Κατάλληλο για όλους

Thursday, November 30, 2006

Χωρίς έλεος

Είναι χειρότερο
Να βρίσκεσαι σε οικονομική ανέχεια,
Από συναισθηματική.

Σε αντίθεση!
Με τους κοινωνικούς και δραστήριους
Ενόσω κυκλοφορούν, συννεφιασμένες ημέρες,
Με γυαλιά ηλίου.


Γεράσιμος Μηνάς 2004

Ανθρωπιά

Η πολύ θέρμανση
Αποχαυνώνει το σώμα.
Η άνεση, συνειδήσεις.
Ώστε πλέον δεν ξεχωρίζεις
ή δεν γνωρίζεις πια, πώς να νοιάζεσαι
Κύριε Βουλευτά.
Για μένα.

Η ανθρωπιά επιθυμεί φροντίδα.
Το μήλο αν το κόψεις, μαυρίζει αμέσως.
Αν δεν το φας, σε μια ή δυο ώρες,
Ξινίζει.
Κάποτε.
Σαπίζει.
Γεράσιμος Μηνάς 2004

Γ

Πολλοί,

Μου έχουν καταστρέψει την ζωή,

Επειδή δεν με βοήθησαν επαγγελματικά.

Δεν με προώθησαν

Στο αγαπημένο και πανευτυχές σημείο

Ενός βίου, ικανού να αμύνεσαι σθεναρά, με έναν άλλο,

Στην καταναλωτική ρουτίνα.

Πολλές εταιρείες φυτοζωούν

Με υπαλλήλους, μη ικανοποιημένους,

Μα επαναπαυμένους σε πικρές δάφνες -πληρώνουν συστηματικά, όμως, απαιτητικούς λογαριασμούς.

Κι ας ανησυχούν οι γυναίκες,

Μήπως απολυθούν σε περίοδο εγκυμοσύνης’

Κοιτώ γύρω μου. η σιγή με τρελαίνει.

Γεράσιμος Μηνάς 2004

Ασθενείς

Η δυσωδία κάθε υποκόσμου,

Σπάει την στρώση.

Όσων χτίζουν βίους, με “αντισεισμικές” παραμέτρους,

Ή έτσι νομίζουν οι αλεσμένοι στη βρώμα.

Εμείς έχουμε τη ζωή μας,

Εκείνοι την ανησυχία τους.

Εμείς όποια λάθη μας,

Εκείνη την πρόκληση τους,

Προβάλλοντας την ασθένεια τους στο γυαλί.

Αρσενοκοίτες από κάθε φύλο.

Γεράσιμος Μηνάς 2004

Δάσκαλε που δίδασκες

Να πως τελούνται οι γάμοι,
Π.χ. στο Four Seasons,
Μεταξύ ενός ηλικιωμένου πολιτικού
και μιας νέας γυναίκας.
Χάρη στις εξοπλιστικές μίζες
Και τις κλεψιές του χρηματιστηρίου.
Μια ακόμη, ιστορία
που κανείς δεν γνώριζε το ποιόν της,
μα να που επαληθεύεται.

Παρομοίως,
Πως οι αστυνομικοί,
είναι οι κολόνες
που μας σταθεροποιούν,
Μα να που διαφθείρονται
Και παρενοχλούν τις ποδηλάτισσες
Στον γύρο της πόλης.
Ανίκανοι να απαντήσουν σε ερωτήσεις,
πάνω στο θέμα
που υποτίθεται, ότι φυλούν.

Γεράσιμος Μηνάς 2004

Προς στιγμή

Αν έπαυε ξαφνικά,
η παρουσία των όπλων.
Οι καθοδηγητές του καλού
και του κακού,
Η βλέψη προς τ’ αστέρια
με τους πομπούς ή τους κράχτες τους.

Αναρωτιέμαι,
Τι τότε,
θα είχαν να χωρίσουν οι άνθρωποι.
Ποιος θα προσπαθούσε να καπελώσει
τον άλλο.

Ευτυχώς που έχουμε ιστορία.
Που Κάποιος μας αγαπά και προσέχει.
Τ’ αστέρια στον ουρανό,
οξύνουν τον ρομαντισμό μας.


Γεράσιμος Μηνάς 2004

Πάντρεμα

Ποια είναι αυτή η δύναμη
που κινητοποιεί
Τα μέλη μου;

Λες και τα μάτια μου
εξέχουν απ’ το σώμα.

Ποια δύναμη
οδήγησε
και ποια υλικά

Συνεργάστηκαν
πάνω σ’ αυτό το σώμα.

Είναι τόσα,
που περιμένουν να τα δω.
Να ακούσω.

Αισθήσεις
που οδηγούν, μέσα στο σώμα.
Γεράσιμος Μηνάς 2004

Φασαρία

Αμαρτία σημαίνει αιώρηση.

Ενδέχεται και, σβήσιμο επιμέρους, της μνήμης.

Όπως όταν

Δέχεσαι αναπάντεχα, ως δώρο,

Χρήματα,

μα εξακολουθείς να προσπερνάς

τη ζητιάνα γιαγιά

-γέμισε αναπάντεχα η Αθήνα

(των ολυμπιακών αγώνων).

Ακόμη κι ένα άδικο σύστημα

Καραδοκεί ν’ αφομοιώσει

περισσότερη κακία,

Μέσα της,

Κακία από παραστράτημα αμαρτωλή.

Αμαρτία είναι η στέρηση

-όπως ο καθένας το εννοεί.

Βαδίζεις εμπρός

με δεύτερο ζευγάρι μάτια, -στο σβέρκο-

Κι εκείνα όμως,

Βυθισμένα σε ομιχλώδες λάκκο-λαβύρινθο.

Φορές,

Συλλογίζομαι τα παρακάτω:

Αν, όταν,

θα, ίσως,

Μα κυρίως το:

«ενόσω».

Γεράσιμος Μηνάς 2004

Ανάμεσα

Γιατί “ξαφνικά”

Κανείς δεν μιλά, πια,

για παραβιάσεις του Εναέριου μας χώρου

από Τουρκικά αεροσκάφη;

Γιατί δεν είδα στενοχωρημένους

τους βουλευτές, της παρούσης αντιπολίτευσης;

Μήπως η Θράκη είναι Τουρκική;

Στις παρελάσεις, δεν έβλεπα τον ανώτατο Άρχοντα.

Στα σχολεία, ποιος μίλησε για ενότητα.

Θα ‘πρεπε η Ελλάδα, να ‘χει φιλότιμο,

-όσο κι αν το εκμεταλλεύονται, οικονομικοί κολοσσοί.

Είναι ένα σπίτι ήρεμο,

Όταν τα κειμήλια του, κρυφά, χάνονται ανεπανόρθωτα;

Προτιμότερο θα ήταν, να επενδύαμε,

παρά να κλέβουμε στο χρηματιστήριο.

Επιθυμητά τα Ευρωπαϊκά κονδύλια,

Όταν απορροφούνται σαν σφουγγάρια, μουσκεμένα σε ξύδι.

Μήπως τα παιδιά, μεγαλώνουν σε ξένα χέρια

Ηλεκτρικών οδών, δίχως Εθνική ταυτότητα.

Δίχως πάρκα με πράσινο.

Καιρό και χρόνο για όσα δεν βλέπονται. Παρά βιώνονται.

Φορές, λογοκρίνω τα γραπτά μου.

Σα πάθος

Που ζητά ικανοποίηση.

Σα κάτι φυσιολογικό, μη αναστρέψιμο.

Γεράσιμος Μηνάς 2004


Χωρίς πλάτη

Όσες παρακινήσεις κι αν δεχτώ
Τις τοποθετώ στο ράφι –μαζί με τις υπόλοιπες.

Συχνά, ωραιοποιούμε την τωρινή μας ευτυχία;
Αποφεύγοντας τη συνεχή ροή, παρέα με άλλους.

Όταν έχω μπροστά μου εκείνο που πόθησα
Καταλαβαίνω όλα τα άλλα που δεν έχω ανάγκη.

Άλλες φορές, σε σκέπτομαι. Πόσο σκεφτική.
Δεν έχεις ανάγκη από μένα, υποστηρίζω.

Που πήγανε οι άλλοι;Περιεχόμενο σε τρισδιάστατη κορνίζα χωρίς πλάτη.
Γεράσιμος Μηνάς 2004
Παρατηρώ

Όπως όταν εκτελείς κάτι,
με πρόχειρο –να ξεμπερδεύουμε- τρόπο.
Παρατηρώ την αναίμακτη
-ετούτη τη φορά- επεκτατική εκστρατεία
Του προτεκτοράτου της Τουρκίας, δυτικότερα.
Για ποια επανένωση μιλούν.
Και ποιοι Κύπριοι θα θυσίαζαν τον Πατριωτισμό τους,
Εμπρός στο γυαλιστερό θόλο της Ενωμένης Ευρώπης.

Με την ίδια τακτική
Που ορισμένοι παραδέχονται την δικτατορία
Ως παρεξηγημένη κατάσταση,
Ως καλή! Εφόσον έφαγαν ψωμί!
Παρατηρώ τους νέους
Να ξεχνούν;
Σύμβολα, ιστορία, θυσίες, αλληλεγγύη
Ακόμα και τις μοναδικές, παροιμίες.


Γεράσιμος Μηνάς 2004
Χειρισμός

Πως έρχεται κοντά,
ο γιος με τον πατέρα;
Με την ίδια τάξη, που παραχωρείς
τη θέση σου –σε λεωφορείο- στον γεροντότερο.

Ξέρω πόση δύναμη
Έχει αυτό το σώμα.



Γεράσιμος Μηνάς 2004

Κληρονομικό νόσημα

Δυστυχώς δεν πλησιάζει ακόμη,

η άνοιξη, στην πολιτική.

Ορισμένοι που κατέστρεψαν την χώρα,

Παραφράζουν το σύμβολο της σημαίας τους

Ώστε να κερδίσουν ακόμη περισσότερα

Πριν την συντριβή τους στις εκλογές.

Ο ήλιος τους γίνεται κι αυτός, αντικείμενο,

Όπως το φθαρμένο τους Εθνικό έργο.

Δυστυχώς,

Στον γαλάζιο αυτό, ουρανό

Της Πατρίδος,

Γυαλιστερά χαρτιά, παρόμοιου χρώματος

Πετιούνται απ’ το αντίστοιχο κόμμα,

Στα μούτρα μας, προκλητικά.

Παρόμοια ακαμψία, διέπει

Και τον κορμό του αρχηγού τους.

Γεράσιμος Μηνάς 2004


Επιλογές

Πες, η ζωή αποτελεί δικαίωμα σου.
Έστω κι αν βιάζονται παιδιά σε ιδρύματα.
Ή αδειάζουν οι επιχειρήσεις από εργάτες.
Με το περιβάλλον να μολύνεται ολοένα.

Κοίτα το μέλλον όπως αγαπάς τον εαυτό σου
Ο οποίος επεκτείνει το κύρος του
Δημιουργώντας οικογένεια,
Μήπως και εννοήσεις την ανησυχία των δικών σου.

Παρακολούθησε με ότι μέσο κρίνεις,
Την πραγματική πλευρά των πραγμάτων.
Αναμένοντας την επαφή της στοργής.
Μια γλυκιά χειρονομία, κι ένα, σ΄ αγαπώ.
Γεράσιμος Μηνάς 2004
Προίκα, στον 21ο αιώνα

Πω πω κέφια που έχω σήμερα, ακούγοντας όλους τους καταπιεστές γονείς, να λένε τις μπαούτες τους (όπως έλεγε και η γιαγιούλα μου, για μη χρήσιμα πράγματα). Μπαούτες γενικά άνθρωποι, στο ίντερνετ, που τους τρώει συνεχώς, κάτι, στο εσώρουχο τους (άντρες και γυναίκες). Άσχετο…
Συνεχίζω να γράφω, ακούγοντας τις ανοησίες που λένε στις ειδήσεις, για μολυσμένα με ραδιενέργεια, πολιτικά αγγλικά αεροσκάφη. Προσπαθώντας φυσικά, να παραπλανήσουν το κοινό, για το πώς πέθανε εκείνος ο ρώσος, κατάσκοπος ήταν; Δεν ξέρω. Λες και δεν έχουν ανιχνευτές στα αεροδρόμια, για πάσης φύσεως, επικίνδυνα υλικά.
Στο θέμα μας: αρχίζω να παγιώνω μέσα μου, την πεποίθηση, από όλα εκείνα τα αποκρουστικά δείγματα, γυναικείων συμπεριφορών, πως δεν πρέπει να παντρευτώ. Τελικά, το 99% των γυναικών, είναι δυσλειτουργικές. Και απορώ, πως παντρεύονται και με τι κριτήρια, γεννάνε παιδιά ή γενικά, δημιουργούν σχέσεις. Εννοείται, για να μη βγάζουν σπυράκια. Ή για να δακτυλοδείχνονται.
Ακόμη και στο σημείο: να καρπώνεται την προίκα της συζύγου, ο γαμπρός. Επειδή περί αυτού, πρόκειται. Ως πατέρας, έχεις δεν έχεις, μέσα, να πρέπει να αφήσεις κάτι ως προίκα, στην κόρη. Σπίτι, εννοείται.
Αν έχεις καλή καρδιά, και μια ουσιαστική επαφή, με την κόρη σου, να της το γράψεις, όποιο τελοσπάντων διαμέρισμα, μπορείς. Όχι όμως να ρίχνεις το άλλο σου παιδί, απειλώντας το: Ή θα κάνεις ότι σου λέμε, ή θα λάβεις, κάρβουνο.
Και μετά απορεί ο γονιός, αφότου έχει παντρευτεί και το άλλο παιδί, ως δεύτερο, -που το πιθανότερο σήμερα, είναι, να μη πήρε προίκα- να λαβαίνει ο “γονιός”, οδηγία: μην έρθεις αν δεν με πάρεις τηλέφωνο.
Τι περίμενες, κύριε πατέρα ή κυρία μάνα, ότι θα συνέβαινε; Αναφέρω το προηγούμενο παράδειγμα, ως την καλύτερη περίπτωση: ν’ αφήνεις πίσω τα παλιά και να συγχωρείς τον άλλο, κάτι που για μένα, δεν ισχύει τελικά. Είναι μόνο μια θεωρία.
Όπως το να λες στον άλλο: δώσε στο παιδί σου, ότι όνομα θέλεις.
Προσωπικά, αν δεν πέσω στο 0,01% άξιας γυναίκας (εννοείται, όχι αν είναι ηθοποιός, που κρεβατώνεται για το ρόλο ή στο ρόλο, εδώ κι εκεί), που αυτό το 0,01%, καταφέρει να δει ότι είναι άνθρωπος, και τι σημαίνει σεβασμός (όχι σαν κάτι άλλες), τότε και μόνο, θα παντρευτώ.
Εννοείται με δικά μου μέσα.
Ακόμη κι αν οικονομικά μας, μας επιτρέπουν μόνο για έναν παπά, σε κάποιο εκκλησάκι, από εκείνα που χωράνε μετρημένα άτομα. Ένας μικρός χώρος όπου καταλαβαίνεις τι σημαίνει, ευλάβεια. Σεβασμός. Όχι να τραπεζώνεις 1000 άτομα, που ούτε τους ξέρεις, ούτε σε ξέρουν. Ούτε υπάρχει οικειότητα και ανθρωπιά.
Θα υπάρξουν πολλοί που θα συλλογίζονται: μακάρι να πέσω σε πεθερικά, που θα έχουν προβλήματα υγείας, ώστε να μην μου κουβαλιούνται, στο σπίτι. Δεν βλέπεις –για τις γυναίκες- που έχεις το μπούστο σου έξω, συνεχώς, όπου κι αν βρεθείς, σαν κάτι σκυλιά που συνέχεια μυρίζουν, ξέρεις τι, χωρίς διακοπή. Ή ο σύζυγος που διαρκώς καπνίζει, “σκοτώνοντας” τα παιδιά του, με τον καπνό. Απ’ το μεγάλο του δικαίωμα, πρώτα να σκοτώσει τον εαυτό του, και μετά να μην αφήσει τον εθισμό του. Το δυστυχώς όμως, είναι, πως όταν παντρεύεσαι, κληρονομείς και το σόι του άλλου. Θέλοντας και μη. Ότι κι αν είναι οι άλλοι. Σαν τα σκυλιά που λέγαμε πριν.
Είναι σπάνιο να πέσεις σε διακριτικά πεθερικά.
Σπανιότερο, σε γυναίκα σύζυγο που δεν θα σε καπελώνει, με την δικαιολογία, σε πιθανότερο τσακωμό, με ή χωρίς, αιτία: αυτό είναι το σπίτι μου. Και θα φέρω όποιον θέλω. Βλέπε ακόμη, και τους γονείς της. (σαν υπηρετικό προσωπικό).
Και άντε και πες, ότι ανέχεσαι τους δικούς της κατά ένα ποσοστό, τι συμβαίνει όμως, όταν εκείνη δεν ανέχεται τους δικούς σου ; Επειδή της χαλάνε το ντεκόρ, εννοείται, επειδή οι Ελληνίδες, ως επί το πλείστον, το έχουν καβαλήσει το καλάμι. Που άμα τους πεις: είμαι κουρασμένος γλυκιά μου: είτε θα σε απατήσουν, είτε θα σου παραπονεθούν: τι σου φταίει η μάνα μου, που μας κρατάει το παιδί; (μαγειρεύει, σφουγγαρίζει, κλπ Το κορόιδο δηλαδή).
Βέβαια, το χειρότερο είναι να πέσεις σε περιπτώσεις του τύπου: να γελάνε και να χαμογελάνε μεταξύ τους, διαρκώς, παντρεμένο ζευγάρι, με πεθερικά –δικά του. Διαρκώς ..ηδονισμένοι.. δηλαδή. Η κόρη, επειδή έχει συμφέρον, η γονική παροχή, να γίνει γράψιμο σπιτιού. Ο δε γονιός: πέτυχα.
Αλήθεια;
Η προίκα που θα δώσεις, ακόμη και στον 21ο αιώνα, σε προβάλλει: επιτυχημένο γονιό; Πολύ αμφιβάλλω.
Η προίκα ανήκε, έως πριν 3 δεκαετίες.
Αν μου δώσουν εμένα, αν θα πω όχι;
Εννοείς οι δικοί μου; Ή της μελλοντικής μου γυναίκας; 0,01%
Για κληρονομικά δικαιώματα, πιθανόν να γράψω αργότερα. Εννοείται, αν υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν χρήσιμο να διαβάζουν. Επειδή κι ετούτο σημαίνει: δίνω αλλά ως πότε.
Αφού λοιπόν βρω γυναίκα, που να μην βάφεται, άρα να μην είναι φιλάρεσκη και πονηρή, να μην πίνει ούτε να καπνίζει, με τσιφτετελέ γούστα και τάση προς ξενύχτι. Να μην έχει βρώμικο στόμα, να μην λέει ψέματα. Να μην χρησιμοποιεί το σώμα της ως όπλο εκβιαστικό. Να μην είναι ξεροκέφαλη, εγωίστρια και αλαφρόμυαλη. Να ξέρει τι είναι σεβασμός και αποδοχή, τότε ναι, αυτό που θα της αφήσει ένας γονιός της, να της το αφήσει. Δικό της θα είναι. Η γυναίκα, εάν και πότε, παντρευτώ, έτσι όπως κατάντησαν οι Ελληνίδες, θα είναι πρώτα, άνθρωπος.
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Καλύτερα!

Θα ξεκινήσω με το: καλύτερα να σε λυπούνται, παρά να σ’ αποδέχονται. Επειδή, αν σε αποδεχτούν, χάνουν ολόκληρο το σύμπαν τους, και μετά, πως θα συνεχίσουν να υποτιμούν, όσους θέλουν να υποτιμήσουν; Αν και το καλύτερο κατά την άποψη μου, είναι: να σε λυπούνται, για να σε αφήνουν ήσυχο.

Προσωπικά, αυτούς που δεν αποδέχομαι, επειδή ανήκουν στον δικό τους τύπο, ωριμότητας (ασυδοσίας δηλαδή), είτε τους πετάω στα σκουπίδια, είτε τους περισσότερους από αυτούς, τους χρησιμοποιώ ως χαρτί υγείας στην τουαλέτα του σπιτιού μου. Και φυσικά, δεν τους λυπάμαι, σε καμιά περίπτωση. Επειδή βλέπουν τον εαυτό τους και τους γύρω, ως προφυλακτικό (στην πράξη και τη νόηση).
Οπότε θεωρούν δικαιολογημένο να “λυπούνται” τον άλλο, που ούτε πίνει, ούτε καπνίζει, μήτε ξενυχτά. Ούτε βγάζει κάτι καλό… μεταξύ αρμονίας και δυσαρμονίας. Αρμονία εννοούν, να είναι εντελώς ελεύθεροι. Π.χ. να κοροϊδεύουν την εφορία. Να μην χτυπάνε εισιτήριο στο λεωφορείο. Να τα πηγαίνουν καλά με τους γονείς τους, μόνο και μόνο, για να τους αφήσουν κάτι. Δυσαρμονία εννοούν: να δοκιμάζουν τα φρούτα της νύχτας, που έτσι κι αλλιώς, είναι νεκρή τροφή. (σκεφτείτε εσείς, τι εννοώ).
Έτσι, όλοι αυτοί που βιώνουν τον δικό τους τύπο, ωριμότητας, αν δουν ότι διαφέρεις, άρα δεν φθείρεις τον εαυτό σου –παντοίο τρόπο- θα χρησιμοποιήσουν ξανά, ένα δικό τους τύπο λύπησης, και φυσικά όχι αποδοχής, αφού είναι ανίκανοι να δουν τα προσωπικά τους χάλια. Άχρηστοι άνθρωποι, που εγκεφαλικά, ακόμη, δεν εξελίχτηκαν.
Άτομα δηλαδή, χωρίς συναισθήματα, που κάθε τι, το πράττουν, για τύπους και τύπους, συμφερόντων. Γενικά, χρησιμοποιούν τους τύπους.
Κατόπιν, μεταβάλλονται σε νευρασθενικούς γονείς –όπως μια γειτόνισσα μου- που είναι μανιακή με το σεξ, η οποία, όσο την θυμάμαι, κακοποιούσε ίσως και όχι μόνο, με τις φωνές, τα παιδιά της (έχει πολλά). Χρησιμοποιώντας τον τύπο της εξουσίας: καλύτερα να με φοβούνται, παρά να μ’ αγαπούν (αυτό ισχύει και για τον Θεό). Επειδή, σκέφτονται: αν ήθελα να μ’ αγαπούν, θα ήμουν ήρεμο άτομο. Θα καταλάβαινα τα λάθη μου και δεν θα καταπίεζα τους δικούς μου ανθρώπους.
Ως γονιός, κάποιος, που ασκεί ψυχολογική βία, στα παιδιά του, προτιμώντας να τον φοβούνται, άρα να τον σέβονται…, αυτός ο γονιός, πιστεύει ότι έχει βρει την αρμονία με τον εαυτό του, κυρίως με τους γύρω. Επειδή, μετά τις σφαλιάρες που τρώει στη δουλειά, πρέπει κι ο ίδιος να βάλει στη θέση… τους, όσους του πάνε κόντρα.
Μην απορήσεις, αν τα παιδιά σου, σε μισήσουν, μεγαλώνοντας.
Υπάρχουν κι εκείνοι που θέλουν να τους φοβάσαι, ώστε να σου επιτίθενται με την άνεση τους. Ιδίως κάτι ώριμες… γυναίκες, που για να σ’ εκδικηθούν -επειδή ..έθιξες.. το προφυλακτικό τους- χρησιμοποιούν τρίτους.

Σα να λέγαμε: δεν σε αποδέχομαι, σαφώς γιατί ενεργοποιείς την συνείδηση μου, που είχε αποχαυνωθεί από τα ποτά, και τα χαπάκια που σου δίνουν συνεχώς, ενέργεια. Η γενικότερη αλαζονεία, ότι έχουν, εκτός από ταλέντο.. στη ζωή –χάρη στα χρήματα, εννοείται- και άλλα ταλέντα…
Η γενικότερη πρακτική: καλύτερα να μην ακούω τα βάσανα του άλλου. Τι με ζαλίζει τώρα, εκείνος, και δεν με αφήνει στην νοητική μου τεμπελιά!

Υφίσταται και άλλος τύπος: καλύτερα να κάνω τα στραβά μάτια, όταν με λοιδορούν, επειδή, πρώτον: δεν πρέπει να δίνω σημασία, και δεύτερον, γιατί δεν είμαι δικομανής. Εξάλλου, τι μπορούν να μου κάνουν;
Ετούτα τα σκέπτεται ένας με υγιή νόηση, εκτός βέβαια, αν θεωρεί πως είναι τέλειος, όμως δεν βλέπει πέρα από την μύτη του. Το λεγόμενο εγώ.
Π.χ. μια ζωή έκανα ότι ήθελα. Όπως να προκαλώ τα αδέλφια μου, με κινήσεις του τύπου: να φέρνει η κοπέλα τον αρραβωνιαστικό της, στο πάνω σπίτι, κι εσύ να τους ακούς τη νύχτα, που βγάζουν τα μάτια τους. Ή να εκδηλώνονται πολύ, μπροστά σου, σκανδαλίζοντας σε. Χωρίς να σέβονται ότι εσύ, είσαι μόνος.
Πώς να αποδεχτείς τέτοια άτομα; Και πώς να τα συγχωρήσεις;
Εγώ θα πω: ποτέ.
Κατά το ρητό: μια φορά ανήθικος, πάντα ανήθικος.
Μια φορά απατά, πάντα θα σε απατά.
Μια φορά κλέφτης, πάντα κλέφτης.
Ξεκινάς να βρίζεις τους γονείς, πάντα θα τους βρίζεις.
Και πάει λέγοντας.
Αυτή είναι η μορφή του ειδικού τύπου ωριμότητας, που αναφέρθηκα στην αρχή. Νευρασθένεια, εννοείται, παρά αντιμετώπιση των προσωπικών τους προβλημάτων, όπως συμφώνησε μαζί μου, ένας εκπαιδευτικός στην τηλεόραση, όταν τον πήρα τηλέφωνο να του πω τη γνώμη μου. Πάνω σε θέματα ανθρώπινης συμπεριφοράς. Να ‘ναι καλά το διαδίκτυο και τα ανθρώπινα φρούτα, παντός τύπου.
Οι νευρασθενικοί, άρα ώριμοι… είναι σα να ‘χουν πατημένο συνεχώς, το γκάζι.
Κάποια στιγμή, σταματάς να τους λυπάσαι, μετά τους σιχαίνεσαι, κατόπιν τους αποφεύγεις –αλλάζοντας ακόμη και τετράγωνο- Τέλος τους χρησιμοποιείς ως χαρτί υγείας.
(ποιους ειδικά, σε επόμενο άρθρο. Πιθανόν ως Χριστουγεννιάτικο δώρο, για τα άτομα: οχετός της Κοινωνίας).
Όπως λένε: όλα τα γουρούνια έχουν την ίδια μούρη. Ετούτο ισχύει και για την πουτανιά, στην πράξη και τη νόηση.
Έχω αρχίσει να μην αναρωτιέμαι τελικά, ποιος είναι αυτός που έχει τα ψυχολογικά προβλήματα.
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Wednesday, November 29, 2006


Αν εξαρτιόταν το μέλλον της ανθρωπότητας,
από ένα ζάπιγκ στην τηλεόραση,
Σίγουρα τότε,
θα ήμασταν καταδικασμένοι
















Αμερικανικό Τένεσι, γίναμε

Θυμάμαι, ο πρώτος μαύρος άνθρωπος, που είδα, ζωντανά, στο δρόμο –και όχι σε ταινίες- ήταν νομίζω, πριν ένα ή δύο χρόνια. Και μπορώ να πω, πως η έκπληξη μου ήταν μεγάλη.
Ειρηνική έκπληξη, όμως.
Όχι όπως στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ, επιθετικά εκείνο τον καιρό του Woodstock, όπου οι αστυνομικοί, με μένος και μανία, σκότωναν τα βράδια, 6 φορές στο θώρακα, τους μαύρους. Τότε, που τα μελαψά παιδιά, επέστρεφαν στο σπίτι, λέγοντας στους γονείς: με είπαν νεγράκι. Κάτι μεταξύ άγριου και σκλάβου. Τότε που οι μαύροι, δεν αντιμετωπίζονταν ως άνθρωποι. Ως όντα που δικαιούνταν, σεβασμό. Απλά εξυπηρετούσαν τους λευκούς. Σε χειρωνακτικές εργασίες. Κάτι δηλαδή, μεταξύ αναλώσιμου προιόντος ή ενός απρόσωπου όντος, που απλά φυλάει το αφεντικό του, όπου εκείνο, του έχει ορίσει.
Ναι, ήταν μεγάλη η έκπληξη μου, όταν συνάντησα τον πρώτο μαύρο άνθρωπο. Όταν με πλησίασε να μου πουλήσει κάτι ζωγραφικούς πίνακες. Όντως, όμως, μέσα στην ανεργία μου, μα και από ενδιαφέρον για την τέχνη, του είπα, πολύ φυσικά, δίχως λευκή υπεροχή: ας το αναβάλαμε για άλλη φορά.
Όλοι οι μαύροι που συναντάμε στις λαϊκές, αν δεν είστε “θαμώνας” του κέντρου της πόλης. Θυμούμενος τους μελαψούς ανθρώπους, ως πολύ καλούς, στα σπορ, μα και στη μουσική. Jazz, Ray Charles. Ταινίες όπως: στον κύριο μας με αγάπη. Ο μελαψός άνθρωπος, που είναι κι αυτός, άνθρωπος. Που πιστεύει στο Θεό, ακόμη κι αν μας κακοφαίνεται, γιατί στις εκκλησίες τους, τραγουδούν: Είναι κι αυτός ένας τρόπος να δοξαστεί ο Θεός, που αρκετοί αρνούνται, γύρω μας. Υλιστές και άκαρδοι, όσο ένα τσόφλι φρούτου, που πια, δεν έχει χρήση.
Ναι, πολλές φορές έχουμε κατηγορήσει τους αλλοδαπούς, για πολλά και διάφορα. Επειδή δεν έχουμε φύγει, έστω και για λίγες ημέρες, εκτός της χώρας μας, ώστε να αποκτήσουμε αίσθηση πολιτισμού και συνδετικούς δεσμούς, με την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Με σεβασμό και δέος για τα υπόλοιπα υπέροχα χρώματα, στα πρόσωπα ανθρώπων, που βλέπουν τον ήλιο, όταν εμείς εργαζόμαστε ή κοιμόμαστε.
Εξάλλου, αυτή είναι η ομορφιά της φυσιογνωμίας της παρουσίας μας, πάνω στη γη.
Αυτή, που αρκετοί ρατσιστές, μολύνουν, με την επιθετική τους συμπεριφορά, ΚΑΙ, Έλληνες, εδώ, σ’ ετούτη τη γωνιά του πλανήτη. Μαθαίνοντας τα παιδιά τους, να υποτιμούν, κυρίως τους μαύρους. Που οι ίδιοι, ορισμένοι γονείς, σαν επικίνδυνοι πραγματικά, εγκληματίες, που γέμιζαν και σένα, με τρόμο, επιτίθενται σε μαύρους, που κάνουν κάτι, λάθος. Πιθανόν, επειδή δεν είναι άσπροι!
Τι κρίμα.. όμως, που δεν φαίνεται, ούτε στους λευκούς, η θέρμη του αίματος, που στον λευκό, είναι ξεχωριστή! Κάτι ιδιαίτερο. Κάτι σαν σπάνια ποικιλία DNA, που χωρίς αυτή, πεθαίνεις!
Αναρωτιέται, ο λευκός: γιατί να πιάσω φιλίες, μ’ έναν μαύρο, που οι περισσότεροι, φοβούνται ή απλά, σκέφτονται: οι μελαψοί είναι καλοί, εκεί κι εκεί. Όχι όμως, να συγχωνευτούν με τον περήφανο! λαό μας.
Την υγιή “υπερηφάνεια”, που οι Ισπανοί, πηγαίνοντας στην νέα ήπειρο, θέλησαν να εξοντώσουν, μέσω της εξολόθρευσης, τόσων υπέροχων πολιτισμών, όπως οι Μάγια, στερώντας από εμάς, όλη την γνώση για πράγματα και θάματα.
Με σφραγισμένο νου, όπως μας έφτιαξαν, να μην αναζητούμε την κληρονομιά, άλλων λαών. Δεν ξέρουμε καν, τι σημαίνει ποιοτική μουσική. Γιατί ν’ ασχοληθούμε με τα Blues. Μήπως επειδή δηλώνουν ανοιχτά, την ελεύθερη φύση του ανθρώπου; Όπως μιλάμε ανοιχτά, μεταξύ μας. Χαρούμενοι πραγματικά, με το δώρο της δημοκρατίας. Ότι στερούσαν οι λευκοί αμερικανοί, στους μελαψούς, τότε, πιο πριν, και έως σήμερα, ανθρώπους, που τους επιβάλλεται, μόνο να πληρώνουν, φόρους. Όχι όμως και να τους φροντίζει, κάποιος, όταν μια φυσική καταστροφή, πλήττει τη μοναδικότητα τους. Ως πολιτιστική προσφορά. Ανθρώπινη παρουσία. Δικαίωμα. Ελευθερία. Δημοκρατία στην πράξη.
Φορές πιστεύω, πως ταλέντο, όχι μόνο στη ζωή, κυρίως σε πολιτισμική προσφορά, δεν έχουν οι Έλληνες. Γι’ αυτό και φεύγουμε στα ξένα. Να δεχτούμε σεβασμό ή να συνενωθούμε με άλλους αδικημένους, που ορισμένοι πολλοί, έκλεισαν σε “γκέτο”, ώστε η υγιής ελευθερία των λίγων, να μην ενοχλεί την ασυδοσία των πολλών: Επιδερμικοί σαρκολάτρες φιλοχρήματοι, ανίκανοι να δουν πέρα από τη μύτη τους. Να ξυπνήσουν.
Επιβεβαιώνοντας για πολλοστή φορά, μέσα μου, πως έπρεπε να ‘χα γεννηθεί, παλαιότερα. Όταν εκτιμούσες, όταν υπήρχε, ποιοτική μουσική. Όταν φαινόντουσαν οι ταλαντούχοι ηθοποιοί. Οι αληθινοί τραγουδιστές. Όταν δεν υπήρχε ιδιωτική τηλεόραση.
Ω ναι! Νοσταλγώ εκείνη την εποχή.
Την εποχή του Μητροπάνου, του Καζαντζίδη, των ερμηνευτών μας, στις Ελληνικές ταινίες. Όταν οι ταινίες μιλούσαν για κάτι σημαντικό.
Μήπως –θα σκεφτεί κάποιος ρατσιστής: όταν δεν υπήρχαν μαύροι, στους δρόμους μας;
Σε πρόλαβε η διαίσθηση μου.
Όχι, περήφανε, φιλοχρήματε Έλληνα, που τα χρήματα, σου δίνουν και μόνο, αυτογνωσία!
Ναι, μόνο αυτό συμβαίνει.
Απλά δεν το παραδέχονται οι ώριμοι…

Ναι, καλύτερα να κάνω σχέση με αλλοδαπή, που εκτιμά τι έχει όπως και τούτη τη χώρα με τον ήλιο που επικρατεί, ζωοποιεί, τονώνοντας τις ανθρώπινες καρδιές.
Τουλάχιστον εκεί, το χρώμα είναι το ίδιο: κόκκινο.

Χαμογέλα φίλε μου.
Μόνο αυτό, σου ζητώ.
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Συζητώ μαζί σου

τώρα που είμαι ήρεμος και βλέπω τους γύρω μου, με αγάπη. Και με κάποια επιείκεια. Που είμαι ζωντανό και θνητό ον. Που μπορώ ν’ αγαπώ όσα πρόσωπα αγαπώ, (ακόμη και τους δικούς μου, που μ’ έφτιαξαν, έτσι, μα από μακριά, πολύ μακριά, πλέον, όμως).

Συζητώ μαζί σου, αδελφή μου, που περίμενα τουλάχιστον εσύ, που είμαστε συνομήλικοι, για ένα μήνα, να ‘σαι στο πλάι μου, ανθρώπινη. Ένα χέρι που αγκαλιάζει τον ώμο. Η ανθρώπινη ζεστασιά, που πλέον αντλώ, μόνο μέσω μιας ξαδέλφης μου, και όχι, ενδοοικογενειακά. Τυχερός που έχω ένα πρόσωπο να μ’ αγαπά. Ανθρώπινα. Συμπάσχοντας. Όπως συμπάσχω κι ο ίδιος, θαυμάζοντας την, γι’ αυτά που μ’ έχει διδάξει η αύρα της, να προσέχω.

Για σκέψου, όμως, αδελφή μου, τι κρίμα που είναι, πάντα κάποιος άλλος να λύνει τις διαμάχες –που δεν του πέφτει και λόγος- επειδή ήθελες να ‘χεις τα πάντα. Κι εκείνο που δεν κατάλαβες είναι: ο διαφορετικός χαρακτήρας που σου μιλούσε. Ξένοι πλέον. Απόκοσμοι, σε διαφορετικές πόλεις και χώρες.
Ο ένας να είναι 100% άνθρωπος, και ο άλλος, να ψωμοζεί, στις πυλωτές από γέφυρες-ασφάλτινους δρόμους. Όπου είναι τύχη, να βρεις ένα φύλλο χαρτί να φτιάξεις ένα όνειρο.
Χαίρομαι πάντως, που είμαι θνητός κι όχι εγωιστής θεός, που κρύβει το πρόσωπο Του, απ’ το δημιούργημα Του.
Όσα λάθη χτίσαμε, αδελφή μου, λόγος πια, δεν μου πέφτει, γιατί είμαστε δυο ξένοι, σαν ελεύθερος χρόνος που δεν έχεις και δεν θες, κάτι, να κάνεις.
Παρά μόνο να κοιμηθείς.
Επειδή φορές, τα θέλεις όλα.
Όσα σου στέρησαν. Ακόμη και το δικαίωμα να αμύνεσαι. Μα θα βρουν γρήγορα το μάστορα τους, όσοι προσπαθούν να μου κάνουν τη ζωή δύσκολη.
Επειδή η υπομονή έχει και τα όρια της.
Σφουγγάρισα, όμως, χτες.
Η σαπίλα τους, με χλωρίνη, απομακρύνθηκε.
Γιατί να υπάρχουν οι άχρηστοι άνθρωποι.
Γιατί δεν αυτοεξοντώνονται; Να ξεβρωμίσει η γη. Η πόλη. Το Κράτος. Ο δήμος. Η γειτονιά.
Αυτοί που σκοτώνουν ανθρώπους, με ε..γ…ο ιό.
Αυτοί που μολύνουν το καθετί. Που βρίσκονται δυστυχώς, εκεί έξω.
Μα σκέφτομαι: η βρωμιά επιπλέει και στον αέρα.
Και δυστυχώς, αναπνέουμε, δεν είμαστε μηχανές.

Είμαι θνητός. Είμαι εδώ.
Πέφτω για ύπνο, ήσυχος.

Κανείς δεν είναι αλάθητος.
Κανείς, ξέρει, τι θέλει.
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Saturday, November 25, 2006

Αν οι άνθρωποι,
έλεγαν ολόκληρη την αλήθεια για τον εαυτό τους,
Τότε θα έπρεπε, οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι,
να σκίσουν τα χαρτιά τους,
Και να πάνε να θαφτούν, μόνοι τους,
σε ομαδικούς τάφους.

Wednesday, November 22, 2006

ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΟΙ
Νόμιμοι, και παράνομοι
ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΡΑΓΜΑ

Με λυπεί να αναφέρομαι σε τέτοια θέματα, μα η κακία δεν σε αφήνει ασυγκίνητο.

Ας ξεκινήσει λοιπόν, το άρθρο:
Εκείνο που με εκνευρίζει, είναι, εκείνη τη σπάνια στιγμή, που θα θελήσεις να αντλήσεις μια χρήσιμη για σένα, πληροφορία, π.χ. πόσο μακριά βρίσκεται, από το σημείο που πατάς, η γνωστή τάδε οδός, ώστε να πας με τα πόδια. Αφού σε συμφέρει κιόλας, από άποψη υγείας, να βρεις την αφορμή, να περπατήσεις, πέντε, επτά, λεπτά.
Τι λαβαίνεις ως απάντηση;
Να πέφτεις σε αλλοδαπό, που μιλάει τα Ελληνικά, σα να ξεροκαταπίνει. Χωρίς να βγάζει άκρη. Και εκνευρίζεσαι. Όχι γιατί οι ξένοι, μας κλέβουν τις δουλειές, αλλά επειδή βρίσκονται, πια, παντού. Και τώρα λες: είναι Ελλάδα, εδώ;
Να μη μιλήσω για την αδιαφορία εκείνου του κουστουμαρισμένου –στη στάση- ενάμισι μέτρο από την αλλοδαπή που ζήτησα τη πληροφορία. Ο οποίος, φαινόταν Έλληνας, μα ούτε που μπήκε στον κόπο να απαντήσει, έστω κι αν δεν ρωτήθηκε.
Παρομοίως όπως περιμένεις στη στάση. Σταματάει το λεωφορείο. Μπαινοβγαίνουν άνθρωποι. Ρωτάς εσύ, τώρα: περνάει από το τάδε σημείο –που σε ενδιαφέρει- το παρόν όχημα; Και σε ποσοστό, πάνω από 90%, ο κόσμος, μέσα στο λεωφορείο –όσοι βρίσκονται κοντά στην πόρτα- δείχνουν αδιαφορία.
Όπως η αδιαφορία των ένστολων, οι οποίοι βρίσκονταν εμπρός στο επεισόδιο με τον 24χρονο Κύπριο, που τον ξυλοκόπησαν, συνάδελφοι τους, ασφαλίτες, με πολιτικά. Μα η ένστολοι, κάνανε την πάπια, ..τιμώντας.. τα σειρήτια που φορούσαν.
ΟΧΙ. Δεν θα είμαι εγώ, αυτός που θα υπερασπιστεί τον 24χρονο που δάρθηκε –σαν σκυλί από ανήλικα παιδιά. Αν όντως, ανήκε σε αυτούς τους αναρχικούς, που “πυροβολούσαν” αστυνομικούς, ή έκαιγαν Πολυτεχνεία και Ελληνικές σημαίες, αν ανήκε –με αποδείξεις, λέμε τώρα- ναι, να φάει ξύλο.
Σκέπτομαι όμως, με το απλό μου μυαλό, πως τελικά, εκείνη η διαίσθηση που είχα –ούτε θυμάμαι από πότε- πως τα επεισόδια στις διαδηλώσεις, τα ξεκινάνε, και, ασφαλίτες, με πολιτικά, ώστε ο κόσμος να μη διαδηλώνει. Παρατηρώ πως αρχίζει να καθαρίζει όλο και πιο γρήγορα, η ομίχλη της αμφιβολίας μου, αν όντως ίσχυε κάτι τέτοιο.
Αφού, το να βλέπεις, ασφαλίτες με πολιτικά και μάσκες, να κρατάνε τσίλιες, όσο κάποια άλλα φασισταριά, χτυπούσαν έναν άνθρωπο, μπαίνεις αμέσως στο σκεπτικό: πως ναι, η δικτατορία στην Ελλάδα, ακόμη συνεχίζεται!
Θυμάστε όλοι εσείς οι έως τώρα, εργαζόμενοι, τις προσπάθειες ορισμένων περιέργων, να παρεισφρήσουν σε εργατικά συνδικάτα, ώστε να μαθαίνουν –όσοι ενδιαφέρονται…- τι συμβαίνει, για να λαβαίνουν τα ..μέτρα τους. Ή παλαιότερα, οι ρουφιάνοι που έμπαιναν σε παρέες, ή κρυφάκουγαν, για να μαθαίνουν πράγματα και θάματα.. ώστε να πλήττεται η ελευθερία, εν τη γένεση της.
Βγήκε λοιπόν, αυτό το φασισταριό, ο χαμογελαστός και είρωνας –ξέρει αυτός ποιος είναι- ο οποίος γελούσε, ως καλεσμένος σε ειδήσεις, με το επαναλαμβανόμενο βίντεο, του ξυλοδαρμού, ενός ανθρώπου –πάνω απ’ όλα. Είπαμε, αν ήταν αναρχικός και επικίνδυνος, να το φάει το ξύλο. Επειδή για μένα, αναρχικοί είναι και οι οπαδοί μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, οι οποίοι στήνουν ένα στέκι, π.χ. στο υπόγειο μιας πολυκατοικίας, προκαλώντας απίστευτο θόρυβο και φασαρία, όταν η ομάδα τους αγωνίζεται. Και όχι μόνο. Και ναι, σε αυτά τα άτομα, αξίζει ένα καλό χέρι, ξύλο (και συγχωρέστε με, που τελευταία, γίνομαι πολύ σκληρός, με θέματα και καταστάσεις. Μα δεν μπορείτε να κάνετε ότι θέλετε. ΧΩΝΕΨΤΕ ΤΟ).
Το θέμα όμως, είναι, πρώτα, ότι κανείς δεν σταματάει τη βία, κυρίως στα γήπεδα, επειδή εκεί, οι ιδιοκτήτες των ομάδων, λαδώνουν τους πολιτικούς, ώστε να μην γίνονται συλλήψεις. Και χάσουν τους πελάτες τους από τις κερκίδες. Και κατά δεύτερο, πως χωρίς κανένα σημείο ενοχής ή σκέψης, να ψεκάζονται οι διαδηλωτές με χημικά ή να τους ξυλοφορτώνουν, όπως φαντάζομαι ότι αυτοί οι ένστολοι, ξυλοφορτώνουν τη γυναίκα τους, το παιδί τους, ή βρίζουν στα μούτρα, τους γονείς τους. Ή παρενοχλούν με πονηρά γιουχαΐσματα, τις ποδηλάτισσες, σε ποδηλατικούς γύρους στο κέντρο της πόλης. Ή κοροϊδεύουν ακόμη και αγνώστους –όπως μου έχει τύχει ως ποδηλάτης, από περιπολικό –πίσω από την πλάτη μου- να μου μιλήσουν άγρια, ενόσω συνέχιζα κανονικά το δρόμο μου, επειδή θέλανε να στρίψουν κάπου. Και ποιο δικαίωμα είχα!! να ποδηλατώ, στην άκρη του δρόμου.

Για μένα, ο σοβαρός διαδηλωτής, θα φτάσει ως το σημείο που του επιτρέπουν, και θα παραμείνει εκεί. Και άστον να λέει τα συνθήματα του, τα αγωνιστικά.
Τώρα, θες να κλείσεις το δρόμο; Κάντο, αλλά χωρίς έκτροπα ή φασαρία.
Τι περιμένεις, στην αντίθετη περίπτωση;
Χτυπάς, και τα ΜΑΤ, θα κάτσουν να τις φάνε;
Ή εσείς οι πανέξυπνοι, με τις ασπίδες, που τις τρώτε, αντί να φτιάξετε ένα οδόφραγμα –όπως συμβαίνει στο εξωτερικό- να μην σπαταλάτε και τα χημικά, που έχουν μείνει από το Άουσβιτς.
Να μην χτυπάνε και οι αστυνομικοί, καταλήγοντας στο νοσοκομείο.
Εκείνο όμως που δεν θα ανεχτώ –και που μου ανάβουν τα λαμπάκια- είναι να βλέπω ορισμένους χαμογελαστούς, που το παρατραβάνε με το θέμα της εξουσίας, εξακολουθώντας να κοροϊδεύουν, δικαιολογώντας τα αδικαιολόγητα. Ενόσω, ασφαλίτες συνάδελφοι τους στο σώμα, χτυπούν έναν άνθρωπο. Το ξαναλέω: αν ήταν παράνομο στοιχείο, και αντισταθεί, να τις φάει, επειδή όποιος ακολουθεί το κακό, κάποτε το πληρώνει.
Αν όμως ήταν το εξιλαστήριο θύμα, για να φοβηθεί ο κόσμος και να μη διαδηλώνει, εγώ τότε, τι να πω περισσότερο.

Να χαίρεστε τους κουκουλοφόρους σας, ιδίως εκείνον τον χοντρό ασφαλίτη, με το κόκκινο μπουφάν, που όπως κάτι άλλοι, έκοβε τσίλιες, ενόσω άλλοι έβγαζαν το άχτι τους, πάνω σε ένα ζωντανό ον. Κλωτσώντας, όπως φαντάζομαι θα κλωτσούσαν έναν σκύλο ή θα σκότωναν, αν ήταν κυνηγοί, ένα πετούμενο του ουρανού.
Κι εσείς, πολιτικάντηδες προδότες, που σας διοικεί η ΗΠΑ, κατά πάντα, περαστικά σας. I see you in hell. Επειδή εκεί θα καταλήξετε.
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Τρόποι καλής συμπεριφοράς

- Αλήθεια, δεν σου ‘μαθε τίποτα, το φέρσιμο της ξαδέλφης σου, απέναντι σου; Που ακούει, μα ούτε κρίνει, μήτε κατευθύνει. Δεν κατάλαβες ακόμα, πως δεν πρέπει να πιέζεις τους ανθρώπους;

Να πάψουν να είναι ελεύθεροι.

Αλήθεια, μια επίγνωση, πρέπει να γίνεται γνωστή;

Ή δηλώνουμε πως είμαστε ισορροπημένοι, ενώ βγάζουμε την ουρά μας, έχοντας οι ίδιοι ευθύνη, για μια απώλεια;

Επειδή, εύκολα, μπορείς να θέσεις το πνεύμα σου σε μια κατάσταση έκστασης, ώστε, άλλο να πιστεύεις πως συμβαίνει, την τάδε στιγμή –επειδή το επέλεξες, μακριά από την πραγματικότητα- Και άλλο, να κυριαρχεί, δυστυχώς.

Όντως κυριαρχεί η πραγματικότητα. Πως τα έχουμε, όλα, οργανώσει. Μα με ανισότητες.

Άλλος να δουλεύει και να ‘χει την επίγνωση, πως χωρίς αυτό, δεν θα μπορούσε να ζήσει, κι άλλος, να το διακρίνει, ένα πρωί, μα να λέει: παρατάω όλα μου τα τάλαντα, σαφώς γιατί, έτσι κι αλλιώς…

Έπειτα μπαίνεις σ’ ένα γραφείο όπου σου φέρονται ευγενικά –με μια κοπέλα που σου δείχνει, και, την ομορφιά της ψυχής της, με εκείνο το υπέροχο χαμόγελο, σα να σε διάβασε κι εκείνη- κι αυτόματα αναθαρρεύεις.

(Προσπαθώ να είμαι προσεκτικός, όταν μια γυναίκα είναι ευγενική, μαζί μου. Αυτό ήταν που μου άρεσε, κυρίως, πάνω της).

Φορές διακρίνω την ομορφιά της ζωής, κυρίως στη φύση, μα και στα πρόσωπα ορισμένων γυναικών. Η ζωή, με τις ρεαλιστικές της απεικονίσεις, όπου μια ευγενική διάθεση, σε τονώνει. Αλλά το θέμα είναι, πόσο διαρκεί αυτή η ενεργοποίηση.

Αμέσως θυμάμαι την ξαδέλφη μου, που σκέπτομαι με στοργή, σα να ‘ταν η αδελφή που με νοιαζόταν ή ακόμη, και μια μάνα, που ήρθε σ’ αυτό το στάδιο του βίου, νεότερη. Μια μάνα που αποδέχτηκε τα ενδιαφέροντα μου.

Κάτοικοι μιας πόλης, όπου απορείς και ενίστασαι, για τον διπλανό σου, που σε δέκα λεπτά, τον έχουν καλέσει στο κινητό, πέντε άτομα. Και ποιος σου δίνει το δικαίωμα, άνθρωπε, να με ταλαιπωρείς με όλη αυτή την ενεργητικότητα. Ίσως και βόλεμα. Ή διαφήμιση της κοινωνικότητας σου.

Μετά θα θυμηθώ ότι δεν εκμεταλλεύτηκα ορισμένες ήπιες –προς αποδοχή- στιγμές και ημέρες, ενδοοικογενειακά. Ζώντας σ’ ένα σπίτι, που οι τοίχοι είναι μαυρισμένοι από την υγρασία. Παρακολουθώντας τους “νεόνυμφους” δίπλα, να εξοπλίζουν, εκ θεμελίων, το σπίτι τους.

Σα να ‘ναι η ζωή ένα ταξίδι, από εκείνα που βγάζεις εισιτήριο για το εξωτερικό, γνωρίζοντας εξαρχής, να εκτιμάς: το ηλιοβασίλεμα. Καθετί που βρίσκεται στη θέση του. Την κίνηση στους δρόμους. Τους περαστικούς.

Να υφίσταται ο κάθε έμβιος οργανισμός, ωσότου να σβήσει, όπως οι όμορφες αναμνήσεις μας, που ξεχνάμε. Μα κάθε τόσα χρόνια, ριπές δευτερολέπτων, επιστρέφει τη θύμηση –έστω για λίγα λεπτά. Θύμηση, σαν ρεύματα στη θάλασσα, που μπλέκονται με άλλα, κρυώνοντας ή ζεσταίνοντας τη θύμηση. Αφήνοντας της όμως, μια δόση ασφάλειας. Μια αίσθηση αποδοχής. Όπως ο αέρας που υπάρχει παντού. Δεν τον βλέπεις, μα τον αποδέχεσαι.

Έπειτα λες, θα σου προσφέρει ο άλλος, ένα καλό λόγο: έτσι, για να δείξει αέναα, πως αποδέχεται τη ζωή, (Παρ’ όλα αυτά, δεν ξέρω να δημιουργώ, φιλίες). Μα ανθίζει η αποδοχή. Μαζί μ’ εσένα. Αρκεί να σταθείς.

Όχι όπως περιφρονούμε τους δικούς μας ανθρώπους, επειδή δε στεκόμαστε.

Ευχαριστώντας για τις στιγμές, εσωτερικής γαλήνης και ειρήνης, σα δώρο που ωφελεί πραγματικά. Σα δώρο κάποιων γενεθλίων ή Χριστουγέννων.

Σα μια υπόσχεση πως η ζωή, αν σταθείς, είναι ωραία. Μένοντας ο ίδιος, με όσα αγάπησες, ξεθάβοντας τα. Ως παρηγοριά –με αγάπη, όμως. Έναντι της καλής συμπεριφοράς, που δεν έφυγε, όπως αφήνει ο ταχυδρόμος τα γράμματα, στο κουτί.

Γεράσιμος Μηνάς 2006

Δεχόμαστε τη ζωή του άλλου;

Αυτό είναι, αλήθεια, ένα θέμα, που δεν σηκώνει επιπολαιότητες ή γρήγορες αναφορές, και με δυσκόλεψε να βρω κάτι, να γράψω.
Το “πρόβλημα” όμως, έσωσε, ξαναδιαβάζοντας το βιβλίο μου: «η εσωτερική πλευρά της παλάμης», που απόλαυσα το σημερινό απόγευμα, αφού είχε καιρό να πέσει στα χέρια μου, ένα πεζογράφημα. Τελειώνει κάπως γκρινιάρικα, μα η αλήθεια πρέπει να λέγεται, όσο και αν δεν μου αρέσει κι εμένα, φορές.
Αντιγράφω λοιπόν, εδώ, μιάμιση σελίδα, από το βιβλίο μου αυτό, που απαντά στο αν δεχόμαστε τη ζωή του άλλου.
Σελ. 90-91
<< Θυμάμαι. Εκείνο που δεν μπορούν να δεχτούν οι άνθρωποι, είναι ο εσωτερικός κόσμος του άλλου. Περπατώ στον δρόμο. Έχω δει ανθρώπους, παχείς, λεπτούς, ατσούμπαλους. Ζευγάρια με παραπανίσια κιλά. Ζευγάρια με ασύμμετρα χαρακτηριστικά. Παιδιά σοβαρά, σπάνια, συναντώ. Πάνω τους όμως, χτίζω, μια αξιοπρεπή εικόνα: έναν χαρακτήρα που αξίζει. Κάποια κρυφά ταλέντα. Ένα σημείο στον χώρο, με διαχρονική αξία. Παρόμοια με τις αλλαγές των εποχών. Με τα χρώματα στα δέντρα, που ορισμένοι τυχεροί κάτοικοι του πλανήτη, θαυμάζουν. Χαρούμενοι για την παρουσία της φύσης, που ολοκληρώνεται, όπως ένας υγιής γάμος, στο ξεκίνημα του. Ενόσω σέβεσαι τον άλλο, παρομοίως τους γείτονες. Τα περιστέρια στο δρόμο, περιμένοντας υπομονετικά, να διαλέξουν πρώτα, τη διαδρομή που τα βολεύει –όταν δεν πετούν. Ψάχνοντας για ψίχουλα. Είμαι στο φούρνο. Έξω, σ’ ένα από εκείνα τα παλιά ποδοσφαιράκια, με κολλημένους παίχτες-φιγούρες, σε περιστρεφόμενα “ξύλα”. Πώς να περιγράψω καλύτερα, κάτι παλιό. Ένας μικρός αριθμός εφήβων, αγοριών, ανταγωνίζονται: Στην διεκδίκηση του τίτλου, νωρίτερα, της δύναμης του αντρισμού, φαύλα, μιμούμενοι αισχρολογίες, παρατυπίες της θέλησης των ορμονών που καθορίζουν, κάθε, συμπεριφορά. Εκείνο που ενοχλεί τους ανθρώπους, δεν είναι το εξωτερικό καλούπι, που αν θες, διορθώνεται (ή μαθαίνεις να το δέχεσαι, αν έχεις λίγη επίγνωση, μέσα σου). Εκείνο που ενοχλεί, είναι τ’ αγροτεμάχια του εσωτερικού σου κόσμου, που δεν είναι ικανοί να αγγίξουν. Ούτε να χτίσουν εκεί, κάποια χωματερή. Είναι ο εσωτερικός σου εαυτός, που πολεμούν. Θέλοντας να ζήσεις ή απλά, να μην επιθυμήσεις όσα εκείνοι δεν κατάφεραν ποτέ, να τολμήσουν. Την αξιοπρέπεια. Το απλό χάδι, σαν αιωρούμενο τρένο, σε μαγνητική γραμμή. Το απλό χάδι, σ’ ένα γυμνό κορμί. Τα νειάτα και η χαρά, ενός ενήλικου, λείου, δέρματος. Η χαρά της καθαρής αναπνοής, δίχως μόνιμη βρωμιά, από τσιγάρα. Η χαρά να ξεχνάς την δύναμη της κινούμενης άμμου, που ρουφά το άτυχο θύμα, βαθιά και μόνιμα. Ο εσωτερικός σου εαυτός, είναι, που μάχονται. Ως δικαίωμα, ικανό να διαχωρίζει, πλατιά και απόμακρα, μια στάση βίου, από μια κοινά αποδεχτή, συνέχεια των πραγμάτων. Δικαίωμα να λες: είναι το όνειρο μου, είμαι, ο αφρός που σέρνει πίσω του ένα πλεούμενο, με μηχανές στο φουλ, για ταχεία έξοδο. Απομάκρυνση>>
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Saturday, November 18, 2006


Άστεγοι παντοίο τρόπο

Πιστεύω πως βλέπουμε, ιδιαίτερα, τους άστεγους, ως άτομα, που στο νου μας επικρατεί η άποψη, γι’ αυτούς τους ανθρώπους, πως βρίσκονται σ’ αυτή την κατάσταση, ακόμη και πρόσφατα. Ή ακόμη, πως έχουν λίγα έστω, καθαρά εσώρουχα, για να αλλάζουν. Παραμένοντας καθαροί.
Εμείς, ούτε να διανοηθούμε να μην αλλάξουμε εσώρουχα, μετά από ελάχιστες ημέρες.
Φορές, όπως και ο ίδιος, πιθανόν να έχετε συναντήσει, με διάθεση δικής σας προσφοράς, κάποιο άστεγο άτομο, που θα αρνηθεί εκείνα έστω, τα 2, 3 ή 5 Ευρώ. Όπως μια ηλικιωμένη, που είχα συναντήσει, που εκείνη τη στιγμή που τη πλησίασα, έβραζε κάτι, σ’ ένα μπρίκι, στο πεζοδρόμιο. Ήταν επιθετική θα έλεγα, φεύγοντας ο ίδιος, με μια απορία: γιατί αρνείται αυτό που έχει ανάγκη;
Δεν είμαστε τόσο έμπειροι στη ζωή, ώστε να απαντήσουμε σωστά. Μες την γενικότερη αγριότητα των δρόμων εκεί έξω. Να σε βλέπει ο τάδε οδηγός, που πας να περάσεις απέναντι –με το φανάρι, πολύ μακριά- και αντί να κόψει ταχύτητα, βάζει τη ζωή σου σε κίνδυνο. Άντε μετά, άμα σε πατήσει, να βρεθούν μάρτυρες να σε υπερασπιστούν, αφού ο καθένας θέλει να τον αφήνουν ήσυχο. Να μην μπλέκει… με τέτοια πράγματα.
Έχω δει κι εγώ, φυσικά, τους ανθρώπους των φαναριών.
Αλήθεια, έχω αναρωτηθεί, πως αντέχουν τόση ορθοστασία;
Πως ακόμα δεν τους κατέταξε το Κράτος πρόνοιας!!! σε επαγγελματίες, να τους φορολογήσει, κιόλας!
Φορές συζητάμε με κάποιον ή παρακολουθούμε άλλον ή άλλους, που κάτι μας ξινίζει στην ομιλία ή στην γλώσσα του σώματος, κι αυτόματα λέμε μέσα μας: μα αυτός ο άνθρωπος, τι έχει πάθει; Γιατί αρνείται αυτό που έχει ανάγκη;
Θα αναφερθώ πρώτα, για τους άπορους, άρα άστεγους: Μην περιμένεις από το Κράτος, βοήθεια, άνθρωπε. Το δήλωσαν και στη Βουλή, σχετικά με τους συμβασιούχους. «Ότι φάγατε, φάγατε». Τώρα αν δεν έχετε να τα βγάλετε πέρα, συμβασιούχοι, αφού δεν πρόκειται, -ούτε και να μας πείτε, ότι θα μας ψηφίσετε- να σας κάνουμε μόνιμους. Βγάλτε τα πέρα, μόνοι σας!! Πιθανόν να σας πετάξει και στο δρόμο, ο σπιτονοικοκύρης σας. Ε και; !!
Τι είπατε; Υπάρχει και η βοήθεια της εκκλησίας;
Που είναι; Εγώ πάλι, δεν τη συνάντησα. Επειδή άστεγος μπορεί να μείνει κάποιος, μετά και από σεισμό. Μην νομίζετε λοιπόν, όλοι σας, ότι θα έχετε μια στρωμένη ζωή, επειδή εργάζεστε.
Άρα δεν χρειάζεται κανείς, ως ανεξάρτητοι, να σας πει, τι θα πράξετε στη ζωή, ή που δεν ακούτε τη γνώμη του άλλου.
Οι λεγόμενες παρωπίδες. Μετά κατεβαίνει εσωτερικά, όπου δεν διακρίνουμε, τι, συναισθηματικά, έχουμε ανάγκη.
Άρα σκεφτόμαστε, καλά είμαστε εκεί που βάλαμε, θεμέλια. Επειδή σε τούτη τη ζωή, προτιμότερο να κρατάς τον άλλο σε απόσταση. Γλιτώνεις και τα έξοδα.
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Μην απορείς άνθρωπε

Ζούμε σε μια εποχή, ξεκινώντας από τη δεκαετία, 1990-2000, έως σήμερα, όπου οι γυναίκες μπορούν να αυθαδιάζουν όσο θέλουν, και να βρίζουν κατάμουτρα, τους άντρες, επειδή ξέρουν πως δεν πρόκειται, κανείς, να κάνει κάτι γι’ αυτό.
Όπως και η ύπαρξη οποιουδήποτε απόρρητου μέσου, που κυκλοφορεί και κάνει κακό σε απλούς πολίτες –βλέπε Αμερικάνοι.
Εκεί λοιπόν που πίστευα, πως η Ελλάδα είναι γεμάτη προδότες, παρακολούθησα ένα ντοκιμαντέρ για τη Νιγηρία (εκπομπή Εξάντας), όπου κυριολεκτικά, τη χώρα την διοικούν οι εταιρείες άντλησης, πετρελαίου. Οι μεγαλύτερες παγκοσμίως. Αφήνοντας η κυβέρνηση εκεί, το λαό να λιμοκτονεί. Να ψαρεύει σε μολυσμένα ποτάμια και στο δέλτα της περιοχής, προκειμένου να επιβιώσουν.
Εγώ πάλι, γιατί απορώ, πώς είναι δυνατόν, όχι να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του άλλου από το χρήμα (και δημόσιο), απλά απορώ, πως είναι δυνατόν, ορισμένοι άχρηστοι, ανά τον κόσμο, να καταστρέφουν, ζωές και χώρες, τόσο εύκολα, και κανείς, ιδίως Εκείνος που έχει την υπέρτατη Εξουσία, να μην προστατεύει τους απλούς πολίτες, οι οποίοι ζουν μες την άγνοια, τι έρχεται και τους χτυπάει ξαφνικά. Είτε η μόλυνση, είτε ένα ψυχοτρονικό όπλο, (είτε η μηχανή που σταματά το χρόνο), είτε οι βόμβες που διαμελίζουν, νέους και παιδιά. Επειδή οι γείτονες θέλουν να εκπαιδεύουν το στρατό τους: βλέπε Ισραήλ εναντίον Παλαιστίνης. (Μερικές φορές, αναρωτιέμαι αν η Παλαιστίνη, είναι επαρχία του Ισραήλ!!).
Όλοι οι απλοί πολίτες που μοχθούν τη μια μέρα, για τον επιούσιο, και την άλλη, παύουν να υπάρχουν.
Γενικά, παρατηρείς, ότι κανένας δεν δίνει δεκάρα, για κανέναν. Μπροστά σε μια εμφανή αδικία –σκεφτείτε ένα δικό σας, τρανταχτό, παράδειγμα.
Βιώνοντας ένα κλίμα, όπως δεν ξέρεις πια, τι να φας. Εισαγωγές μεταλλαγμένης ή μολυσμένης τροφής. Ντομάτες άγουρες, πράσινες, που τις βάφουν κόκκινες, και μετά τρέχεις στην τουαλέτα, ιδίως αν έχεις φάει πίτσα. Όλα για το εύκολο χρήμα. Ασυδοσία παντού, όπως να παρακολουθούνται υψηλά πρόσωπα της κυβέρνησης, και οι τελευταίοι, να μην δίνουν δεκάρα –τέτοιο ρεζιλίκι. Αλλά είναι το γνώρισμα του προδότη, αυτό, να μην αντιδρά.
Το γνώρισμα του καλοβολεμένου, πλούσιου δημοσιογράφου, ο οποίος πιστεύει, με φωνές και πυροτεχνήματα, α) πως εξυπηρετεί την αλήθεια, ίσως και να αντικαθιστά την δικαιοσύνη, και β) να πιστεύει πως επιτελεί έργο, όντας επιτυχημένος, ή επιβεβαιωμένος, επειδή παντρεύτηκε μια κατά πολύ, νεότερη του, γυναίκα.
Μέσα σε όλη αυτή τη τρέλα, η προσφορά και η ζήτηση, σε αγαθά, να έχει τελείως εξομοιωθεί. Με δάνεια ή βοήθεια τοκογλύφων.
Οι τοκογλύφοι έχουν όνομα, οι τράπεζες, μια επιγραφή.
Απορώ με την κρύα καρδιά των ανθρώπων, στο ίντερνετ, ειδικά εκείνοι που θέλουν μόνο να παίρνουν, κι ούτε να μπαίνουν στον κόπο να συζητάνε. Όντας γενικά ανίκανοι για οτιδήποτε, επομένως, άλλο, ουσιαστικό.
Όπως το να απέχεις από την υπευθυνότητα. Επειδή βαριέσαι ν’ ασχοληθείς με τον άλλο. Ιδίως όταν τους εμπιστεύεσαι κάτι δικό σου, ως δώρο, δικό τους για πάντα. Και ύστερα, είτε στο πετάνε στα μούτρα (όλο σου τον κόπο), δήθεν πως δεν έχουν χώρο να το αποθηκεύσουν. Παρόλο που είπαν, με ειλικρίνεια: σε εκτιμώ ως άνθρωπο, όπως και τα γραπτά σου. Παρόλ’ αυτά, σου πετάνε στα μούτρα τον κόπο σου. Κι ύστερα καυχώνται, πως πάνε στο τάδε σύλλογο, αυτογνωσίας. Ειλικρινά, τέτοια υποκρισία, και απαξίωση, είτε να σου πετάνε στα μούτρα, ότι εκτίμησαν, είτε να το εμπιστεύονται σε τρίτους, εκείνοι να χάνουν την περιουσία τους, και μετά: αδιαφορία!!
Κατά τ’ άλλα, αυτογνωσία…..
Να θυμώσεις μαζί τους;
Με ανακατεμένα μυαλά;
Άχρηστος χαμένος κόπος και χρόνος.

Ν’ απορείς; Ρωτάς.

Αν και στη δική σου χώρα, υπάρχουν σιλό, με πυρηνικούς πυραύλους, άρα, γιατί να φοβάσαι τους Τούρκους;
Αν όλα αυτά που αναφέρουν κατά καιρούς, σε βραδινές εκπομπές, για περίεργα φαινόμενα και προγράμματα, είναι αληθινά.
Γνωρίζεις μόνο, πως Έλληνας δεν κυβερνά την Ελλάδα.

Ειλικρινά, αυτή η Κοινωνία, θα ήταν ισορροπημένη, μόνο αν κάθε άνθρωπος, έπραττε ότι ήθελε. Εννοείται, όλοι. Όχι μόνο οι κατέχοντες μέσα και δύναμη. Τότε, όλοι εσείς που αδικείτε και καταστρέφετε, θα λουζόσασταν, τον κόσμο που προετοιμάζετε. Μόνο που πλέον, δεν θα υπήρχαν σκλάβοι. Αλλά δισεκατομμύρια μαχητών.
Γεράσιμος Μηνάς 2006

Thursday, November 16, 2006







...που ήταν γείτονας μιας κοπέλας,
που λεγόταν Σέρλι.


Ο Τσενγκ Χουάν ζούσε πάνω από το "γαλάζιο φανάρι"
Εκείνη μιλούσε άπταιστα κινέζικα
που είχε μάθει από τους ιεραπόστολους γονείς της.
Ο Τσενγκ Χουάν ζούσε πάνω από το "γαλάζιο φανάρι"
Καθόταν στο παράθυρο του...
κι αφουγκραζόταν τον αντίλαλο από τη χώρα του...
.......
Τους βρήκαν το πρωί, πάνω από το "γαλάζιο φανάρι"...
Το νεκρό παιδί και τον Πολέμαρχο








Η φράση κλειδί, που ορίζει τη σχέση
των δύο φύλων, μα και της έννοιας, ελευθερία












Μία από τις, πιο, αγαπημένες μου, ταινίες.
Σας αφήνω να απολαύσετε τη μουσική, τα τοπία,
τις εκφράσεις των προσώπων.
Αλλά και το τέλος της ταινίας,
ώστε να το ανακαλύψετε μόνοι σας.

Tuesday, November 14, 2006


Ο κόσμος άλλαξε
Ζητάς, αγάπη φλογερή
και μια ψυχή που να σε νοιώθει.
Και είν' η καρδιά σου, απορεί
Πως δεν υπάρχουν τέτοιοι τόποι.
Ζητάς αξέχαστες βραδιές,
που για μι' αγάπη, ξενυχτούσαν,
και των ανθρώπων οι καρδιές,
Μόνο για έρωτα, μιλούσαν.
Ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί
Πέρασαν χάθηκαν, τα όμορφα τα χρόνια.
αγάπη γνήσια ζητάς με το κερί,
Δεν τραγουδάνε τώρα, κάτω, απ' τα μπαλκόνια.
Ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί,
Είν' όλα ψεύτικα, κι ας φαίνονται αλήθεια
Ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί,
Αγάπες βρίσκεις μοναχά, στα παραμύθια.
(Από το γνωστό τραγούδι)


- αν δεν με πάρεις εσύ, όλο και κάποιος άλλος ... θα βρεθεί.



- γκαρσόν, φέρε μου ένα πιάτο του καφέ.

- να κι εγώ!




- υδαίμων, μου σούριξες;






- μα δε χρειάζεται να ψωνίσετε, εδώ είναι ένας παράδεισος
και του λείπει ο άγγελος του


- Όλο θα σας τηλεφωνώ :)


- Πως ξέρεις να περιποιείσαι τις γυναίκες.



- Αυτή την ώρα, γλυκιά μου αγάπη

αυτή την ώρα

Που είσαι πλάι μου, κι ευτυχισμένα,
χαμογελάς.
Φεύγουν οι πίκρες, φεύγουν τα σύννεφα,
και κάθε μπόρα.
Σαν είσαι πλάι μου,
Και μ' αγκαλιάζεις, και με φιλάς.
Πόσο θα ήθελα, μεγάλε έρωτα μου
να μη μου έφευγες, ποτέ,
από κοντά μου.
Αυτή την ώρα, γλυκιά μου αγάπη,
αυτή την ώρα
Ζω ένα όνειρο
Που όταν φεύγεις, μου το σκορπάς.
Της ζωής οι ώρες τρέχουν,
κι ομορφιές χιλιάδες έχουνε
Μα η πιο καλή μου ώρα,
να 'σαι πλάι μου σαν τώρα


- Όλη τη νύχτα θα την περάσουμε, τρομπάροντας













- Παραλαβές


Ελληνική ταινία - Ο τζίτζικας κι ο μέρμηγκας
Άλλες χαρακτηριστικές ατάκες από την ταινία:
- Φασούλι το φασούλι, δεν γίνονται περιουσίες, γίνονται φασουλάδες.
- ακούς 50 λεπτά για ασπιρίνη!
ε τότε κατάπιε το πενηνταράκι.
- μυρίστε τα γιασεμιά που αναπνέουν την ομορφιά σας.
- είσαι η τράπεζα της αγάπης μου