Κατάλληλο για όλους

Wednesday, September 03, 2008

ολυμπιακοί αγώνες - πεκίνο 2008
ελληνικές επιτυχίες

(για φωτογραφίες από το πρώτο μέρος
της τελετής έναρξης, πατήστε
δεξιά, στο αύγουστος 2008)

























Προς το παιδί,
απειλή: θα σε δείρω.

Είναι πολύ χρήσιμες οι γνώσεις που ψάχνεις στα βιβλία, ώστε να δεις τι σημαίνει δική σου οικογένεια: εκείνα τα 5 πράγματα που συζητούσες, πως ότι κι αν συμβεί, θα είσαι ανυποχώρητη: π.χ. να μην ανεβαίνει το παιδί στα τραπέζια. Μα το να παντρεύεται ένα ζευγάρι, λόγω λογικής, κι όχι λόγω μεγάλου έρωτα…..στα λέω αυτά, γιατί δεν μπορείς να ελέγξεις κανέναν, πέρα του εαυτού σου, κι αυτού του παιδιού που έφερες στον κόσμο. Δεν μπορείς να ελέγξεις αυτόν που μοιράζεσαι εδώ και χρόνια, μια κοινή ζωή, αυτόν που αφήνεις να φωνάζει με νεύρα, στο σπλάχνο σου: θα σε δείρω (ώστε εκείνο να πάψει τις απαιτήσεις του). Σκέψου μόνο, πως ναι, …δεν συμβαίνει, την ώρα που εσύ λείπεις, μα…σίγουρα..θα το χτυπά (ενόσω ο σύζυγος θα γερνά), ενόσω εκείνο θα μεγαλώνει περισσότερο. Εσύ γιατί αφήνεις αυτές τις τρεις, σκληρές, λέξεις, να επιτίθενται στο σπλάχνο σου; Ξέρω, εσένα δεν σε χτυπούσε ο κοινός μας, δικός μας, πατέρας. Πιθανόν τότε, να διάβαζες την προσωπική μου ανησυχία, (με μεγαλύτερη προσοχή). Ενόσω ακούς τον άνθρωπο που συμφωνήσατε –δία βίου, συνέχεια, μόνο με λογική ως πορεία- να προσπαθεί να καλμάρει τη ζωτικότητα του παιδιού: ασκώντας προληπτική καταστολή: θα σε δείρω. Αν είχες λίγο από τον πόνο μου, γιατί το να σε βαράει ο πατέρας, συμβαίνει, ναι, χωρίς λόγο, χρειάζεται να το πιστέψεις. Δεν στο μαθαίνει αυτό, κανένα βιβλίο, όπως σου είπα: δεν μπορείς να ελέγξεις κανέναν ενήλικο. Τέλεια μάνα δεν είναι καμιά, αγία αν θες, να μην νευριάζει, λόγω κούρασης της, όχι ότι εσύ θα χειροδικούσες στο παιδί, όχι εσύ. Απλά δεν θέλω να το ακούω, αυτό το: θα σε δείρω. Τι σόϊ εξουσία δοκιμάζεται εκείνη τη στιγμή; Στα λέω αυτά, εννοείται έξω από το φράχτη, με ανησυχία, γιατί εγώ πρακτικά, χωρίς λόγο, την πέρασα την κακοποίηση. Να θυμάσαι αυτό το: χωρίς λόγο. Αυτά τα μωρουδίστικα μάτια, που τώρα δεν εννοούν την καταστολή που θα εισπράξουν αν δεν πάψουν τη φασαρία… Δεν μπορείς να ελέγξεις πως δεν θα συμβεί.
Και τότε ποιος θα τραυματιστεί;
Εγώ γιατί είμαι υποχρεωμένος να το ακούω, ως θεατής, έξω από το φράχτη του βίου σου;
Τα παιδιά πρέπει να τα αγαπάς με απέραντη υπομονή. Να τα αγαπά ο γονιός, με αγάπη, όχι με λογική που εξαναγκάζει τα μέλη μιας οικογένειας, τελικά να ανέχονται ο ένας τον άλλο (περαιτέρω, οι συγγενείς μεταξύ τους). Διατηρώντας μια πορεία επικοινωνίας, σαν ακροβάτης στο σκοινί. Ναι εντάξει, δεν γνωρίζω καταστάσεις, θα ‘πρεπε πιότερο όμως, να ψάχνεις γνώσεις από πρόσωπα που οι πληγές τους είναι ανοιχτές, όσο και η χαραγμένη εσωτερική αγνότητα. Γιατί εσύ είχες εμπειρίες, που όμως τελικά πέρασαν σαν δυνατός άνεμος στη Σαχάρα, καλύπτοντας την κατανόηση του τι είναι ζωή, δεν πρόσεξες όμως τις φιγούρες στην ομίχλη: για όσους άργησαν στα της κοινωνίας: που ονόμασες στην κουζίνα, στο χωριό: ονειροπολήσεις. Ή εκείνο που είπα, πως δεν είχα αγάπη στη ζωή μου, το..άκουσες με πνεύμα θαρρώ αδιαφορίας, έτσι το αντιμετώπισες. Αν θεωρείς λογική ζωή, να ανέχεται απλά ο ένας τον άλλο. Ή να μεγαλώνει ο γονιός μες το συμπέρασμα πως εφόσον το παιδί του ανεβαίνει ηλικίες, μπορεί πλέον να αδιαφορεί για το τέκνο. Επειδή αρκετά έτη πέρασαν, αρκετή κούραση βάρυνε τους ώμους. Με ένα τέτοιο σκεπτικό, ορισμένοι γονείς, επειδή δεν, τους αφήνουν ήσυχους τα παιδιά τους, τα μαθαίνουν να δέχονται την κακοποίηση, το ξύλο εις βάρος τους, ως κάτι φυσικό. Αφού από τώρα αφήνεις το σπλάχνο σου να δέχεται, κι όχι ακούει, την απειλή: θα σε δείρω.
Το να ‘ναι ενήλικος κάποιος, είναι επί μέρους, πληγή, απ’ την οποία όμως, προσωπικά, ρέει αγάπη, που περισσεύοντας ως προσφορά, πια, καταλήγει ακόμη και στου δήμου την αποχέτευση…
Π.χ. να διώχνει κάποιος γονιός την τύψη από το μυαλό του, πως ενόσω το παιδί, τον καλούσε να παίξουνε κι άλλο, αυτός, ο ενήλικος, αυτοδικαιολογούταν: δεν καταλαβαίνει το παιδί. Μήπως ούτε τη απειλή; Πόσο δε όσα ανήλικα ξεκινούν το σχολείο ή αλλάζουν τάξη, απλά βγάζοντας την υποχρέωση να είναι καλοί μαθητές. Αν αυτού, του είδους η υποκρισία ως στάση ζωής, να ανεχόμαστε, τι σημαίνει, εγώ ο αδαής δεν γνωρίζω.
Αν λογική είναι η ωριμότητα. Αν συμφωνούμε να συμβιβαζόμαστε να είμαστε γονείς, παραδείγματος χάριν, γιατί υπάρχει η λαιμητόμος των επικριτών. Όσων αντιμετωπίζουν τους γνωστούς τους, ως προσόψεις, που λαβαίνουν επιβεβαίωση ως ενήλικοι, μόνο αν κάνουν παιδιά.
Η πόλη όπως και η σημερινή κοινωνία, είναι κακή.
..Εσύ.. αν είχες τη δύναμη το παιδί σου να μην το πολεμάνε εφιάλτες στον ύπνο, τουλάχιστον, άρα ως θνητός άνθρωπος πλέον, γιατί αφήνεις να περιφέρονται πάνω από το κεφάλι του, απειλές;
Αλήθεια πιστεύεις πως αυτό το παιδί, μεγαλώνοντας, το χαμόγελο του με τον καιρό, δεν θα ‘ναι υποκριτικό. Επειδή μπήκε στο τριπάκι του ανέχομαι τον άλλο, μόνο; Τι σόϊ διαβίωση είναι αυτή;
Η δωρεάν ευτυχία: ερμηνεύεται αυτόματα, π.χ. κοιτώντας έναν πίνακα, όπου ο σύζυγος χαμογελά με τρυφερό ενδιαφέρον, με τη σύζυγο πλάι: το γλυκό της πρόσωπο, αγνό, έχει επίσης υπόψιν της μια ψυχή απέναντι: ένα απλό πλάσμα στο οποίο αποκλείουν τη γνώση-εμπειρία, κακών συμπεριφορών: όχι μόνο από τα κινούμενα σχέδια.

(Στα λέω αυτά με αγάπη, όπως το ζεστό συναίσθημα που λαμβάνω, κοιτώντας τις φωτογραφίες του γιου σου και ανιψιού μου: ένα αέναο στήριγμα, σε αυτή τη ζωή, όπου πρέπει να αγαπάς τον άλλο, όπως είναι).

Αυτά προς το παρόν, περί του θέματος.

Γεράσιμος Μηνάς 2008

Μόρια σκόνης

Τον συγκίνησε το φιλί της, στο μάγουλο του. Την κοίταξε βαθιά, μες τα μάτια.
- Έχεις πρόσωπο. Αυτό είναι η γυναίκα.
Ένας ολόκληρος κόσμος με κοιτάζει.
Σε ποια αποθήκη έκρυβε το άγαλμα της; Ξύλινη, δίφυλλη, αχνές αχτίδες φωτός, ανάμεσα από τις σανίδες. Πως θα ήταν η καθημερινότητα, δίχως σκόνη-αέναο χάδι στο πρόσωπο σου, -αιωρούνται στου ήλιου τις εσωτερικές ακτίνες. Προσπάθησε να τη σκιτσάρει, μα αποδόθηκε θυμωμένη: η ζωή είναι μικρή στις αραιοκατοικημένες συνειδήσεις. Τούτη τη πλύση εγκεφάλου, προσπαθούν να σου επιβάλλουν –της είπε: μη τσιμπάς.
Η αγκαλιά της, ανάμεικτος χυμός, φρούτων.
Νέκταρ των θεών –της χαμογελά.
Τρυφερό τρυφερό φιλί, στο μάγουλο της, σιμά στα χείλη. Χάδι στα μαλλιά. Είναι ένα σώμα σε κάποια ζεστή από ενδιαφέρον γωνία, στην πόλη. Τα βήματα, εισερχόμενα, στη γούβα της αγάπης.
Το χαμόγελο της –στέκεται δίπλα στον ήλιο.
Όπως είναι ο καθένας: δίχως τέλεια δόντια, αψεγάδιαστη κορμοστασιά. Δεν έχουμε τόσο ελεύθερο χρόνο, να ομοιάσει το καλούπι, με τα αρχαία γλυπτά, της αναφέρει.
- Χώρο θες να πεις, του μιλά –φέρνει το άλλο χέρι γύρω από τον λαιμό του (τον έχει ανάγκη).
Είναι κλειδωμένες οι εγκαταστάσεις.
- Γιατί; Τον ρωτά.
Για να μην ικανοποιείται ο εγωισμός να αγαπάς την υγεία σου. Έλα πιο κοντά.
- Δεν πάει άλλο –του γελά. Θα γίνουμε ένα.
Έτσι είναι η φυσική αγάπη.
- Άνοιξε το ραδιόφωνο.
Νόμιζα, πως ήδη ακούγαμε –μόρια σκόνης, στην αίθουσα του χορού της αλληλοσυμπλήρωσης.
Αν ήταν ο κόσμος ένα ήσυχο, καθαρό τασάκι.
Θέλει να τη ζωγραφίσει. Όπως του κρατά με τα μάτια, το πρόσωπο. Στον κήπο της πίσω αυλής. Πετά αυτός με τη σκέψη, γύρω από το άγαλμα της. Κρύσταλλα τρυφερότητας, σημαίνουν χαρακτηριστικά. Ο καμβάς δέχεται την υγρασία του πινέλου. Ανατριχιάζουν οι αισθήσεις. Ποτίζουν το σιντριβάνι. Τους πόρους της γης.
Είναι η φροντίδα του.
Η ζωή είναι αιώνια.
Ήδη το ξέρει, εκείνη.
Εσύ γεννάς τον ποιητή –της λέει.
Οι οφθαλμοί, πράσινα φύλλα. Μυρίζει λιβάνι.
Δεν είναι κακό να ερωτεύεσαι. Θέλε το.
Αμέσως μετά ήρθε κοντά της. Την αγκάλιασε.
Δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά.

Γεράσιμος Μηνάς 2008
Το παιδί: ο ανιψιός μου.

Ο ανιψιός μου είναι ένα παιδί που δεν πρέπει να προδώσω –όπως εμένα, μόνο το κουφάρι που γονιμοποίησε τη μάνα μου. Όχι, δεν πρέπει να το προδώσω, επαναλαμβάνει μια φωνή, μέσα μου, κάθε τόσο. Το παιδί που μου δίδαξε την αγάπη. Πάντα με τύψεις, γεννιέται η αγάπη. Το μόνο άτομο, μια ψυχή που με αγάπησε, με αποδέχθηκε ως άνθρωπο. Η μανία των ανθρώπων να μην αφήνουν ως γονείς, το παιδί τους, να αποκτήσει μια αγνή προσωπικότητα, μα χωρίς λόγο, αγχωτικά, να το πιέζουν να ‘ναι κοινωνικό, προτού καν πάει νηπιαγωγείο. Προτού μάθει η χροιά τον τόνο της φωνής, χρησιμοποιώντας την ελληνική γλώσσα, μήπως διαλέξει με λόγια, ποιους αγαπά. Όπως η γραφή επιλέγει να εξελίσσεται σύμφωνα με δικό της θέλω, κι όχι όπως θα θέλανε οι συγγενείς κάθε γραφιά.
Εμένα δεν μου δίδαξαν καν, ότι πρέπει ως ενήλικος, από τη στιγμή που φοιτούσα στη σχολή γραφιστών, 1991-1992, πως μου ανήκε το θέλω: να κάνω μια σχέση. Θα ‘χα παντρευτεί, θα ‘χα παιδιά. Δεν θα γινόμουν καν, ποιητής ή συγγραφέας, τουλάχιστον όμως θα ‘χα κάτι σημαντικότερο: την αγάπη ενός δικού μου παιδιού. Ή δύο, ή περισσότερων. (η γυναίκα είναι άνθρωπος, όχι κουνέλα, ή μαξιλάρι για να ικανοποιούνται οι σύζυγοι!).
Εγώ αν θέλω να εκφράσω κάτι, το γράφω. Αφού ορισμένοι δικοί μου…άνθρωποι, δεν εννόησαν ακόμα, το παιδί, μέσα μου: κάπως έτσι διατηρείται η αγνότητα μιας ανεκμετάλλευτης πηγής, προσφοράς και μόνο. Αν είναι να εκτεθώ, μιλώντας για αγάπη, το αφήνω. Να αφήνονται οι φουσκάλες οξυγόνου. Μεγαλώνοντας η ατομική προσωπικότητα. Ελεύθερα. Κόντρα σ’ αυτούς που γνωρίζανε τα υπέρ και τα κατά, στη δημιουργία σχέσεων, όμως δεν ενημέρωναν. Πιθανόν λόγω ανωτερότητας….
Αυτοί που τα θέλουν όλα. Ακόμη και τα ξένα.
Τέλος πάντων.
Δεν θα μπορούσα να αντέξω να μεγαλώσει ένα παιδί που με γνωρίζει, έχοντας μη καταπιεσμένη μορφή αγάπης προς τον θείο του –κι εγώ να μείνω μακριά. Να προδώσω κάτι αγνό, επειδή δεν θα το συναντώ –λόγω της διπλανής παρουσίας ενός υποκριτή, ψευτοχριστιανού, που είναι έτοιμος να αγοράσει μια θέση στον παράδεισο!!
Αυτό ας το καταλάβουν αυτοί που δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ, για τα γραπτά μου, επειδή ήσαν ανώτεροι μες τη χρήση του δέρματος τους. Αντιμετωπίζοντας με ασφαλή επιθετικότητα, κάποιον γραφιά που ακόμη δεν έλαβε περί τούτου, από πρώτο χέρι, γνώση: άρα γιατί να μας ενδιαφέρουν τα γραπτά σου; Δεν είσαι ίσος μας. Απλά δεν αποδέχονται κάθε ανόθευτο σκεπτικό-γραφιά: τα έγραψα λοιπόν. Απλά γιατί δεν δέχομαι να καταπιέζω τις γνώμες μου, όπως αυθόρμητα μου γεννιούνται. Απλά, μου μάθανε να καταπιέζω την αγάπη μου. Αν είναι δυνατόν να στο διδάξει αυτό, κάποιος που είναι περήφανος μόνο για το ένα του παιδί. Έτσι έχει η κατάσταση για όσους αγαπούν την αλήθεια. Περίπου έτσι είναι και η αγάπη ενός παιδιού, του οποίου απλά ακόμη δεν του μάθανε: πως ενήλικος θα γίνει, μόνο αν αγοράσει την αξιοπρέπεια του, δουλεύοντας: αγοράσει ωριμότητα, κάνοντας ως ενήλικος, σεξ.
Ας μείνουν μη καταπιεσμένα τα τελευταία άρθρα: από ανθρώπους που μια ζωή θεωρούσαν προσβολή για την κοινωνία, να συζητούν οι ίδιοι, με άτομα που δεν κάνανε ακόμη, σεξ.

Γεράσιμος Μηνάς 2008
η πόλη ως τέχνη - συνέχεια -












Οι πνεύμονες μιας έκθεσης

Ο μαθητής, θυμάται μια έμμεση απειλή, από κάποιο άρθρο σε περιοδικό, πως αν κάποιος αφοσιωθεί στη συγγραφή, πληρώνει το τίμημα. Το τίμημα; Ποιο τίμημα; Σήμερα έχει την απάντηση: να δικαιώνεσαι μετά θάνατον. Η πατρίδα είναι μόνο ένα φάντασμα, περιφραγμένη από ένα, ελάχιστα διάφανο, σεντόνι, κατά μήκος των γνωστών και μόνο, συνόρων. Όπως να συμβιβάζεσαι πως δεν θα γνωρίσεις από πρώτο χέρι, μια ξένη πόλη –έστω. Δεν έχουν όλοι οι δρόμοι, φανοστάτη. Στην ομίχλη; Δεν τόλμησε καν να δει, την εικόνα. Να, η ευκαιρία. Να επισκεφτεί τη βουλή των ελλήνων, όπου φιλοξενούσε μια έκθεση με το τι έγραψαν τόσο καιρό, οι 300 μαριονέτες, τοπικά, της ευρωπαϊκής ένωσης. Διαφορετικά δεν σου επέτρεπαν την είσοδο: Παρά μόνο αν ήσουν ανήλικος: χωρίς δικαιώματα. Ένας χώρος, η βουλή, που ομοίαζε στον νου του απλού πολίτη, όπως ο χώρος κάτω από τη σκηνή –όπου ανεβοκατέβαζε, σκηνικά, άτομα κλπ. όπως ένα τέτοιο υπόγειο, στην λυρική σκηνή. Κάτι όντως, σημαντικό, όμως τι έμπνευση να αντλήσεις από ένα σημείο, χωρίς παράθυρα.
Ο μαθητής δεν ήξερε πως μοιάζει η ιστορία, κοιτώντας τη πρόσοψη της βουλής. Επιθυμούσε κάτι στιβαρό, όμως ο χώρος ήδη είχε γίνει, τρομερά, ρεζίλι, με την μη τήρηση, ταπεινά και σεμνά. Τόσα σκάνδαλα, τόσες εταιρείες, κρατικές και μη, ειδήσεις, προβολή των ενόχων, όλα τούτα απλά ως αναφορά. Αυτά τα πρόσωπα που ανεβοκατέβαιναν στα χαλάσματα: δεν τα παρατηρούσαν: απλά τα παραδέχονταν ως μεταφορά από τρίτους: κάτι αδαείς, χωρίς δικαιώματα ή ..προτροπή κριτικής. Προς άτομα που χόρευαν αντί να περπατούν, οπότε και η γραφή τους ήταν εξίσου τρελή. Γι’ αυτό και ο μαθητής, δεν είχε ανάγκη να πάει να διαβάσει τίτλους από βιβλία, βουλευτών. Δεν τον φόβιζε η σκόνη, μες τα χαλάσματα. Το χώμα, η λάσπη, η κινούμενη άμμος λόγω προδοσιών. Οι μαριονέτες είναι μια μορφή τέχνης, έχοντας το καλούπι του δίποδου. Άρα χωρίς φωνή, τα τούβλα-βιβλία, κει, μέσα, στην έκθεση. Τούβλα που χτίζανε εκ των έσω, μες την ομίχλη, την Ελλάδα του μέλλοντος. Μη μπορώντας να γράψουν με κεφαλαία γράμματα, αποδεχόμενοι άρα, πως τίποτα σημαντικό δεν έμεινε.
Δεν υπήρχε σοφία εκεί μέσα. Μνήμη.
Ο μαθητής έκαμε μεταβολή.
Προτίμησε τη φτωχή ελλάδα, πέρα από τα τείχη της βουλής: η οποία φυλάσσεται από τη δικαιοσύνη, και μέσα της, προφυλάσσει όλες τις ατιμίες της χώρας. Νόμιμες και μη. Ως ψηφοφορίες, ως προϊστάμενοι δεσμοφυλάκων. Αν είναι δυνατόν τέτοια άτομα να ‘ναι ικανά να γράψουν, αγνοώντας πως ήδη κατοικούν σε διαδρόμους –χωρίς κελιά- οι δολιοφθορείς της χώρας. Γιατί να σηκώσει τα μάτια, ο μαθητής; Να τους κοιτάξει.
Προσπερνά το σημείο όπου η δημοκρατία, οπλοφορεί. Στο φυλάκιο μιας εισόδου. Μακριά από ανθρωπόμορφες μαριονέτες, που φτύνουν ανοιχτά, τον λαό. Σε σχέση τουλάχιστον, μ’ εκείνους που ζηλεύουν όσους αφοσιώνονται στην τέχνη, ψυχή τε και σώματι. Επειδή η αληθινή τέχνη είναι για να χαρίζεται, δωρεάν, κι όχι να κάνεις τέχνη μόνο αν είναι να εισπράξεις ή να ζήσεις από αυτό. Αν είναι δυνατόν οι άτιμοι να μοιάσουν έστω και λίγο, στους αληθινούς λογοτέχνες.

Γεράσιμος Μηνάς 2008
- ένας χώρος για όλη την οικογένεια,
για ζεστούς ανθρώπους,
με ποιοτική μουσική -





πιστευτά και απίστευτα