ταράτσα. Τη στοά με τα ζώα στα κλουβιά τους, μια διαδρομή που ακολουθούσε εξωτερικούς τοίχους. Τα υπέροχα καταστήματα στους ορόφους, τελείως ανοιχτά, με μονοπάτια που σε έφερναν έως εκεί. Μια άνετη γενικά, ατμόσφαιρα, περισσότερο όμως στο ισόγειο, ιδίως εκεί που βρίσκονταν οι κάρτες και οι αφίσες που μου άρεσε να ξεφυλλίζω –τα υπέροχα τοπία. Να μην αναφερθώ τόσο, στο βιβλιοπωλείο, όσο στο τμήμα φυσικά, με τα παιχνίδια, κι εκείνη την κλειστή αίθουσα, που ήταν σαν λούνα πάρκ. Κρατώ τελευταία τη θύμηση των απίστευτων βιτρινών στο ισόγειο, που τέτοιες ημέρες, στεκόμαστε άφωνοι για πολύ ώρα, θαυμάζοντας.
Στην Νέα Υόρκη, εξακολουθούν να έχουν, τέτοιες μέρες, την πλατεία με το ψηλό τους δέντρο που ‘χει το όνομα κάποιου πλούσιου. Τα δικά μας όνειρα, παιδιά, καήκανε μαζί με το ΜΙΝΙΟΝ, που στέκει κλειδωμένο. Τον καιρό, τώρα, που κυριαρχεί το χρήμα, μη λείποντας οι απατεώνες με παχιά σεντούκια που ξεπέρασαν εδώ και καιρό, τον Σκρούτζ. Μα είναι κρύα και ανόητη η καρδιά του χρυσοθήρα. Του Κράτους που ούτε καν σκέφτηκε να πάρει το ΜΙΝΙΟΝ, αλλάζοντας το σε οίκο αστέγων. Ή μεταβάλλοντας το σε πολιτιστικό κέντρο. Μα αν ίσχυε, να αγαπούσε την Ελλάδα, το Κράτος, θα άκουγε τις ιδέες των απλών πολιτών. Που τις προφέρουν χωρίς αντάλλαγμα.
Μα εδώ χρειάζεται να ‘χεις φυλάξει, χωρίς ποτέ να σπάσεις τον κουμπαρά της παιδικής αθωότητας, και προσφοράς χωρίς ανταλλάγματα. Σα τα δικά σου δώρα, Χριστούγεννα, τρέχοντας κι ο ίδιος, παιδί μικρό, κάτω από το δέντρο να ‘βρω που ‘ναι κείνο το κουτί που γράφει τ’ όνομα μου. συ, ως μεσολαβητής, ξέρεις τι τράβηξα, αν και δεν γνωρίζω το γιατί. Μα μη σε ζαλίζω, και σου αφαιρεθεί το αξίωμα –γιατί εσύ θα με υπερασπιστείς, ούτως ή άλλως.
Δεν ξέρω αν πρέπει να δίνεις, πια, κάτι, για να το πάρεις, κάπου αλλού, σε ανύποπτο χρόνο. Θα ‘ναι πραγματικά, κρίμα, να ‘ναι η ζωή μια συναλλαγή. Γιατί οι άνθρωποι θυμώνουν, ενόσω δεν υφίσταται στα του βίου τους, ούτε αυτή η ανιδιοτελής, πάγια, αγάπη. Εντέλει εξίστανται κι οι ήρεμες νέες γυναίκες. Οι μοναχικές, εννοείται. μα η ευτυχία προϋποθέτει πολιτισμό, σ’ ένα κράτος τόσο εχθρικό. Που οι παιδικές ψυχές, μεγαλώνοντας, θα παγώσουν εξίσου, γιατί κανείς δεν ενδιαφέρεται για αληθινή, κοινωνική, ειρήνη. Αλήθεια πως, σε μια πόλη που φούντωσε η απόγνωση στα μάτια των ανθρώπων: Αν δεν μπορείτε να το δείτε, λυπάμαι, απλά δεν έχετε φαίνεται, τέτοιο δικαίωμα. Επειδή απαιτεί, αληθινή, ζεστή, παιδικότητα. Ζωντανή ακόμα.
Ξέρετε κάτι;
Η ψυχή κατοικεί μες την καρδιά, και είναι η μόνη που διατηρεί ζεστό και ζωντανό, το σώμα.
Μα θέλει ζωντανή, φιλάνθρωπη αγάπη, για να το αντιληφτείς.
Οπότε, Άγια μου Βασίλη, θα δούμε που θα πάει ο κόσμος, σύμφωνα με όσους είναι ικανοί να αξιοποιήσουν τον συνεσταλμένο τους, εαυτό.
Αυτό είναι το δώρο που θέλω.

Το ίδιο βράδυ ήρθες στον ύπνο μου, και με απέραντη παιδικότητα, ρώτησα: να ζητήσω ένα δώρο; Εσύ με κοίταξες με πανανθρώπινη αγάπη, χαμογελώντας. Θέλω αγάπη, σου είπα, κι εσύ έτρεξες να πας να δώσεις δώρα και σε άλλα παιδιά.
Ξυπνώντας αισθάνθηκα να πετώ από τη χαρά μου.
Ήταν η πρώτη φορά που πίστεψα ξανά, σ’ εσένα, μετά από τόσα πολλά, χρόνια.
Η παρουσία σου στο μοναχικό μου σπίτι, Χριστούγεννα, τα έκαναν τα ωραιότερα που έχω περάσει.
Σ’ ευχαριστώ.

Γεράσιμος Μηνάς 2007
Το χαμόγελο του παιδιού

Είναι ένας κόσμος ολόκληρος, μες το μυαλό του παιδιού, έχοντας τακτοποιημένο, καθετί, με τα σύγχρονα δεδομένα, όμως, γνωρίζοντας πως ακόμη και τα δικά τους ευχολόγια για παγκόσμια ειρήνη, είναι απλά φρούδες ελπίδες. Θα σου πουν, συλλυπητήρια, όταν το θελήσουν, μα είναι αδιαπραγμάτευτη η αθωότητα τους, κοιτώντας ήσυχα, κάτι. Απλώνοντας τα χέρια στο πρόσωπο συνομηλίκων του –με αγάπη- άγνωστα τέκνα, ακόμη και παιδιών στα φανάρια. Έστω κι αν η μητέρα θα τα τραβήξει άγρια, μη λερωθούν. Μη μάθει το καλαναθρεμμένο,, στον υποσιτισμό, να μην έχει υψηλούς στόχους.
Σε κοιτά με απλότητα που μαγεύει, ενόσω πίνεις τον καφέ σου, χωρίς να σε ρωτά: γιατί το κάνεις αυτό. Φωτίζεται το προσωπάκι, με μια γονική αγκαλιά. Κοιτά τη μαμά, τι ωραία που ντύθηκε, κι αμέσως μιλά: είσαι πολύ όμορφη. Τα τόσο νεανικά χέρια, ψηλαφούν επιφάνειες, ποιότητες ρούχων και καλυμμάτων, φυσικών υλικών, μαγειρεύοντας οι μεγάλοι. Ένα παιδί ζεσταίνεται εύκολα, σε καταστάσεις, κρυώνει όμως, με τα νεύρα των ενηλίκων για το παραμικρό. Τα μούτρα της μητριάς: δεν σε θέλω, γιατί είσαι του άντρα μου, από προηγούμενο γάμο του. Μπάζει από παντού, αχαριστία και πηγαία κακία, γιατί η κακία μόνο πηγαία μπορεί να είναι. Θέλει να εισχωρήσει από τα παράθυρα των ορφανοτροφείων, στις παιδικές ψυχές. Μήπως τους ..μάθους, τη..θέση..τους. Ανθρώπων που θα μεγαλώσουν με το συμβιβασμό να μην αντιδράς στον προσωπικό, ή στον πόνο του άστεγου, όποιου ζητιανεύει στο πεζοδρόμιο, για το αυτονόητο.
Ξέρεις, Άγια μου Βασίλης, της βολεμένης ζωής, γλετζοκαλοπερασάκηδων,.
Μα μη σε φορτώνω άγιες ημέρες, με τη ψυχρή ατμόσφαιρα, που ευτυχώς, συ διαβάζεις τις καρδιές κι αποδίδεις το κάρβουνο, όπου χρειάζεται. Ή μία δεύτερη ευκαιρία. Αν και δεν ελέγχεις τους σεμνούς και ταπεινούς που κυβερνάνε, γιατί κείνων ο δρόμος, των ψυχών τους, σκοτάδι κληρονομούν. Όπως οι εν τη γη, αλάθητοι, σύγχρονοι θεοί, που χρησιμοποιούν το θεϊκό τους πτυχίο, για να σου πουν: είσαι σωστός ή λάθος. Λάθος εννοείται, γιατί 120 ευρώ, είναι αυτά.
Πλέον, μόνο τα παιδιά μπορείς να ζηλέψεις. Όχι γιατί δεν έχουν ευθύνες ή υποχρεώσεις. Απλά γιατί δεν διστάζουν να ‘ναι αυθόρμητα, να κολυμπούν σε γαλαζοπράσινες θάλασσες της φαντασίας.
- Μπαμπά, οι μεγάλοι κάνουν πάντα, τους έξυπνους.
- Κάνουν, κρά, για αποδοχή: το νέο κατοχικό σύνδρομο.
Να το βλέπατε, πως χαμογελά.
Ολοένα συχνότερα συναντώ κλαμένους ανθρώπους, μα δεν τους παρηγορώ με το αγαθό ποιόν της προσωπικότητας μου, γιατί παρεξηγείται τούτο. Σα να λέμε: εκπληκτικό! που σκέφτεσαι να περπατάς όπου θέλεις στην πόλη. Σα μικρό παιδί που οτιδήποτε, το βλέπει προσβάσιμο: κει που η γνώση των λέξεων, λείπει, η γλώσσα ενός απλού αγγίγματος ή μιας αγκαλιάς, εξηγεί τα πάντα.
Ντύσου μικρό μου. θα πάμε να βοηθήσουμε τη μαμά, στη στέγη απόρων. Στο συσσίτιο.
Βγαίνοντας:
- Μπαμπά, ο ήλιος κρύφτηκε –η κόρη μου, κάνει μια γκριμάτσα.
Κλειδώνω. Τρέχει να την κρατήσω από το ένα χέρι, γιατί με το άλλο κρατώ, τη μόνη τρυφερή γυναίκα, του κόσμου.
Στη στάση:
- Μπαμπά, κάνει κρύο.
Γαντζώνεται πάνω στη μάνα της, κι εκείνη ανοίγει το παλτό της, παίζοντας η μικρή, μες τη κουφάλα του δέντρου, που τα κλαδιά της με άγγιξαν μια μέρα.
Στο λεωφορείο έχω στα γόνατα τη μικρή, μα η αγάπη μου είναι μοιρασμένη, ισόποσα. Αφήνουμε πίσω μας, βιτρίνες καταστημάτων, διασταυρώσεις με αργοπορημένους ταξιδιώτες, παραμονή Χριστουγέννων. Όλα όσα επιθυμούμε να βρίσκονται στη θέση τους, και τίποτα να μη τα ταράσσει. Με μια εσωτερική, σταθερή ηρεμία, και γαλήνη, ευωδιά τριών ψυχών, της παρούσης οικογένειας.
Η μικρή παρατηρεί ελάχιστα έξω. Της αρέσει να παίζει με τα κοκάλινα κουμπιά, του παλτού μου. κάθε τόσο απλώνει τη παλάμη: να τη χαϊδέψει η μάνα της.
Μη μεγαλώσεις ποτέ.
Η πόλη πάντα, πρέπει να επιδεικνύεται.
Πρέπει να στέκεται ακλόνητη, για να αρμέγεται από φόρους.
Ευτυχώς που κάνει τόσο κρύο, κι η πορνεία της γύμνιας, μειώθηκε αισθητά.
Είναι ένα ζωηρό παιδί, σε πίσω καθίσματα, που ουρλιάζει χωρίς λόγο. Ή εγκληματίας θα γίνει, μεγαλώνοντας ή θα καταστρέψει κάποιον.
Η μικρή δεν δίνει σημασία. Η ανατροφή της είναι μια αύρα, διάκρισης, τι είναι σημαντικό. Τι, όχι.
Το δεδομένο ενός ζεστού, εσωτερικού, στα μαζικά μέσα μεταφορών, σε αντίθεση με το ενδιαφέρον του Κράτους, μόνο Χριστούγεννα, να προσφέρει χώρους, ανάλογης θαλπωρής, σε όσους το σπίτι τους, είναι οι δρόμοι. Με όλους τους κινδύνους.
Κατεβαίνοντας, περπατώντας, η μικρή σταματά σ’ ένα τηλεφωνικό θάλαμο: να πάρουμε πάλι, για τα παιδιά που ‘χουν ανάγκη, μιλά. Από το σπίτι -αποκρίνομαι- γιατί δεν θα φτάσουν τα χρήματα. Απλά αδειάζει η κάρτα. Απορεί, μα συγκαταβαίνει.
Πλησιάζοντας την είσοδο του κέντρου σίτισης, απόρων ατόμων, σε μια γωνία οικοδομικού τετραγώνου, ένα ζευγάρι φιλιέται, χωρίς αιδώ. Σα ν’ ακούς τις γάτες να το κάνουν, ή να συναντάς ακατάλληλης όψης, διαφημιστικές πινακίδες.
Προστατεύω τα μάτια της μικρής, μπαίνοντας εμπρός από το συγκεκριμένο οπτικό, πεδίο.
Στην είσοδο του προορισμού μας, μας πλησιάζουν δύο έγχρωμα παιδιά, που θέλουν να πουν τα κάλαντα. Τα επιβραβεύουμε με αγαθό βλέμμα, και το κατιτί τους.
Αυτόματα θυμάμαι –ως παιδί- την επίσκεψη της τάξης μας του δημοτικού, σε ορφανοτροφείο της Κέρκυρας, για να δώσουμε δώρα, που ούτε κατάλαβα, τι συνέβαινε κει.
Κι ούτε κανείς, μας εξήγησε.
Αφήνουμε τα παλτά μας.
Στο συσσίτιο, η μικρή, ευγενικά, δίπλα στη μαμά της, είτε λέει χρόνια πολλά, είτε στέλνει φιλάκια, είτε ρωτά τι θέλουν οι ταλαιπωρημένες ψυχές στα σώματα, των απόρων.

Γεράσιμος Μηνάς 2007





Δεκέμβρης

Μίλησε μου για σένα, τις τελευταίες ημέρες, που το θάρρος μου, είναι απλά το θράσος των επιμελώς, τολμηρών, που ονομάζουν κοινωνικότητα. Ίσως να ‘ναι η αύρα των εορτών που πλησιάζουν, προτού τα Χριστούγεννα, όπου θα ξεχυθούμε στα μαγαζιά, να καταλάβουμε εορταστικό κλίμα. Τελείως ξέγνοιαστοι και καθαροί στο νου, απ’ ότι πετάμε σε κάποιο κάδο, απορριμμάτων. Καθαροί από τα αναλυσοπαράθυρα και τις ενοχές για ότι χρωστάμε. Νόστιμα ρούχα. Να ελκύουν. Βλέμμα σπινθηροβόλο, συντροφικότητα, και τάση –μόνο- απλότητας. Θα φύγουμε στα στενά που οδηγούν σε εμπορικά κέντρα. Γιατί η ζωντάνια ξεχνά, τι συγκρατεί από κάτω, το δέρμα.
Παρήγγειλε μου σπανακόπιτα. Μετά, μια σαλάτα μαρούλι, κάτι τηγανητό. Εσύ πιες κρασί, εγώ χυμό από διάφορα φρούτα. Πιάσε μου το χέρι, μήπως αφήσω το πιρούνι. Μ’ αρέσεις, γιατί είσαι ζωηρή –θα φταίει η καρδιά που ποτέ δε παύει να χτυπά. Μίλησε μου για σένα.
Κοίτα να δεις, τι θυμήθηκα. Τον καιρό που δεν ξεχνούσες τους αντικοινωνικούς, γιατί ήταν οι μόνοι ταπεινοί άνθρωποι. Αυτοί που γνώριζαν τι σημαίνει διακριτικότητα και προσωπική ζωή. Θαρρώ καλπάζω στην κοσμικότητα και το χαίρομαι που αρπάζω τις ευκαιρίες, αφού είναι δωρεάν –και δεν το γνώριζα- το προϊόν: ταίρι. Κανένας δισταγμός. Σε θέλω, με θέλεις, τελείωσε. Να σε πάω μετά, σε ένα νέο σχήμα, νυχτερινό, να δεις, εκεί, ατμόσφαιρα φιλική. Παρέες που δεν ντρέπονται να είναι ζωντανοί άνθρωποι. Αυτάρκεις. Λες και φύτρωσαν απ΄ το μηδέν. Μα μη νοιάζεσαι. Οι σκέψεις είναι για τους συντηρητικούς που βαρέθηκαν να ‘ναι άνθρωποι. Πάμε να σε ποτίσω κρασί, να με μεθύσεις με λόγια σου. Μίλησε μου για σένα. Εμπρός στα φωτάκια, στους τοίχους, που φτιάχνουν διάθεση, να μ’ ακούς μες το πλήθος, να μιμούμαι φωνές και να ξεκαρδίζεσαι. Αλήθεια, τι δύναμη που έχει το χαμόγελο. Να αποκρίνεσαι μ’ ένα τέτοιο χαμόγελο. Το πέτυχες! Σημαντική που ‘ναι η φιλία. Που να μπλέκεις τώρα, με δέσιμο και παροδικές, λεκτικές αναφορές, που ορισμένοι χάνουν το χρόνο τους, σε βιβλία και φυλλάδες διάφορες. Θού κύριε, στην εποχή μας. Πιες λίγο ακόμα, και πρόσεχε τους πονηρούς, στα δίπλα τραπέζια.
Αλήθεια δεν πίστευαν οι γείτονες στο νέο μου θάρρος, γιατί ζωντάνια χωρίς πώληση θάρρους, δεν νοείται. Τι ζωντανός που αισθανόμουν. Κανένας δισταγμός. Τα φωτάκια αναβόσβηναν προς τα έξω, γιατί χωρίς θάρρος, τι ‘ναι η ζωή, κι εγώ είχα αποφασίσει να αλλάξω. Να ‘χω θάρρος, να διπλαρώνω ότι θέλω και με φτιάχνει ζωντανό. Σα την όψη και την ζεστασιά των ρούχων μας. Αλήθεια είσαι πολύ όμορφη, σήμερα. Πεινάς ακόμη. Πολύ ωραία η κουπ στα μαλλιά σου. Κατσαρά πυρόξανθα. Χαμογέλα. Φωτίζεσαι. Το ξέρω, αισθάνεσαι άνετα. Ωραία βραδιά, να ‘σαι ανεξάρτητος.
Ωραίο περιβάλλον. Άξιοι όλοι. Τους εμπιστεύεσαι. Φοβερό μουσικό σχήμα! Όλοι φοράμε τα καλά μας. Πλησιάζουν Χριστούγεννα. Έχεις περασμένο το βραχίονα, στο λαιμό μου. Τραγουδάμε έξω καρδιά. Ωραίο πράγμα να ‘σαι ζωντανός. Ξέγνοιαστος. Ξέρω, έπρεπε να ξυριστώ. Μα το μούσι στον άντρα, είναι ιδεολογία, όπως και να το κάνουμε.
Αν θέλεις να καλλωπιστείς στο μπάνιο, πήγαινε όποτε θες. Τόση ζωντάνια, ανακατεύει. Συγνώμη. Μίλησε μου, μη τραγουδάς μόνο, με όλο το μπουλούκι. Τολμηροί στη ζωή είναι μόνο όσοι δεν δίνουν δεκάρα. Ωραία που είναι η ζωή. Και μόνο που το λες, αρκεί. Εμείς δε θα γεράσουμε ποτέ.

Η νύχτα θα φέρει τ’ αστέρια. Θαρρώ βαρέθηκαν στη ντουλάπα της μέρας, του φωτός, κι είπαν να αυτοδιαφημιστούνε.
Μύριζε το άρωμα της, ενόσω χορεύαμε κολλητά. Χάιδευε το μάλλινο μου. στιγμή, μουσική, ολόκληρη.
Θαρρώ δεν είχαμε, καθένας, γονείς.
Μόνο τη στιγμή και τη ζωή, εμπρός μας.
Μου χαμογελά.
Γεράσιμος Μηνάς 2007







Ο κατ’ αρετήν, πολίτης

Διαβάζω> Ηθική: επιστήμη που διαμορφώνει κανόνες ζωής, σύμφωνα με τους οποίους τα μέλη της κοινωνίας οφείλουν να ενεργούν.
Το θέμα είναι, να σε αφήνουν να λες την άποψη σου: αν ίσχυε τούτη η θεμελιώδης άποψη, οι εκδότες θα εκπλήρωναν το ρόλο τους σε αυτό που ονομάζουμε: εξέλιξη της ανθρώπινης ενεργητικότητας, πιότερο νοητικά, όχι αποκλειστικά να αναφέρεις τι ωραία που περνάς σε μια εποχή, τεχνολογικής επανάστασης.
Παρακάτω διαβάζοντας, συμπεραίνω πως οι κανόνες είναι ευπροσάρμοστοι, εννοείται σε σύγχρονη εκδοχή, ως προς τι είναι πλέον, δίκαιο. Όπου θεωρείται κοινωνική συνοχή, να αποδέχεσαι να ξεχνιούνται τα Κρατικά σκάνδαλα, περαιτέρω ως απαξίωση, της παρουσίας μαζικών, λαϊκών, κινημάτων, περί της πραγματικής ιδέας: να συμπεριφέρονται όλοι, ως άνθρωποι. Ειρηνικοί.
Γι’ αυτό το λόγο δεν δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση; Ώστε να μην προκύψουν νέοι πόλεμοι, σ’ ετούτη την ήπειρο.
Άλλο βέβαια, αν η Ε.Ε. επικροτεί κρούσματα ανεξαρτησίας, επαρχιών, Κρατών. Προς εύκολη… εκδημοκράτηση τους. Αν ως πολίτης της ένωσης, προσαρμόζεις με ένα τέτοιο σύστημα, λαούς και φυλές, σε μεταξύ τους ισορροπία.
Άραγε, συλλογίζομαι, αν το αποκαλούμενο D.N.A. συμπεριφοράς κάθε λαού, ξεχωριστά, είναι απλά μύθος ή πάτημα, για να υποτιμούνται οι υπόλοιποι. Όχι φυσικά, πως οι ήδη, τωρινοί άνθρωποι, του δυτικού πολιτισμού, με τα κτίσματα και τη σύγχρονη οργάνωση, ήταν δυνατόν να μην πιστεύουν πως δεν υπερέχουν: λαών που ζούνε σε σπίτια πρόχειρα, συνήθως από φυσικά υλικά. Ή ως κάτοικοι, άγονων περιοχών, που όμως καταφέρνουν να επιβιώνουν. Έστω και σε απομονωμένα χωριά, ψηλά σε βουνά. Τους υποτιμούν γιατί πιθανόν κοπιάζουν να φέρουν πόσιμο νερό, ή επειδή αυτοί ότι τρώνε, το παράγουν μόνοι.
Εδώ τίθεται το θέμα, αν οι γύρω από την Ε.Ε. θεωρούμενοι υπανάπτυκτοι λαοί, υφίστανται μόνο για να τους θαυμάζουμε ως φωτογραφικό άλμπουμ –οπότε μην περιμένουν βοήθεια. Μειώνοντας την πνευματική τους διαύγεια –συλλογιζόμαστε- γιατί δεν είναι ικανοί ν’ ακολουθήσουν τους φρενήρεις ρυθμούς της ανάπτυξης…
Όπως λέμε: μπορώ να σε παρατηρώ, αλλά ως εκεί: κάπως έτσι φτιάχνονται οι ρατσιστές. Ιδίως οι Έλληνες ρατσιστές, –σημερινή γενιά των 30 και κάτι- που χλευάζουν εκτός από τη σωστή διαπαιδαγώγηση των γονιών τους, επεκτείνουν την ειρωνεία ως ότι επέζησε διαχρονικά, προερχόμενο από τους αρχαίους μας δασκάλους. Ιδιαίτερα όσων βρίσκονταν υπό την επιρροή των απόψεων του Αριστοτέλη. Γιατί ο σημερινός άνθρωπος έχει ήδη αρκετά προβλήματα ώστε να ζαλίζει έναν εαυτό, στο τι σημαίνει τελικά, ισορροπημένος: άλλο το καθήκον, πρακτικά, προς την Κοινωνία, και άλλο προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Μα αν ήμασταν ένα, κατ’ αρετήν, πλάσμα, θα μας δείχνανε ως συντηρητικούς, γραφικούς, ή μη ελεύθερους ως προς την ιδιότητα μας, ως όντα, ικανά εξίσου, προς αναπαραγωγή.
Το καθήκον μας προς τον όρο: Κοινωνία, είναι να αντιδράσουμε στην ακρίβεια, μποϋκοτάροντας την αγορά προϊόντων, εγχώριων και μη. Μα για κάτι τέτοιο, απαιτείται λυτή ήδη, διαβίωση. Που μόνο μία πτυχή της ηθικής, η εγκράτεια, βοηθά να διδαχτούμε τι σημαίνει, επιβιώνω. Ώστε να σταματήσουμε να χρεωνόμαστε.
Καθήκον τώρα, των πόρων που παρήχθησαν, μέσω της οργάνωσης της πολιτείας, με νόμους, είναι να προάγει ισότιμους όρους, αναμεταξύ των πολιτών, ώστε όλοι να απολαμβάνουν τον κόπο των προηγούμενων, που συμφώνησαν για ειρήνη. Αρχικά.
Κατά τ’ άλλα, θριαμβεύει η φαυλότητα του κέρδους: η αποκαλούμενη σε σύγχρονη μετάφραση, ηθική του αγαθού. Παράγωγο της ανθρώπινης απληστίας.
Μόνο που μας έχουν κοιμίσει –ίσως φταίει και το καυσαέριο- με αβέβαιες ελπίδες, πως κάτι θ’ αλλάξει: σε σύγχρονη μετάφραση, γάμος με άνεση στα χρήματα. Αναμονή κερδών από τζόγο. Πάτα με να σε πατώ, μήπως και εξελιχτώ. Η επιδίωξη της αρετής, αποκλειστικά ως ηδονή, σαρκικά ή ως επιτυχία. Καμία σχέση φυσικά, με τους χαμηλούς τόνους, της αρετής: εννοείται να τηρείς κάτι τέτοιο. Με αυστηρότητα φορές, εκεί που το έλεος παύει να έχει σημασία: οι υποχωρήσεις έχουν και τα όρια τους.
Η κατάκτηση της αρετής, προϋποθέτει περιορισμούς και σαφήνεια στις ανάγκες μας, επομένως. Μα για τούτο απαιτείται, συνειδητοποίηση της φθαρτότητας ή να μην τσουβαλιάζω, διαφορετικά μόνο ο εγωισμός τονώνεται.
Φυσικά και δεν υφίσταται ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, όχι μόνο αγαθών, κυρίως συναισθημάτων. Πιθανόν επειδή είμαστε οι πρώτοι που αρνούμαστε αυτό που έχουμε ανάγκη, ως υποστήριξη, με αγάπη, όχι με συμβουλές. Ο πολιτισμός του: τα καταφέρνω μόνος, μη με βοηθάτε και σας έχω υποχρέωση! Εγώ είμαι ανεξάρτητος, λέει, και πάει παραδίπλα να υπερηφανευτεί. Φάλτσα. Υποχείριο του συστήματος των δυνατών: μην αντιδράς, ζήσε όπως τα βρίσκεις. Ή, οι Bloggers δεν είναι δημοσιογράφοι: εννοούν, δεν έχεις δικαίωμα σε προσωπική άποψη. Δεν στο λένε στα μούτρα, γιατί θα ήταν αντισυνταγματικό. Τι είναι τελικά ελευθερία ή ατομικά δικαιώματα, στον δυτικό πολιτισμό. Όπως η παρουσία των καμερών, ένα πράγμα. Ή ποιος εφαρμόζει τους νόμους: προσωπικές αρχές ή όποιο θέλουν να προστατεύσουν τις ατιμίες τους, που βγαίνουν ως Κρατικά σκάνδαλα.
Οι απόψεις και τα παχιά λόγια για ένα καλύτερο αύριο, αλήθεια πόσο δίκαιους καρπούς θα ανακαλύπταμε, αν πρακτικά ακολουθούσαμε τις θεωρίες εκείνων που ως φιλόσοφοι, δεν υπάρχουν πια. Μα τότε δεν θα είχαμε την ανάγκη Κράτους: υγιών απόψεων που γίνονται πράξεις, ως ένα εναρμονισμένο σύνολο. Όπου η υπακοή είναι τόσο φυσική όσο η ίδια η αναπνοή. Όμως τότε θα μιλούσαμε για ένα δίκαιο κόσμο. Πράγμα που δεν ισχύει, ενόσω ο πλούσιος ή ο δυνατός δεν δικάζεται ποτέ: η δική τους λογική είναι σαν τις επιστήμες περί αγνώστου ή υπερφυσικού, όπου δεν ανακαλύπτονται ποτέ, αποδεικτικά στοιχεία.
Ο κατ’ αρετήν, πολίτης, δεν δοκιμάζει εμπειρίες για την εμπειρία. Όπως τα στρεβλά παραδείγματα, γονέων με μικρά παιδιά, που έχουν κρεμασμένους στους τοίχους, πίνακες με γυμνά. Είτε παρουσιάζεται με τέρμα ανοιχτό το ντεκολτέ η μάνα, εμπρός στα παιδιά. Διαμορφώνοντας ηθική με τη συμπεριφορά της.
Του κάνω ότι θέλω, και κανείς δεν πρόκειται να με ελέγξει. Η αρετή των πολλών: ανεξαρτησία έως εσχάτων. Επόμενο να ‘χουν αγριέψει οι νέες γενιές. Αφού επίσης δεν τους υπολογίζει κανείς: κρατήστε τους νέους αποχαυνωμένους στα πάθη τους: είναι το φρέσκο, ανασφάλιστο υλικό, στην κρεατομηχανή της πλουτοκρατίας.
Η αρετή των πολλών που κοροϊδεύουν τους ΕΜΟ: όσοι από αυτούς είναι πραγματικά ευαίσθητοι και χαμηλών τόνων. Τους χλευάζουν, γιατί είπαν: ως εδώ. Δεν μας αρέσει η Κοινωνία σας.
Τέλος, αν αρετή κατέχει μόνο η ψυχή, στη γέννηση της, σ’ ετούτο τον ανθρώπινο κόσμο, τότε υπεύθυνος για το βιασμό της αθωότητας της, ας θεωρηθεί ο χ ψ γονιός, που σκέφτηκε: δεν εξηγώ με αποδείξεις, ότι δεν βλέπω, άρα δεν υπάρχει. Άρα ακολουθώ μια διαπαιδαγώγηση, πάνω στα πρωτογενή ένστικτα: ατόμου που είναι ευχαριστημένο να μη το ταράζουν, με απαγορεύσεις ή περιορισμούς. Όποιος δεν υπακούει στα ένστικτα του, πρέπει να παραμερίζεται: μια ζωή την έχουμε, κι αν δεν την γλεντήσουμε… Δουλειά, φαί, ξενύχτι, απολαύσεις. Το κορόιδο που καθαρίζει το μωρό ώστε να μην περιορίζονται ούτε τώρα, οι νέοι γονείς.
Η αρετή του: πρώτα ζω και μετά γράφω: μη με λένε και κομπλεξικό που δεν πηδάω ότι κινείται. Ζήσε το σήμερα, λένε. Κατά τ’ άλλα φέρονται απάνθρωπα.
Όταν λέγανε μερικοί.. για μια σκληροκαρδία.
Όσο για αληθινή ευδαιμονία, μηδέν.
Δικαιοσύνη, μηδέν.
Ο κατ’ αρετήν, πολίτης, δεν συμβιβάζεται, θεωρώντας ρόδινο, κάθε τι στην κοινωνία. Μερικοί θα μιλήσουν.
Πρέπει να αναφέρεις την καταπάτηση, κάθε δικαίου.
Καλή μέρα, να έχουμε.

Γεράσιμος Μηνάς 2007

Υπέρ και κατά

Ο άνθρωπος ορίζεται από τα υπέρ και τα κατά του.
Όμως δεν είναι αυτή η αρχή, που επιθυμώ:
:Τι συμβαίνει, όταν π.χ. ένα από τα αδέλφια σου, που κάποια στιγμή, στην εργένικη ζωή σας, που είχατε κοινά ενδιαφέροντα, αποφασίζει πλέον, να σας υποδείξει, τι είναι, ζωή. Παρατηρεί που εσύ δεν έθαψες το ταλέντο σου, οπότε συνάπτει συμμαχία με έναν γονιό που ολοένα παραπονιέται για τον ακατάλληλο για σένα… εθισμό. Φυσικά δεν αναφέρει καν τι παρήγες ως τώρα, ούτε βέβαια θα μπει στον κόπο. Είναι αυτό που λένε, έχε ένα χόμπυ, αρκεί να τρως από τα έτοιμα. Μη χάνεις κόπο, και χαλάς φαιά ουσία. Ήμαρτον.
Συζητώντας με γυναίκες, έτυχα δυστυχώς δέκτης, απίστευτων φράσεων που μου είπαν, για να με μειώσουν. Αλήθεια οι ατάκες σας είναι το κάτι άλλο: το 1996, μία Δώρα που αγάπησα, μου είπε μες τα μούτρα μου, οι δυό μας, σπίτι της: ήθελες απλά να πιαστείς από κάπου. Η αδελφή μου, πριν λίγες ημέρες (Δεκέμβρης 2007), μου είπε: σε δέχομαι όπως είσαι, αλλά πήγαινε να μιλάς καθημερινά, με ψυχολόγο! Την καταλαβαίνω. Ο γάμος της προέκυψε από συμφέρον, και η θλίψη που βγάζει πάντα, στο τηλέφωνο, προς όποιον της τηλεφωνεί, αφήνει πειστήρια, πως εκτελεί μηχανικά, τα συζυγικά της καθήκοντα. Γιατί όπως και να το κάνουμε, αποτελεί υποχρέωση και των δύο, να παρέχουν, θέλουν δεν θέλουν, τούτη την υπηρεσία. Γιατί χωρίς φίκι φίκι, τι σόϊ σκατά ενήλικος, είσαι. Σωστά;
Λέω σκληρά λόγια; Ας γελάσω.
Το προηγούμενο που ανέφερα, είναι το μόνο στο οποίο συμβιβάζεστε, οι γυναίκες, στο γάμο, το οποίο, στολίζετε ως ένδειξη ωριμότητας. Για χ ψ σταθερότητα.
Έχοντας επομένως, γκρεμισμένα τα όνειρα τους, αυτά τα θηλυκά, γιατί η ασφαλής κατά τα άλλα, ζωή τους, δεν είχε το χαρακτήρα που περίμεναν. Πιθανόν, δημιουργία χαρακτήρα, από υπερβολική αυτοπροστασία, προς τον εαυτό τους και μόνο. Όταν κανείς πλέον δεν τις καταλαβαίνει. Πιθανόν αποτέλεσμα, της αντίδρασης τους, λόγω των πολλών εμπειριών με σχέσεις διάφορες και αδιάφορες. Γιατί τι σόι σκατά ενήλικες είμαστε, αν δεν δοκιμάσουμε στη ζωή. Η στιγμή που χρειάζονται άλλο ένα άτομο για να επιβεβαιώσει το τυπικό της παρουσίας του συνόλου ατόμων, στην οικογένεια. Έτσι, για την επιβεβαίωση και μόνο. Όπου το κρίμα τελικά, δεν είναι, ποιος και ποιος, ξεστομίζει αβίαστα, την κριτική, απλά η υποκρισία του: σε δέχομαι όπως είσαι, με ένα, αλλά, στο τέλος. Κι εγώ τη δέχομαι την αδελφή μου όπως είναι, αλλά… δεν με κατάλαβε και ποτέ της, αφού πάντοτε, όσο τη θυμάμαι, συζητούσε τα προσωπικά της, μόνο με τις φίλες της. (Είναι δυνατόν να συζητούσε ποτέ, με τον ανέραστο αδελφό της, για θέματα σχέσεων; Ήμαρτον τέτοια ταπείνωση, μπας και μάθει τίποτα από το αγαθό: περιμένω. Τούτο δεν αναφέρεται στις ζωηρές κοπέλες, που τις αγγίζει όποιος νάναι). Πες ότι με αποδέχεσαι όπως είμαι, αλλά μη θέλεις να εξουσιάσεις τι ταλέντα πρέπει να έχω. Άλλο, δέχομαι π.χ. την ομορφιά της ανθρώπινης παρουσίας, και άλλο, να έχω ικανότητα να μπω στο μυαλό σου. Πολλή τηλεπάθεια έχει πέσει από συμβουλάτορες, με πτυχία και μη. Καλή ανάρρωση, σας εύχομαι.
Προσωπικά, αποδέχομαι την παρουσία, π.χ. μιας παχιάς, νέας, γυναίκας, αλλά δεν θα κάνω σχέση μαζί της, γιατί έχω άλλη ιδέα περί κομψότητας, με ψίγματα από εκείνο που σκεφτόμαστε οι περισσότεροι: να έχουμε πλάι μας, ένα ταίρι που θα αγαπάμε και το εξωτερικό του παρουσιαστικό. Έστω κι αν έχει ελάχιστα παραπανίσια κιλά. Αρκεί να είναι ελάχιστα, λέω εγώ. Μένω λοιπόν, συναναστρεφόμενος με μια παχιά κοπέλα, σε απλές καλημέρες και φιλικούς χαιρετισμούς. Ναι, μπορώ να τη συμπαθήσω. Ως εκεί όμως. Το τι θα προκύψει, ας πούμε σε ένα εργασιακό περιβάλλον, που αρχίζεις να εμβαθύνεις σε συζητήσεις, αν προχωρήσει σε φλερτ ή σε κάτι βαθύτερο, εξαρτάται από το τι λείπει, κάθε φορά, στον καθένα. Αν θα αφεθεί να του πακετάρουν –χωρίς μελλοντικές προοπτικές- κατευθείαν, τώρα, ότι λείπει από αυτή τη μία ζωή, του άντρα ή της γυναίκας. Θα μου πεις, η ζωή δεν ξέρεις πως τα φέρνει. Έχω πάψει εδώ και καιρό να περιμένω καλοθελητές, κοινώς άτομα, που θα μου γνωρίσουν κάποια, γιατί θα με πασάρουν μόνο αν με φτιάξουν όπως θέλουνε. Κι εγώ δεν προδίδω τα πιστεύω μου. Ή τις κλίσεις μου, γιατί απλά με πετάξανε εδώ πέρα, στη γη, και πρέπει να ζήσω, αναπνέοντας με υποκατάστατα, όπως όλα αυτά τα χρόνια που γράφω. Οπότε κρατήστε τις θεωρίες για τον εαυτό σας, μιας και είστε τέλειοι και πλέον τακτοποιηθήκατε. Εξάλλου καθένας μας επιλέγει τι χαραμάδες αφήνει, να εισέλθει η ιδέα της φιλίας ως παρέα, στα του βίου. Καθένας προσέχει να μη πληγωθεί με όποια στάνταρ πιστεύει πως ταιριάζουν σε ότι αποκαλεί, βίο, καθημερινότητα. Κανείς δεν υποχρεώνει κανένα, να αγαπήσει ή να αγαπηθεί. Απλά έχεις κάποια όνειρα που ο χρόνος θα έρθει να σκεπάσει με σκόνη και υγρασία –εκείνη τη μαύρη μούχλα των τοίχων.
Πες, πως αυτό είναι το είδος της Κοινωνίας μας. Η τακτική που όλοι ακολουθούμε, θέλοντας και μη, επειδή το αβέβαιο εξιτάρει! Το καύσιμο που χρησιμοποιεί η ανθρωπότητα εδώ και αιώνες για να εφεύρει ότι του χτίζει πιο εύκολο το τώρα. Εντέλει, τα σκληρά λόγια θα ξεχαστούν. Απλώς καταγράφονται για σένα μόνο, ώστε όταν τον επόμενο χρόνο, καταπιαστείς μαζί τους, να σε διδάξουν τα λάθη σου.
Αρκεί να μην ζεις στο άγχος μιας ζωής: σε δέχομαι όπως είσαι, αρκεί να μου μοιάζεις. Ενόσω στην πρώτη μορφή της κοινωνίας, την οικογένεια, διστάζεις να συζητήσεις. Η κοινωνία που αναζητεί γελωτοποιούς για παρέα. Αν είστε της άποψης, πως ο ρόλος των συγγραφέων και ποιητών, είναι να λειτουργούν, ως παρωδία. Ή να δηλώνεται επιτυχημένο ένα άτομο, που γίνεται γνωστό, γράφοντας, παραμένοντας όμως στείρο από συγγράμματα που παρουσιάζουν όλες τις εκδοχές του τι σημαίνει πόνος. Τούτο μένει. Η χαρά ξεχνιέται κάποια στιγμή. Εμένα δεν με ξεγελάνε ας πούμε, οι παραγωγές του σύγχρονου Ελληνικού κινηματογράφου, αφού δεν νοείται εγχώρια ταινία, χωρίς γυμνό, οποία κατάντια. Δεν ξέρω αλήθεια ποιος ξεγελά ποιον, μη αναφέροντας τα υπέρ και τα κατά της υπόστασης του. Όπως έχω επαναλάβει: δεν είναι όλοι κορόιδα. Ούτε επομένως, προσωπικοί σας διασκεδαστές, όπου είναι προτιμότερο το ανούσιο χα χα, σε καθημερινή βάση, από το να ανακαλύπτει καθένας, τις κλίσεις του. Τρόποι βρίσκονται. Δεν είναι όλα, θέμα χρημάτων. Όπως το ανοιχτό πανεπιστήμιο, να δανειστείς ένα βιβλίο, να βρεις δωρεάν μαθήματα σε ότι σε ενδιαφέρει. Το ίντερνετ. Να κρατάς καθαρό το κεφάλι σου, στο τι παρακολουθείς. Να ζεις ποιοτικά, το τώρα. Αποφεύγοντας να συζητάς θέματα που γνωρίζεις πως θα τα παρεξηγήσει ένα δικό σου πρόσωπο, γιατί κι εσύ χειρίστηκες λάθος την αυθόρμητη –ή γιατί έπρεπε- συζήτηση. Κάπου εδώ, οι τύψεις ότι απλά θα επιβάρυνες τον άλλο που δεν είναι σε θέση, τώρα, να ασπαστεί τη ζωτικότητα σου, θα παραμεριστούν. Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια όπως λένε. Ότι θεωρείς εσύ, ενήλικη ζωή, δεν ισχύει για όλους. Όχι, δεν προτιμώ τις γυναίκες μοντέλα ή τις ανορεξικές. Πρέπει αυτό που αγκαλιάζεις, στα δικά σου μάτια, να λέει κάτι.
Επιμένω, πως τα βιώματα διαμορφώνουν έναν χαρακτήρα, στον πολιτισμό της επικράτησης της ουτοπίας μόνο ενός τύπου ζωής: όπου προκύπτει βοήθεια να βρεις την ευτυχία, αν αποτελεί στ’ αλήθεια, στόχο. Στην πόλη της απάθειας. Μια παρεξηγημένη μορφή, ελευθερίας, πως ότι πράττεις, ως ενήλικας, μέσα στα όρια της νομιμότητας, είναι πάντοτε, υγιές. Τι θεωρεί κάποιος, ηθικό ή ανήθικο, γιατί τι στον κόρακα, ενήλικες είμαστε, δηλαδή μόνο σώμα. Κι αν χρησιμοποιώ, λιγότερο τελικά, από το δέκα τοις εκατό, της εγκεφαλικής λειτουργίας, θα πάθω κάτι; Το τι θεωρώ εγώ, ή εσύ, εγωιστικό, διαφέρει. Όπως το ενήλικο παιδί που περιφρονεί τον γονιό, αφήνοντας τον να μιλά, χωρίς να απαντά, όμως. Απλά αφήνει την ιδέα πως συμφωνεί με τα λεγόμενα του γονιού, έτσι για να περάσει ο σίφουνας των απόψεων, προηγούμενης γενιάς. Ενδέχεται να μην εισακουστείς, αν το τέκνο, δεν έχει ιδέα από διαχρονικές αξίες. Φταίνε τα πολλά μπάρ, τα ψώνια, κλπ.
Προτιμότερη η ασάφεια των ανθρώπινων σχέσεων, παρά να είμαστε ειλικρινείς: το πεδίο που προϋποθέτει ανοιχτή συζήτηση, επ’ ίσοις όροις. Προτιμότερη η ασάφεια παρά ν’ αρχίσουν τα πείσματα. Που, μας μειώνουν, αν εννοήσουμε φυσικά, πως έχουμε μυαλό, κι όχι μόνο, θελκτική επιδερμίδα.
Άλλο σε δέχομαι όπως είσαι, άλλο άσε τον άλλο να ζήσει όπως θέλει. Όχι στην ίδια πρόταση.
..Παράτησε ότι κάνεις γιατί στην παρέα πρέπει να φοράμε τις ίδιες μάσκες: απόφευγε να αναφέρεις πως κουράστηκες. Ή πως αποφεύγεις, ευθύνες. Διαφορετικά κάποιος θα το παίξει δάσκαλος –εκείνο το, είμαι ανώτερος, που είχα αναφέρει σε περσινό άρθρο. Δεν είναι διασκεδαστικό να σου χαλάνε την διάθεση. Πρέπει να είμαι δυνατός. Μη με λυγίζεις. Εγώ είμαι σύγχρονος άνθρωπος. Τούτο είναι υπέρ μου.
Ας πούμε τα παραδείγματα γονιών, που είναι λογικοί για τα πάντα, εκτός από το να είναι τρυφεροί, 24 ώρες το 25, με τα αγγελούδια τους. Για τα πάντα μπορείς να είσαι, μαζί τους. Αν έχεις ανθρωπιά. Αυτά είναι τα αληθινά κότσια στη ζωή. Να μη συμφωνούν όλοι με τις διαθέσεις του μπουλουκιού. Αντιμέτωπος, τόσες φορές, με αδίστακτες γυναίκες, που θυμώνουν με το παραμικρό. Ύστερα λαβαίνουν μια έκφραση ικανοποίησης: σε έβαλα στη θέση σου.
Γονίδιο φταίει, δεν ξέρω.
Καθένας εκπληρώνει τη μοίρα του, αυτό είναι πλέον, το πιστεύω μου. Εκεί, που η γνώση αντικαθιστά δυστυχώς, τη σκέψη, από τη δασκάλα τηλεόραση ή την άγνοια τι σημαίνει, παγκοσμιοποίηση.

Ακούω ήδη τον ήχο των βιβλίων, σε ράφια ανά αίθουσες στον κόσμο, να φωνάζουν: είμαι εδώ, ως κόπος ανθρώπινος, πραγματικά, πνευματικών προσωπικοτήτων. Όπως κι αν έρθουν στη ζωή. ευτυχώς άνθρωπος, λένε.
Γλυκιά ηδονή της σκέψης, που κατατροπώνει τους τσοπάνηδες των ..προβάτων.

Γεράσιμος Μηνάς 2007










Πολιτικές ειδήσεις